Και ενώ ο Αλέξης με την Εύη πηγαίνουν ολοταχώς προς την πρώτη κατοικία του Νέιθαν, η Ιφιγένεια βρίσκεται χτυπημένη στο βρώμικο δάπεδο μιας παλιάς, έρημης και απόμερης αποθήκης.
Ο Νέιθαν βρίσκεται ακριβώς δίπλα της και την παρατηρεί με μία έκφραση χαράς. Κατά την γνώμη του σε λίγο καιρό η Ιφιγένεια θα ξεδιπλωθεί. Θα νιώσει τους δαίμονες να ανθίζουν στην σκέψη της, την δολοπλοκία να τυλίγει την ψυχή της, το χάος να κατασπαράζει τα σωθικά της.
Ο Νέιθαν έχει ως στόχο να αφυπνήσει την πραγματική πλευρά της Ιφιγένειας. Μια πλευρά, που σύμφωνα με αυτόν, υπάρχει σε κάθε άνθρωπο. Σε κάθε άνθρωπο, μεγάλο, μικρό, ήρεμο, επιθετικό. Σε κάθε ψυχή κατεστραμμένη ή όχι. Και αυτή η πλευρά είναι που τον αλλάζει. Που του εξάπτει μια δύναμη, μια αποφασιστικότητα, μια τρέλα η οποία παρουσιάζεται πιο διακριτά στις πράξεις και τα λόγια του και με τον καιρό καλύπτει κάθε φωτεινή πλευρά του μυαλού και της καρδιάς. Και αυτή η μαυρίλα μεγενθύνεται τόσο πολύ.. που μπορεί να γίνει αντιληπτή από μικρά καθημερινά σημάδια.
Η επιβλητική μορφή του σκύβει κοντά της και με μια ψυχρή φωνή ψιθυρίζει: 《Αγάπη μου, είναι ώρα να σηκωθείς.》Παράλληλα χαϊδεύει τα ξανθά της μαλλιά και ένα λαμπερό χαμόγελο εμφανίζεται στα χείλη του. 《Είναι η ώρα.. θα έχεις πολύ χρόνο να κοιμηθείς μετά.》 Η πρόταση του φάνηκε περισσότερο σαν απειλή παρά σαν καθησύχαση.
Σαν υπνωτισμένη, η Ιφιγένεια σηκώνεται στα δύο της πόδια μετά από αρκετή προσπάθεια. Το πρόσωπο της κοιτάζει προς το έδαφος ίσως από ντροπή, ίσως από φόβο, ίσως από απέχθεια. Όμως μια έντονη νευρικότητα κυριαρχεί στο σώμα της και αυτό φαίνεται μόνο αν την παρατηρήσεις πολύ ώρα. Μόνο μία κίνηση μπορεί να το επιβεβαιώσει. Η ελαφριά μα μονότονη και συνεχόμενη περιοδική κίνηση των δαχτύλων του αριστερού χεριού της. Αυτό θα το καταλάβαινε κανείς αν είχε την δυνατότητα να την κοιτάζει όσο θέλει, να την έχει ήδη παρατηρήσει τόσο πολύ έτσι ώστε να καταλάβει αυτήν την αλλαγή. Και ναι.. ο Νέιθαν είχε άπλετο χρόνο πριν να δει ό,τι ήθελε. Να εξετάσει κάθε εκατοστό του σώματος της, να μετρήσει τις ατέλειες και τις τελειότητες της. Αν ήταν ένας φυσιολογικός άνθρωπος θα την λυπόταν, θα την ερωτευόταν, θα ένιωθε οίκτο ή έλξη.
《Θέλω να με κοιτάς.》 Απαιτεί με την αυταρχική του φωνή ενώ φτάνει σε απόσταση αναπνοής από εκείνη.
《Γιατί; Για να δεις το έκθεμα που έφτιαξες;》 Απαντά και πάλι δυναμικά με φωνή που δεν προδίδει κανένα συναίσθημα.
![](https://img.wattpad.com/cover/158131016-288-k994311.jpg)
VOUS LISEZ
Κάθοδος: Ο Εμμονικός Απαγωγέας |✔
Action> Η απαγωγή της ήταν το τέλος του παλιού εαυτού της. Ήταν το τέλος του εγκληματικού μυαλού του. Ήταν η αρχή της έρευνας της αστυνομίας. Η αρχή του τέλους. Started: 08/09/2018 Finished: 10/07/2019 Covers by:weebnextdoor