Τέλος

140 5 0
                                    

"Εβελίνα, θέλω να είσαι ο συνδιαβάτης σου στο μονοπάτι της ζωής. Υπόσχομαι θα σε αγαπώ με όλη μου την καρδιά και δεν θα αφήσω να μας χωρίσει ούτε ο θάνατος. Τον θάνατο τον ζήσαμε τόσο πολύ. Μα δεν κατάφερε ποτέ να μας χωρίσει. Όλες οι ομορφότερες μου μνήμες είναι μαζί σου. Σου υπόσχομαι πως θα φροντίζω να χαμογελάς εσύ και η κόρη μας κάθε μέρα. Σας αγαπώ όσο τίποτα άλλο πάνω σε αυτή τη γή. Σε αγαπώ με όλες της έννοιες της λέξης. Είσαι ότι θα μπορούσε ένας άναρχος σαν εμένα να ζητήσει. Θέλω να περάσω όλη μου τη ζωή μαζί σου." Είπε ο Χρήστος και η Εβελίνα του κρατούσε το χέρι και έκλαιγε συγκινημένη.

"Χριστόφορε, μου έμαθες πως να αγαπώ. Μου έμαθες να είμαι γενναία. Μου αποδεικνύεις κάθε μέρα το ποσό με αγαπάς. Είμαι τόσο ευτυχισμένη που σε έχω. Δεν έχει περάσει μέρα, ακόμα και σε όλες αυτές τις κακουχίες, που να έχω μετανιώσει το ποσό σε αγαπώ. Είσαι το φως μου. Όταν με κρατάς νιώθω πως πετάω. Ζήσαμε μια επανάσταση αγκαλιά. Στην εξέγερση μου κρατούσες το χέρι. Θα κρατώ το δικό σου και τώρα που είμαστε ευτυχισμένοι. Είσαι η ουτοπία για την οποία ονειρευόμουν τόσα χρόνια. Σε αγαπώ." Είπε και φιλήθηκαν.

Η Ιωάννα έκανε μια γκριμάτσα αηδίας που έβλεπε τους γονείς της να φιλιούνται, όπως κάθε παιδάκι θα έκανε. Η Ελευθερία χειροκρότησε και πήρε το καλαθάκι με τα ροδοπέταλα που της είπα να πέταγε μόλις συμπλήρωναν τους όρκους τους.

Έτρεξε χαρωπά μαζί με την Ιωάννα και πέταξαν τα ροδοπέταλα στον Χρήστο και στην Εβελίνα.

"Να ζήσετε ρε!" Φώναξε η Τσέρι και χειροκροτήσαμε το πιο όμορφο ζευγάρι.

"Πέτα την ανθοδέσμη!" Είπα και η Εβελίνα και γύρισε τη πλάτη της και πέταξε την ανθοδέσμη πίσω της. Το μπουκέτο με τα λουλούδια προσγειώθηκε στο καλαθάκι της Ελευθερίας.

Όλοι γελάσαμε και την πήρα αγκαλιά.

"Ποιος θα είναι ο τυχερός;" Είπε η Τσέρι με νόημα και η Ελευθερία γέλασε ντροπαλά.

"Δεν ξέρω." Είπε. Ο Χρήστος πήρε αγκαλιά την Ιωάννα που ήταν ντυμένη ασορτί με την μαμά της. Οι δύο τους φορούσαν άσπρα αέρινα φορέματα και ένα στεφάνι λουλούδια στο κεφάλι φτιαγμένο από τα λουλούδια του κήπου μου.

"Δηλαδή είσαι ευτυχισμένη;"

"Νομίζω."

"Θέλω να σε ακούσω να το λες Κατερίνα. Εδώ και χρόνια θέλω να σε δω να είσαι αλήθεια καλά."

"Είμαι ευτυχισμένη Χρήστο. Η μικρή με έχει κάνει άνθρωπο." Είπα και ο Χρήστος χαμογέλασε και άρχισε να κλαίει προτού με αγκαλιάσει σφιχτά. Άκουγα τα αναφιλητά του και δεν μπορούσα να μη κλάψω και εγώ. Κοιταχτήκαμε για λίγο και αρχίσαμε να γελάμε ο ένας με τον άλλο.

