Η αντανάκλαση του χάους

11 3 4
                                    

Οι κυνηγοί, μετά από τη σκηνή που είχαν δει να διαδραματίζεται μπροστά στα έκπληκτα μάτια τους, είχαν γυρίσει πίσω στον αρχηγό τους εξιστορώντας του τα όσα είχαν συμβεί. Ο Άντον ήταν εξοργισμένος, σκέφτηκε όμως ότι ήταν η ευκαιρία του για να τους στρέψει όλους ενάντια στη μαγεία. Έτσι μετά από την ανακοίνωσή του για μαζική συνάντηση, λέγοντας στον κόσμο ότι πρέπει να τους μιλήσει για έναν μεγάλο κίνδυνο, την ίδια μέρα κιόλας το πλήθος είχε μαζευτεί.
- Σας κάλεσα σήμερα γιατί πρέπει να σας προειδοποιήσω. Κινδυνεύουμε όλοι! Θα έχετε ακούσει ότι η μαγεία είναι στο αποκορύφωμά της και μας απειλεί. Όλα αυτά τα χρόνια έχω προσπαθήσει να σας προστατέψω, εσάς και τα παιδιά σας από τον ίδιο το Διάβολο! Όμως τώρα αντιμετωπίζουμε κάτι πολύ ισχυρό, κάτι που μπορεί να μας αφανίσει όλους! Γι αυτό σας θέλω όλους στο πλευρό μου! Αν είμαστε όλοι μαζί σε αυτή τη μάχη τότε θα τα καταφέρουμε! Υπάρχει κάποια που έχει τη δύναμη να ανασταίνει ακόμα και νεκρούς, το είδαν με τα ίδια τους τα μάτια οι άντρες μου! Καταλαβαίνετε λοιπόν ότι μια τέτοια δύναμη μπορεί να πηγάζει μόνο από τον Διάβολο! Πρέπει να την πολεμήσουμε και να την εξαφανίσουμε πριν να είναι πολύ αργά.
Ακούγοντας τα λόγια του κάποιος από το πλήθος του φώναξε.
- Και πως θα μπορέσουμε εμείς να παλέψουμε εναντίον της και να την νικήσουμε; Θα μας σκοτώσει όλους! Δεν έχουμε δυνάμεις όπως εκείνη, ο ίδιος ο Διάβολος την βοηθάει!
- Ναι είναι αλήθεια ότι δεν έχουμε δυνάμεις, όμως έχουμε κάτι πολύ ισχυρό ένα όπλο που εκείνη δεν ξέρει καν την ύπαρξή του. Με αυτό μπορούμε να σκοτώσουμε τη μάγισσα! Φώναξε με βροντερή φωνή ο Αντον, υψώνοντας προς τον ουρανό για να το δουν όλοι ένα μεγάλο δόρυ. Ήταν ασημένιο με κάποια σύμβολα χαραγμένα πάνω του. Αυτό το δόρυ το είχαν στην κατοχή τους οι πρόγονοί μας, ήταν και είναι το πιο ισχυρό όπλο εναντίον των μαγισσών. Μόλις το βουτήξω σε αυτή την σκόνη και το καρφώσω στην καρδιά της μάγισσας, εκείνη θα είναι παρελθόν! Φώναξε δείχνοντας την μαύρη σκόνη που κρατούσε μέσα σε ένα ανοιχτό πουγκί στο χέρι του. Το πλήθος άρχισε να ζητοκραυγάζει.
- Κι εμείς τι μπορούμε να κάνουμε; Τον ρώτησε ο ίδιος άνθρωπος που είχε μιλήσει νωρίτερα. Ήταν ένας κοντός τύπος με μεγάλο μουστάκι.
