Γαλάζια συνοικία

67 8 0
                                    

Η Άννα καθώταν σε μια ξύλινη κουνιστή καρέκλα, με τα χέρια της να κρατούν το νεογέννητο κοριτσάκι που ήταν τυλιγμένο μέσα στα τελευταία καθαρά σεντόνια του σπιτιού. Η Άννα είχε υιοθετήσει ένα αρκετά κουρασμένο και χαμένο βλέμμα, ακόμη κι αν θα έπρεπε να είναι τρισευτυχισμένη. Η Εβελίνα είχε πέσει για ύπνο, και ο Βασίλης ήταν αποκοιμισμένος στον καναπέ, πίσω απο την Άννα. 

Η Τζόκερ καθώταν παρέα με την Τσέρι και την Στέλλα στην κουζίνα και έπιναν λιγοστό κονιάκ και κρασί που είχε ανακαλύψει στο κελάρι της πολυκατοικίας. 

"Δεν πιστέυω να χρείαζεσαι καθόλου βοήθεια στο σφάξιμο των ναζί;" Ρώτησε η Τσέρι και η Τζόκερ γέλασε και έγνεψε όχι.

"Ευτυχώς όχι. Πως με βρήκατε;" 

"Όταν απήχθηκες εσύ και ο ψηλός φασίστας, υπήρχαν μάρτυρες. Καλά, παντού υπάρχουν μάρτυρες. Έτσι οδηγηθήκαμε σε εσένα, αλλά όχι και τόσο εύκολα. Έχουν άπειρες γιάφκες και άλλες τόσες αποθήκες με γκάνια στις οποίες κρύβονται αρκετοί δικοί τους. Αλλά τα κεφάλια αλλάζουν συνέχεια τοποθεσία." Είπε η Στέλλα.

"Τα κεφάλια λέγωντας τον Μάνο Τριανταφυλλόπουλο και τον Κάρολο;" Είπε η Τζόκερ.

"Τον Κάρολο Γκέβχαρτ;" Ρώτησε η Τσέρι.

"Όπως τον λένε τέλως πάντων. Δεν είναι μόνο αυτοί κεφάλια, είμαι σιγούρη." Είπε η Τζόκερ. 

"Ο επίσημα αρχηγός της φάρας τους είναι ο Γκέβχαρτ, ο Μάνος και ένα άλλο τυπάκι. Τον φάγανε αναρχικοί χρόνια πρίν, και έδωσε την ιεραρχεία στον Κάρολο και στον Μάνο. Αυτό ξέρω." Είπε η Τσέρι.

"Την ημέρα που κόψαν τα αρχίδια του Μάνου;" Είπε η Τζόκερ και η Τσέρι και η Στέλλα κοιτάχτηκαν μεταξύ τους και γέλασαν.

"Τι του κάνανε λέει; Γιατί;" Αναρωτήθηκε η Στέλλα.

"Νόμιζα πως το ξέρατε. Του έκοψα τα αρχίδια, μετά απο όταν βίασε εμένα και την Εβελίνα." Είπε η Τζόκερ ανάβωντας ένα τσιγάρο.

"Βρέ το μπαγάσα. Δεν το 'ξερα." Είπε η Τσέρι και ήπιε όσο υπόλοιπο κρασί είχε απομείνει στο ποτήρι της. 


"Θα κλάψεις μωρή πουτάνα;" Φώναξε ο Μάνος μπροστά στο πρόσωπο ενός νεαρού νεοσύλλεκτου Ναζί. Ήταν ψιλόλιγνος, με λίγα μαλλιά και κοιτούσε το κενό προσπαθώντας να μη κοιτάξει τον Μάνο στα μάτια. Είχε βουρκώσει και προσπαθούσε να μην αφήσει να κυλήσουν δάκρυα ώστε να μην τον περάσουν για αδύναμο. 

"Όχι κύριε!" Φώναξε σφίγκωντας τις γροθιές του. 