"Η μικρή είναι μια κούκλα." Είπα και κοίταξα την Ιωάννα. Όλοι νόμιζαμε πως η Εβελίνα δεν μπορούσε να κάνει παιδιά αλλά κάναμε λάθος. Γέννησε ένα ζωηρό κοριτσάκι με τα σμαραγδί μάτια του πατέρα της.

Η Ελευθερία, η Ιωάννα και η Λυδία της Άννας έπαιζαν στο χορτάρι με την σκυλίτσα μου και τη γάτα. Από πίσω τους ο κάμπος και τα βουνά. Ο αδερφός μου δίπλα μου, η Τσέρι να παίζει σαν παιδάκι με τις κόρες μας, η Εβελίνα να κοιτά τη κορούλα της χαμογελαστή καθώς το φουστάνι της ανέμιζε στο καλοκαιρινό αέρα. Η Άννα και ο Βασίλης να χορεύουν γελώντας.

Μερικοί να χορεύουν στη μέση του λιβαδιού υπό της εορταστικές μουσικές, μερικοί να τρώνε, άλλοι να σουλατσάρουν στο λιβάδι. Όσοι ήξερα ήταν εκεί. Κάποιοι ήταν ανάπηροι πολέμου, όσοι είχαν ψυχολογικά τραύματα τα ειχαν ξεχάσει μπροστά στον οργιασμό της φύσης.

Ο Σαλάχης καθόταν σίγουρα δίπλα στον Μπαμπούσκα. Ο Μπαμπούσκας καθόταν και έπινε κρασί κοιτώντας το τοπίο. Ο αγαπημένος του ήταν δίπλα του. Ήταν εκεί. Δεν πέθανε. Δεν κοιμάται. Είναι πάντα εδώ. Μας προσέχει. Πάντα με το πιο ζεστό χαμόγελο στο κόσμο. Μια μεγάλη απώλεια από τους σημερινούς εορτασμούς.

"Εσύ όμως είσαι ευτυχισμένος;" Ρώτησα. Κοίταξε το πόδι του που ήταν ακρωτηριασμένο από το γόνατο και κάτω και μετά εμένα.

"Στα όνειρα μου, βλέπω πως τρέχω." Είπε και άρχισα να κλαίω πάλι. Μου κράτησε το χέρι χωρίς να απαντήσει. "Μη κλαίς γιατί είμαι και εγώ αλήθεια ευτυχισμένος. Δεν θα μπορούσα να ζητήσω καλύτερη κόρη και πιο γλυκιά και γενναία γυναίκα."

"Οι εφιάλτες θα με κυνηγούν για όλη την υπόλοιπη ζωή μου, μα όταν ξυπνάω και αντικρίζω την Ελευθερία να κοιμάται αγκαλιά με τη γάτα, ξεχνάω αμέσως τι εφιάλτη έβλεπα."

"Και εγώ όταν έχω εφιάλτες βγαίνω από το σπίτι και κάνω βόλτες. Βλέπω την επαρχία και ηρεμώ."

"Τις προάλλες με ρώτησε γιατί η Ιωάννα έχει μπαμπά και εκείνη όχι. Της είπα πως ο δικός της μπαμπάς δεν ήταν καλός άνθρωπος και πως πέθανε. Στεναχωρήθηκε παρά πολύ αλλά δεν μπορώ να της το πω αλλιώς. Είναι νωρίς, μα το δέχτηκε. Ανυπομονώ να μεγαλώσει ώστε να της δώσω της απαντήσεις που της αξίζουν."

«Πέρασαν αυτά. Όλα όσα μας έκαναν τόσο βίαιους και λυπημένους. Δεν θα γίνουμε μαγικά ευτυχισμένοι, δεν θα ξεπεράσουμε σύντομα όσα είδαμε. Μα εγώ νιώθω ηρεμία, τουλάχιστον.  Εφ'όσον, η εκδίκηση μας είναι το γέλιο των παιδιών μας."



Τέλος.

Το Δίκιο Το Έχουν Οι ΕξεγερμένοιTempat cerita menjadi hidup. Temukan sekarang