♥8

121 10 3
                                    

Το επόμενο πρωί η Δανάη κατέβηκε στο καθιστικό, για να πάρει το πρωινό και τον καφέ της. Για καλή της τύχη, ο Ορέστης δεν επέστρεψε, αν και θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί το σύμφωνο συμβίωσης και να απαιτήσει να μείνει στο σπίτι της. Τελικά προσπαθούσε πραγματικά να την κερδίσει.

Τελείωσε τον καφέ, επέστρεψε στο δωμάτιό της, έκανε ένα χλιαρό ντους και φόρεσε ένα λευκό, στενό, μέχρι το γόνατο φόρεμα κλειστό –ως τον λαιμό– που έγλυφε άψογα τις καμπύλες της. Έπιασε τα μαλλιά της σε μία σφιχτή αλογοουρά, για να κάνει τη ματιά της ακόμα πιο έντονα γατίσια. Και μετά την τόνισε περισσότερο με μία λεπτή γραμμή μαύρου eyeliner.

Κοίταξε το είδωλό της στον ολόσωμο καθρέφτη του δωματίου της° στον ίδιο καθρέφτη που μερικούς μήνες ο Γκάμπριελ –ως Αργύρης– της άνοιγε το φερμουάρ του φορέματός της τρώγοντάς τη με το κολασμένο του βλέμμα – αυτό το βλέμμα που περίμενε με ανυπομονησία να πέσει στο γυμνό δέρμα της. Με το που τα πράσινα μάτια της εστίασαν πάνω του, ήξερε πως θα τον έκανε να σπαρταρά ανάμεσα στα πόδια της. Πως θα τον έλουζε με τα υγρά της και πως θα τον κατακτούσε ψυχή και σώμα, όπως και έγινε! Όλα έγιναν όπως τα είχε υπολογίσει, αφού της είχε κάνει μεγάλη ζημιά. Αλλά κάθε ρίσκο έχει τα θετικά και τα αρνητικά του αποτελέσματα, πολλά από τα οποία είναι μη υπολογίσιμα... όμως... η Δανάη λάτρευε όσο τίποτα τις ανατροπές!

Της έλειπε και αυτό ήταν γεγονός – τον ήθελε κι αυτό ήταν μια πικρή αλήθεια. Θα τον συγχωρούσε αν... Αναστέναξε, πήρε την τσάντα και το παλτό της και μπήκε στο αυτοκίνητό της, με προορισμό το άντρο του κακού.

Η εταιρεία του Καδρηνού ήταν τόσο αρχαία όσο και ο ίδιος. Η Δανάη θα ορκιζόταν πως μύριζε ναφθαλίνη και πολυκαιρισμένο ύφασμα. Τα λευκά τακούνια της χτυπούσαν στο μωσαϊκό και ο ήχος απλωνόταν στον χώρο. Το παλιό ασανσέρ σταμάτησε στον τέταρτο όροφο, όπου και βρισκόταν το γραφείο του. Αν είχε λίγο καθάριο μυαλό και φρόντιζε οι επενδύσεις του να αφορούν την εικόνα της επιχείρησής του, θα μπορούσε να ορθοποδήσει. Μα το μυαλό του ήταν τόσο σκονισμένο όσο και η πόρτα του γραφείου του, που τώρα η Δανάη τη χτυπούσε απαλά.
Αφού άκουσε το κάλεσμά του, την άνοιξε και πέρασε στο εσωτερικό του, με τη γραμματέα του να πετάγεται σαν ελατήριο από τη θέση της. Τα σκούρα, βαριά έπιπλα έκρυβαν το ντελικάτο πλάσμα που της χαμογελούσε μες στο προσεγμένο και και θηλυκό ντύσιμό της. Η Δανάη τής ανταπέδωσε το χαμόγελο και πέρασε την ανοιχτή συρόμενη πόρτα – κατασκευής του 60' όπως και ολόκληρο το κτήριο, που δεν είχε ανακαινιστεί ποτέ του. Όμως αυτό θα άλλαζε σε λίγο καιρό.

Η ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΤΗΣ ΗΔΟΝΗΣWhere stories live. Discover now