- Ακούστε με καλά! Αυτό που θέλω από εσάς είναι να επιτεθείτε και να κάψετε κάθε σπίτι μάγισσας και μάγου να αιχμαλωτίσετε κάθε έναν που ασκεί την μαγεία χωρίς διακρίσεις. Θέλω να μου φέρετε άντρες, γυναίκες και παιδιά! Ακόμα και τα ζώα τους, μπορεί να είναι όργανα των δαιμόνων! Έτσι η μάγισσα θα μείνει μόνη της χωρίς κανέναν να την βοηθήσει και τότε θα την εξαφανίσω. Όπως και κάθε είδος μαγείας! Φώναξε ο Άντον. Έτσι κι έγινε λοιπόν, ξεκίνησε ένα εκτός ελέγχου κυνήγι μαγισσών.
Στο σπίτι της Γκριχίλντα η Γκρέις και ο Ίθαν ήταν καθισμένοι μπροστά στο παράθυρο και μιλούσαν ζωηρά, προσπαθώντας να αφήσουν πίσω τους όλα όσα είχαν συμβεί εκείνη την μέρα αλλά και να γνωριστούν καλύτερα. Στο δωμάτιο μπήκαν ο Λουκ και η Φρέγια.
- Φρέγια μου είσαι εντάξει; Την ρώτησε η Γκρέις.
- Ναι, είμαι καλά μην ανησυχείς. Απάντησε η Φρέγια δίνοντας της μια τρυφερή αγκαλιά. Τον λόγο πήρε ο Ίθαν.
- Φρέγια, ξέρω ότι νοιάζεσαι πολύ τον αδελφό μου και δεν ξέρω πως το κατάφερες αλλά πραγματικά τον έσωσες... Σε ευχαριστώ πολύ Φρέγια, χάρη σε σένα έχω τον αδελφό μου. Της είπε και την αγκάλιασε. Η κοπέλα ξαφνιάστηκε, όμως ανταπέδωσε αμέσως την αγκαλιά. Έπειτα έκατσαν όλοι μαζί να φάνε καθώς ήταν εξαντλημένοι. Η Γκριχίλντα είχε φτιάξει μια πολύ νόστιμη σούπα με λαχανικά, η οποία ήταν ότι ακριβώς χρειάζονταν για να ανακτήσουν γρήγορα τις δυνάμεις τους. Όλα είχαν επανέλθει στο φυσιολογικό τους, κάνοντας έτσι τα παιδιά να ξεχαστούν για λίγο και να συζητούν ανέμελα σαν να ήταν απλά φυσιολογικά παιδιά... Όλα έμοιαζαν ήσυχα και τα γεγονότα εκείνης της μέρας φάνταζαν μακρινά, όμως αυτό έμελε να αλλάξει από στιγμή σε στιγμή... Η Φρέγια είχε βολευτεί στην αγκαλιά του Λουκ και απολάμβανε την κάθε στιγμή, ενώ την ίδια στιγμή ο Ίθαν με την Γκρέις ανακαλυπταν σιγά πόσα κοινά είχαν. Λίγη ώρα μετά το χτύπημα της πόρτας  διέκοψε τις συζητήσεις τους, κάνοντάς τους να στρέψουν το βλέμμα προς εκεί με μια ανησυχία να τους διακατέχει. Η Γκριχίλντα πήγε να ανοίξει την πόρτα και κάνεις τους δεν περίμενε να αντικρυσει την Λορέιν... Η Φρέγια πετάχτηκε όρθια από την θέση της.
- Μαμά! Αναφώνησε και κατευθύνθηκε με γρήγορα βήματα προς την μητέρα της.
- Κοριτσάκι μου... Είπε η Λορέιν αγκαλιάζοντας σφιχτά την κόρη της. Μόλις έσπασαν την επαφή τους, η Φρέγια άρχισε τις ερωτήσεις.
- Τι κάνεις εδώ; Νόμιζα πως είχαμε συμφωνήσει να γυρίσεις πίσω στα αδέλφια μου και τον μπαμπά. Της είπε.
- Φρέγια μου, δεν είναι δυνατόν να ξέρω ότι κινδυνεύεις και να είμαι μακρυά. Φοβόμουν κάθε στιγμή για σένα, σε σκεφτόμουν καθημερινά. Της είπε χαϊδεύοντας τα μαλλιά της.
