♥9

113 9 4
                                    

 «Πάρ' τα όλα! Χάρισμά σου. Το μόνο που θέλω είναι να βρω τον Γκάμπριελ και να ζήσω το υπόλοιπο της γαμημένης μου ζωής κοντά του», είπε φυσώντας δυνατά τον καπνό της.
Ήταν καιρός να τα παίξει όλα για όλα.

Ο Ορέστης στήριξε τους αγκώνες στην άκρη του παραθύρου και έκλεισε το πρόσωπό του στις παλάμες του, παλεύοντας να μη βάλει τις φωνές. Έπρεπε να εκτονωθεί. Έπρεπε να αντιδράσει. Αντί αυτών, όμως, της μίλησε πολύ γλυκά και ήρεμα και η χροιά της φωνής του βγήκε σαν μελωδία από το λαρύγγι του. Μια μελωδία που μέσα της έκρυβε τον πόνο από τις ενοχές του και τη θλίψη του που, ολοένα και γιγάντωναν, στην απουσία της.

«Δε θέλω τίποτα από αυτά. Εσένα θέλω μόνο. Γαμώτο, Δανάη, γιατί δε με πιστεύεις;» ψέλλισε απογοητευμένος.

«Πώς μπορώ να σε πιστέψω, Ορέστη; Μου τα πήρες όλα. Τις ιδέες μου, τα λεφτά μου, την υπερηφάνεια μου και το κυριότερο... μου πήρες το παιδί μου και τη δυνατότητα να γίνω μάνα. Και όλα αυτά για τα λεφτά. Μόνο αυτά σε νοιάζουν, αυτά είναι η μεγάλη σου αγάπη, γι' αυτά πούλησες την ψυχή σου και δέσμευσες τη δική μου στη δυστυχία», του είπε μεμιάς όλα όσα αισθανόταν και ήταν όλα πέρα για πέρα αληθινά.

«Δεν ξέρω».

Η φράση του βγήκε σαν λυγμός αυτή τη φορά. Ένας λυγμός που τον ανάγκασε να αναπνεύσει γρηγορότερα, για να καλύψει την τεράστια ανάγκη του οργανισμού του σε οξυγόνο. Τα πόδια του λύγισαν. Έλυσε την γκρενά γραβάτα του πισωπατώντας και όταν η πλάτη του ακούμπησε στον τοίχο, που εμπόδισε την άτακτη πορεία του, ο κορμός του σύρθηκε στη σαγρέ του επιφάνεια και το κορμί του σταμάτησε την πτώση του μόνο όταν έγινε ένα με το μαρμάρινο πάτωμα. Τα δάχτυλά του μπλέχτηκαν στα ξανθά μαλλιά του, καθώς τα δάκρυα έτρεξαν ποταμός στα μάγουλά του, και έπειτα έγιναν γροθιές και κατέβηκαν κρύβοντάς τον πίσω τους.

«Λίγο νερό...» ψέλλισε ενώ κάθε του κύτταρο έτρεμε, ερχόμενο αντιμέτωπο με τα απωθημένα συναισθήματά του.

Η Δανάη πήρε το ποτήρι με το νερό που βρήκε πάνω στο γραφείο της και κάθισε δίπλα του, δίνοντάς του να πιει. «Σε αυτήν την απόγνωση βρίσκομαι εδώ και πέντε ολόκληρα χρόνια και έρχεσαι να μου κάνεις τα ίδια και χειρότερα αφήνοντάς με τσίτσιδη. Γιατί δε μου έχει μείνει τίποτα πέρα απ' αυτήν την εταιρεία, Ορέστη. Τίποτα!» Συνέχισε να τον πιέζει, για να τον φτάσει στα όριά του, και το απολάμβανε όσο τίποτα στον κόσμο. Τελικά εννοούσε κάθε του λέξη όταν της έλεγε πως ήθελε ακόμα μία ευκαιρία και τη χαροποιούσε ιδιαίτερα η διαπίστωση αυτή.

Η ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΤΗΣ ΗΔΟΝΗΣWhere stories live. Discover now