♥3

104 9 2
                                    

Και το έκανε. Το απόλαυσε επί δύο εβδομάδες που –μαζί από την επιθυμία της να αφήσει τους υπαλλήλους της στις θέσεις τους και να βάλει τη φίλη της σε αυτήν της γενικής διεύθυνσης– της έκανε όλα τα κέφια. Τα βράδια τους ήταν κολασμένα. Με μόλις τρεις ώρες ύπνο την ημέρα, πήγαιναν κατευθείαν για δουλειά. Το κρεβάτι της είχε γεμίσει, όπως λαχταρούσε, μα ήταν λάθος. Είχε συνηθίσει να το γεμίζει με τα ένα ενενήντα και όχι με τα ένα ογδόντα πέντε εκατοστά ύψους του Ορέστη. Αισθανόταν ένα κενό – ένα ψύχος να κατακλύζει το κορμί της. Είχε συνηθίσει τα μεγάλα χέρια του να την αγγίζουν. Ακόμα και η φράντζα του της έλειπε. Πόσο μάλλον το γαλαζοπράσινο χρώμα των ματιών του, που τη μαγνήτιζε και την καθήλωνε διαγράφοντας κάθε της σκέψη. Όσο κι αν ήθελε να αδειάσει τον εαυτό της από τα κατάλοιπα του παρελθόντος, ο έρωτας –που τόσα χρόνια τον απέφευγε και τον αγνοούσε– την είχε δεσμεύσει γερά με τα αόρατα δεσμά του και της έκοβε την ανάσα στερώντας το οξυγόνο από τα πνευμόνια της. Για να ξεπεράσει τον πόνο και την ταραχή που την έπνιγαν μακριά του, κι μιλούσαν κάθε μέρα στο τηλέφωνο, το έριξε στο σεξ και νέκρωσε κάθε της συναίσθημα ωσότου θα ήταν έτοιμος να επιστρέψει κοντά της.

«Έλα πιο κοντά. Σ' έχω ανάγκη!»

Ο Ορέστης είχε γονατίσει πίσω από τον πάγκο της σαλονοκουζίνας και πού και πού στύλωνε το κορμί του, για να ελέγξει –έχοντας το ένα μάτι κλειστό, να γλιτώσει από τα πυρά– αν είχαν λαμπαδιάσει ή αν είχε το περιθώριο να τρέξει προς το τηγάνι με καυτό λάδι και να το τραβήξει από τη φωτιά προτού τα κάνει όλα στάχτη. Στο ένα χέρι κρατούσε ένα κομματάκι ωμής πατάτας και στο άλλο την τρυπητή σπάτουλα με την οποία υποτίθεται πως θα μετέφερε τις μαγειρεμένες πατάτες από το τηγάνι σε ένα βαθύ μπολ. Για όλα είχε προνοήσει εκτός από τη σωματική του ακεραιότητα.

«Σ' έχω ανάγκη, μωρό μου!» φώναξε ξανά, αφού διαπίστωσε πως δεν είχε το θάρρος να πλησιάσει. Το δείπνο τους ήθελε να ετοιμάσει, μόνο για χάρη της! Όμως ήταν τόσο άσχετος από μαγειρική, που εντέλει θα έπρεπε να της δωρίσει ολόκληρη ανακαίνιση κουζίνας.

Η Δανάη ήταν ξαπλωμένη στον καναπέ και κοιτούσε τις λιγοστές φωτογραφίες που είχε βγάλει στα Blue Mountains. Στη μία τον είχε τραβήξει με γυρισμένη πλάτη να της φτιάχνει καφέ, όσο εκείνη τάχα κοιμόταν. Στην άλλη τον είχε αποθανατίσει με τα χέρια του δεμένα στη γυμνή κοιλιά της και το πηγούνι του ακουμπημένο πάνω τους. Τα μάτια του γυάλιζαν από έρωτα και το χαμόγελο του ήταν το πιο όμορφο που είχε δει ποτέ της.

Η ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΤΗΣ ΗΔΟΝΗΣWhere stories live. Discover now