- Μπορεί να σου είπα να φύγεις, αλλά χαίρομαι πολύ που είσαι εδώ... Παραδέχτηκε η Φρέγια, στην οποία είχε δώσει μεγάλη χαρά η άφιξη της μητέρας της. Αγκαλιάστηκαν για μια ακόμα φορά κι έπειτα η Λορέιν χαιρέτησε και τους υπόλοιπους. Είχε περάσει αρκετή ώρα από την ώρα που είχε έρθει η Λορέιν και τα παιδιά μαζί με την Γκριχίλντα της είχα εξιστορήσει όσα είχαν συμβεί. Ξαφνικά άκουσαν ένα απόκοσμο ουρλιαχτό. Βγήκαν με μιας όλοι έξω από το σπίτι και διαπίστωσαν με μεγάλη φρίκη, ότι πολλά σπίτια κάτω στο χωριό καίγονταν. Η εικόνα ήταν τραγική.
- Τι συμβαίνει; Δεν είναι δυνατόν. Πρέπει να τους βοηθήσουμε! Ίσως να μπορώ με τις δυνάμεις μου να κάνω κάτι.
- Φρέγια όχι! Αυτό είναι ολοφάνερα παγίδα... Αν χρησιμοποιήσεις τις δυνάμεις σου θα τους δείξεις αμέσως που είσαι, επίσης αυτά τα περιστατικά δεν είναι τυχαία. Είπε η Λορέιν πιάνοντας σφιχτά την κόρη της από τον καρπό της. Έπειτα στράφηκε στην Γκριχίλντα.
- Αυτό μόνο ένα πράγμα μπορεί να σημαίνει. Πολύ φοβάμαι ότι, η μέρα που φοβόμασταν τόσο καιρό έφτασε. Παιδιά πρέπει να φύγετε από εδώ, πρέπει να κρυφτείτε! Είναι οι Κυνηγοί  πίσω από αυτήν την επίθεση σίγουρα... Έχουν στρέψει το πλήθος εναντίον μας...
- Πρέπει να τους σταματήσουμε! Δεν μπορούμε να αφήσουμε τον κόσμο αβοήθητο. Είναι αθώοι άνθρωποι! Φώναξε ο Λουκ.
- Ο Λουκ έχει δίκιο γιαγιά! Δεν μπορούμε να μείνουμε άπραγοι!
- Ο πατέρας μας θα πληρώσει και γι αυτό... Είπαν με την σειρά τους η Γκρέις κι έπειτα ο Ίθαν.
- Παιδιά ακούστε. Όλοι θέλουμε να βοηθήσουμε, όμως αυτό στην προκειμένη περίπτωση δεν μπορεί να γίνει... Αν προσπαθήσουμε να κάνουμε κάτι τώρα, θα μας αιχμαλωτίσουν κι έπειτα όλοι αυτοί οι άνθρωποι δεν θα έχουν καμία ελπίδα... Προσπάθησε να τους λογικέψει η Γκριχίλντα. Τελικά όλοι συμφώνησαν και συνεργάστηκα έτσι ώστε να προστατέψουν το σπίτι κάνοντας διαφορά μαγικά ξόρκια. Εκείνο το βράδυ όλοι έμειναν ξάγρυπνοι. Κανένας δεν μπορούσε να κοιμηθεί καθώς άκουγαν ξανά και ξανά στ' αυτιά τους τις απελπισμένες κραυγές και ικεσίες των κατοίκων του χωριού. Στα μάτια της Φρέγια εκείνη την νύχτα καθρεφτίστηκαν οι φλόγες και στην μνήμη της χαράχτηκαν οι φωνές των ανθρώπων και τα κλάματα των παιδιών. Το χάος ήταν μπροστά της και αντανακλούσε στα καταπράσινα μάτια της... Έπρεπε να πάρει στα χέρια της τον Κρύσταλλο της Φωτιάς με κάθε κόστος, έπρεπε να βάλει ένα τέλος στον εφιάλτη...

Πέρα από τα όρια της πραγματικότηταςTempat cerita menjadi hidup. Temukan sekarang