♥11

140 11 3
                                    

Πίσω από την προσωρινή τους κατοικία δέσποζαν οι χιονισμένοι λόφοι με τους μικροσκοπικούς θάμνους και μπροστά της ξανοιγόταν η ατελείωτη πεδιάδα που κατέληγε σε μια καταπράσινη λίμνη. Το μέρος ήταν φιλόξενο και ήσυχο παρά τις πάμπολλες δραστηριότητες που απολάμβαναν οι επισκέπτες του. Από τα ψώνια, την πεζοπορία, την ποδηλασία, το σκι –σε ένα από τα μεγαλύτερα και δημοφιλέστερα χιονοδρομικά του κόσμου– και την αναρρίχηση σε ειδικούς τοίχους, μέχρι το κολύμπι και τα παιχνίδια νερού. Τόσο στις θερμαινόμενες πισίνες και στη λίμνη, όσο και στις κοντινές παραλίες.

Ο Αργύρης είχε ξυπνήσει από νωρίς το πρωί και καθόταν στη βεράντα, πίνοντας ζεστή σοκολάτα και εξερευνώντας με το βλέμμα την περιοχή, τους κατοίκους και τους επισκέπτες της. Το δικό τους σαλέ ήταν αρκετά απομακρυσμένο, αλλά τους παρείχε απεριόριστη θέα σε πολλά από τα σημεία του ορεινού θέρετρου. Ωστόσο, τίποτα από αυτά δεν τον εμπόδιζε να σκέφτεται τα λάθη του και την επιπόλαιη απόφασή του να πέσει επί πληρωμή στο κρεβάτι της αφεντικίνας του. Μα, αν της το αρνιόταν, ίσως έχανε τη μοναδική ευκαιρία που του δόθηκε να την πλησιάσει. Να μείνει κοντά της και να κάνει σωστά τη δουλειά που του δόθηκε, κερδίζοντας μια καλύτερη θέση στην καρδιά ενός από τα πιο μισητά αλλά αγαπημένα πρόσωπα της ζωής του. Όμως η αλήθεια ήταν ότι του άρεσε κιόλας – αυτή η γυναίκα είχε κάτι το απροσδιόριστο, πέραν της άψογης εξωτερικής εμφάνισης, που τον μαγνήτιζε. Πώς γινόταν, λοιπόν, να αρνηθεί την πρότασή της;

Αυτή η απροσδιόριστη έλξη ήταν που έκανε και τη Δανάη να βασανίζεται και να κρατά με χαλινάρι τον εαυτό της. Μα όσο μάζευε αυτό το αόρατο χαλινάρι, τόσο αυτό –το άτιμο!– χαλάρωνε. Τυλιγμένη σε μια χοντρή κουβέρτα και με τις γούνινες, λευκές παντόφλες της, βγήκε στη βεράντα και κάθισε στα πόδια του.

Τον τύλιξε καλά κι αυτόν και ήπιε μια γουλιά από τη λαχταριστή σοκολάτα του.

«Δεν κρυώνεις;» τον ρώτησε χουχουλιάζοντας στο στέρνο του.

«Όχι πια», απάντησε πιάνοντας το πακέτο με τα τσιγάρα, που ήταν παρατημένο από το βράδυ πάνω στο ξύλινο τραπέζι.

«Νομίζω πως σου κολλάω άχρηστες συνήθειες», είπε βλέποντάς τον να βάζει ένα στο στόμα και, αφού του το άναψε, άναψε ακόμα ένα για τον εαυτό της. Δεν ήταν ο τύπος που κάπνιζε, έπινε ή είχε εξαρτήσεις, το είχε καταλάβει αυτό. Και το σώμα του... Αχ! Αυτό το σώμα ήταν υπέροχο και καλοδουλεμένο. Ήταν κρίμα κι άδικο που υπέκυπτε τώρα –μαζί της– κάνοντας ανθυγιεινές επιλογές.

Η ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΤΗΣ ΗΔΟΝΗΣWhere stories live. Discover now