Σε ένα μακρινό χωριό, ψηλά στα σκοτεινά βουνά των δαιμόνων, μία γυναίκα με βαμμένα κόκκινα χείλη και σοβαρό ύφος, περπατάει αργά. Βρίσκεται μέσα σε έναν μεγάλο πύργο με πολλούς ορόφους και χώρους. Αριστερά και δεξιά της υπάρχουν κόκκινες κολόνες που στηρίζουν το κτήριο και ανάμεσά τους είναι κρεμασμένοι πίνακες μεγάλης αξίας.
Μετά από λίγο η γυναίκα φτάνει μπροστά από μια μεγάλη δίφυλλη πόρτα, που έχει πάνω της ζωγραφισμένη μία γυναικεία μορφή με μεγάλα φτερά. Ξαφνικά η πόρτα ανοίγει και βγαίνει από μέσα ένας χαμογελαστός άντρας με σχιστά μάτια.
«Α, Ελρόβια! Το αφεντικό σε περιμένει!» της λέει ο άντρας δείχνοντας πίσω του.
«Σε αυτόν πήγαινα. Εσύ δεν έχεις καμιά δουλειά να κάνεις Έιτζι;» λέει εκείνη σοβαρή περνώντας από δίπλα του.
«Αυστηρή όπως πάντα, έτσι;» λέει ο άνδρας τρίβοντας άβολα το κεφάλι του «Πρόσεχε τι θα του πεις, Ελρόβια. Δεν έχει τα κέφια του σήμερα. Οι ειρηνοποιοί κατέλαβαν την Ζένσα και οι δουλειά μας γίνεται δυσκολότερη.»
«Χμφ. Τότε δεν θα χαρεί με αυτό που έχω να του πω.» απαντάει η γυναίκα και περνάει την πόρτα. Κάνει μερικά βήματα μέσα στο σκοτεινό δωμάτιο. Απέναντί της στέκεται ένας μυώδης άντρας, που παρατηρεί έναν μεγάλο χάρτη κρεμασμένο στον τοίχο.
«Τι συμβαίνει Ελρόβια;» λέει ο άντρας με την βαριά φωνή χωρίς να γυρίσει να την κοιτάξει.
«Κύριε, εντοπίσαμε την Μάγιουμι και τον Άιβαν. Βρίσκονται στο χωριό Ντελούπια. Είναι πιθανό πως πήγαν εκεί για να πάρουν εκδίκηση από τους δολοφόνους του Ντόρου και του Μόρις. Ποια είναι η εντολή σας;» ρωτάει η γυναίκα με το σοβαρό της βλέμμα.
«Αυτοί οι δύο...» ψιθυρίζει ο άντρας εκνευρισμένος σφίγγοντας τις γροθιές του «Μάζεψέ τους όλους. Θα επισκεφτούμε εκείνο το χωριό.» συνεχίζει καρφώνοντάς το με ένα σίδερο στον χάρτη.
Στην Ντελούπια συνεχίζει να επικρατεί το χάος. Κόσμος σκοτώνεται και κόσμος σκοτώνει. Παιδιά μένουν ορφανά, καθώς γονείς παλεύουν για να τα προστατέψουν. Τα περισσότερα σπίτια και μαγαζιά έχουν πλέον καταστραφεί.
Κάπου μέσα στο χωριό το κορίτσι-δαίμονας με το όνομα Μάγιουμι, είναι αποφασισμένο να σκοτώσει τη Ρένα και όσους βρίσκονται κοντά της, όπως την Χίτομι και τον Κόταρο, τον επαναστάτη που ήρθε στο χωριό με τον Μπάρι.
«Πάρε αυτό! Φλογερός Φοίνικας!» φωνάζει ο άντρας απλώνοντας τα χέρια του προς την Μάγιουμι και ξαφνικά δημιουργείται μία τεράστια φωτιά σε σχήμα φοίνικα. Η επίθεση φτάνει με μεγάλη ταχύτητα στο κορίτσι, το οποίο πετάει ψηλά γελώντας πονηρά.
YOU ARE READING
YAMI
AdventureΟ δεκαεξάχρονος Χακάσι Κόγιαμα ζει μια ζώη μέσα στην πόλη του κρύβοντας τις δυνάμεις του. Κανένας δεν επιτρέπεται να τις χρησιμοποιεί, καθώς θα υπάρξουν σημαντικές συνέπειες εάν πιαστεί. Όλη του τη ζώη ονειρεύεται την στιγμή που θα δραπετεύσει απ' τ...