"Καλώς. Γιατί εμείς στον στρατό μας, δεν θέλουμε φλώρους. Δεν θέλουμε αδύναμους, ούτε γυναικάκια." Φώναξε ο Μάνος. "Εμείς δεν πονάμε!" Φώναξε πάλι και του έδωσε μια δυνατή γροθιά στο στομάχι. Ο νεοσύλλεκτος έσφιξε το στομάχι του μα δεν μίλησε. Ο Μάνος κοιτώντας τους προχωρούσε με αργά βήματα και παρατηρούσε τους δέκα νεοσύλλεκτους που ήταν με τις πλάτες στον τοίχο.  

"Ποιοί είστε ρε;!" Φώναξε ο Μάνος.

"Η Άρια Φυλή!" Φώναξαν όλοι με μια φωνή.

"Και πιά είναι η αποστολή σας;!"

"Να πραγματοποιήσουμε το όραμα του μεσσία Χίτλερ!" 

"Sieg Heil!" Φώναξαν όλοι μαζί και ύψωσαν τα χέρια τους.

"Μπράβο. Ελεύθεροι." Είπε ο Κάρολος και έσβησε το τσιγάρο του στο πάτωμα του γκαράζ. Προχώρησε για να πάει μέσα στο σαλόνι ακολουθόμενος απο τον Γιώργο και τον Κάρολο. 

"Θυμάσαι όταν ήσουν και εσύ νεοσύλλεκτος;" Είπε ο Κάρολος και έριξε ένα απαλό χαστούκι στο μάγουλο του Γιώργου με το πίσω μέρος της παλάμης του. Ο Γιώργος γέλασε και στάθηκε όρθιος στον τοίχο. "Θα μου πείτε εσείς οι δύο τι έγινε τελικά και πήραν την καριόλα;" Πρόσθεσε και ο Μάνος τον κοίταξε ενοχλημένος μα ο Γιώργος είχε ένα φοβισμένο βλέμμα.

"Σκάσανε οι Whores of Babylon-"

"Στα αρχίδια μου ποιές σκάσανε ρε ηλίθιοι! Σκαμπάσατε μπροστά σε ένα μάτσο γκόμενες; Είστε χαζοί;" Φώναξε ο Κάρολος.

"Τι ένα μάτσο γκόμενες; Ήταν παραπάνω απο ογδόντα." Είπε ο Μάνος διατηρώντας την ηρεμία του.  

"Ε και; Εμέις είμαστε οι άντρες. Μη φέρεστε σαν γκομενίτσες. Αν πυροβολούσατε την Τσέρι θα έσπαγε όλη γαμημένη άμυνά τους, γιατί θα ασχολιούνταν με αυτή και δεν θα υπήρχαν διαταγές. Μαλακισμένα." Είπε ο Κάρολος.

"Είναι αρκετά δυνατές όμως." Είπε ο Γιώργος. 

"Και εμείς τι είμαστε ρε γαμώμανε;" Είπε ο Κάρολος πλησιάζοντας θυμωμένα τον Γιώργο. 

"Ποιόν είπες γαμώμανο ρε;" Είπε ο Γίωργος και ο Κάρολος γούρλωσε τα μάτια του και του έδωσε μια γροθιά στο πρόσωπο. 

"Είναι μόδα η ασέβεια τελευταία; Είμαι αρχηγός σου!" Φώναξε και ο Γιώργος έκανε το λάθος να τον κοιτάξει κατάματα με θυμό. "Θα σου πω εγώ, πουστράκο." Είπε και τον άρπαξε απ'τον σβέρκο και τον κόλλησε με το πρόσωπο στον τοίχο. Ξεκούμπωσε το παντελόνι του και τράβηξε κάτω τις τιράντες και το τζίν του Γιώργου, μπάινωντας βίαια μέσα του. Ο Γιώργος ούρλιαξε απο τον πόνο και έμεινε ακίνητος. Μόλις ο Κάρολος έκανε πίσω και κούμπωσε το παντελόνι του, ο Γιώργος σωριάστηκε στο πάτωμα. Τον κλότσησε στο πρόσωπο και άναψε το τσιγάρο του. "Να μάθεις να μιλάς."

Ο Μάνος έιχε μείνει άφωνος. Δεν είχε δικαίωμα να μιλήσει μιας και γνώριζε πως η ιεραρχεία της αδελφότητάς τους ήταν έτσι. 

"Συγνώμη." 



Το Δίκιο Το Έχουν Οι ΕξεγερμένοιTahanan ng mga kuwento. Tumuklas ngayon