Συνάντηση

15.5K 984 54
                                    

Ξύπνησα το μεσημέρι γύρω στις τρεις. Ήμουν πτώμα από τη χθεσινή μου έξοδο.. Δεν λέω πολύ ωραία πέρασα αλλά το κεφάλι που έχω από το ποτό αυτή τη στιγμή είναι απίστευτο.

Σήμερα είχα σκοπό να ψάξω να βρω σπίτι για να νοικιάσω. Στεναχωριέμαι αρκετά που θα φύγω από αυτό, όπως και να το κάνεις ζω είκοσι χρόνια εδώ μέσα.  Η αλήθεια είναι όμως ότι η ανακούφιση υπερισχύει της στεναχώριας. Η κατάσταση έχει φτάσει στο απροχώρητο. Μία ο πατέρας μου που χθες το βράδυ μου είπε ξεκάθαρα τι πιστεύει για μένα και μία η Άννα με την κόρη της καταφέρνουν τα τελευταία δύο χρόνια να μου κάνουν τη ζωή μου χειρότερη. Το σπίτι μου που κάποτε μου χρησίμευε ως καταφύγιο από τον έξω κόσμο τώρα έχει γίνει η προσωπική μου κόλαση.

Αφού χουζούρεψα λίγο στο κρεβάτι μου αποφάσισα ότι είχε έρθει η ώρα να σηκωθώ και να ετοιμαστώ.

Αποφάσισα να βάλλω ένα μαύρο σκισμένο τζιν, ένα μαύρο τιραντάκι, ένα χακί πουκάμισο και τα αρβυλάκια μου. Βάφτηκα ελαφρά και.. έτοιμη.

Η ώρα είχε περάσει και έπρεπε να φύγω. Θα πήγαινα στο σπίτι της κολλητής μου για να με βοηθήσει να βρω σπίτι. Βγήκα από το δωμάτιο μου και κατευθύνθηκα προς την εξώπορτα.

Δυστυχώς για να φτάσω εκεί έπρεπε να περάσω από το σαλόνι. Το οποίο σαλόνι ήταν κατειλημμένο από τον πατέρα μου ο οποίος είχε στην αγκαλιά του την Άννα και τη Μαρία. Η μία από τα δεξιά του και η άλλη από τα αριστερά. Έβλεπαν ταινία στην τηλεόραση. Ρομαντική ή κάτι τέτοιο.

Η αλήθεια είναι οτι με νευρίασε αλλά και με στεναχώρησε αυτή η εικόνα. Είπα όμως να κρατήσω επίπεδο και να φύγω χωρίς να πω τίποτα. Όσο και να ήθελα να τους βγάλω τα μάτια αυτή τη στιγμή δεν θα το έκανα.

Η τύχη όμως δεν ήταν με το μέρος μου. Η Άννα αποφάσισε να ανοίξει το στόμα της και να μου μιλήσει.

Α(ννα):《Μπα ξύπνησες επιτέλους; Ανάσταση. Τόση ώρα έπρεπε να κάνουμε ησυχία για να μην ξυπνήσουμε την ωραία κοιμωμένη.》μου είπε με υφάκι.

Έτσι είναι; Είπα ότι θα κρατούσα επίπεδο και δεν θα μιλούσα; Γράψτε λάθος.

Η:《Ναι είδες.. εγώ ξύπνησα. Εσύ θα το κάνεις ποτέ σου; Ή έχεις σκοπό να παραμείνεις η ίδια ακριβώς;》τη ρώτησα με ένα ειρωνικό χαμόγελο στα χείλη.

Και αυτή ήταν η στιγμή που αποφάσισε να πεταχτεί το Μαράκι.

Μ(αρία)《Για να σου πω εσένα τσόλι! Μην ξαναμιλήσεις άσχημα στη μητέρα μου. Μην το παίζεις έξυπνη γιατί δεν είσαι》μου είπε με πραγματικό μίσος να διαγράφεται στα μάτια της.

Η:《Ωω Μαρία σου θίξαμε τη μανούλα; Αλλά δεν κατάλαβα κάτι..》της είπα με ένα χαμόγελο.

Μ:《Ποπο ρε Ηλέκτρα.. τι δεν κατάλαβες πάλι; Το ήξερα ότι είσαι χαζή αλλά όχι και τόσο πια!》είπε χαχανίζοντας μόνη της χαρούμενη γιατί νόμιζε οτι με είχε αποστομώσει.

Η:《Αυτό που δεν κατάλαβα γλυκιά μου είναι το γιατί μιλάς από τη στιγμή που κανένας δεν σου απεύθυνε τον λόγο. Αννούλα δεν έχεις μάθει στη κορούλα σου να μην μιλάει όταν κανένας δεν της δίνει σημασία;》ρώτησα.

Εντάξει.. αυτό ήταν. Ταυτόχρονα τρεις φωνές ακούστηκαν να μου λένε ο καθένας τα δικά του και εγώ απλά τους έγραψα και βγήκα από το σπίτι.

Μέσα σε ένα δεκάλεπτο έφτασα στο σπίτι της Αφροδίτης. Χτύπησα το κουδούνι και περίμενα να μου ανοίξουν.

Άκουσα από μέσα κάτι ήχους και σε λίγο η πόρτα ήταν ανοιχτή και πάνω της έγερνε ο αδερφός της Αφροδιτης, Ο Λουκάς. Τον οποίο έχω να δω ένα χρόνο τώρα γιατί ήταν στο εξωτερικό για σπουδές.

Καθόταν στη πόρτα ημίγυμνος. Μόνο με μία γκρι φόρμα και τίποτε άλλο. Ήταν απλά πανέμορφος. Ψηλός ξανθός με ένα σώμα κόλαση.

Λ(ουκάς):《 Βρε καλώς την μικρή..》μου είπε ενώ με τσέκαρε.

Η:《Λουκα.. γειά τί κάνεις;》τον ρώτησα ενώ ακόμα δεν το είχα συνειδητοποιήσει τελείως ότι είχε επιστρέψει πίσω.

Και τώρα θα μου πείτε "μα καλά πώς κάνει έτσι αυτή.. ο αδερφός της κολλητής της είναι.."

Εε για να σας λύσω αυτήν την απορία, ο Λουκάς είναι αλλιώς γνωστός και ως ο παιδικός μου έρωτας.

Στη φωτο ο Λουκάς.

Η Ζωή Μου Το Παιχνίδι Του Where stories live. Discover now