''' λίγες ώρες πριν την ληστεία. '''
Έστελνε την γυναίκα που αγαπούσε να παίξει το θυμα στο άρρωστο σχέδιο του , μόλις εκείνη βγήκε έξω από το σπίτι τους εμεινε μόνος του με τους δαίμονες του μυαλού του , δύο φωνές ακουγωντουσαν , και οι δύο δικές του ή μία φωνή να του λέει να κάνει πίσω όσο είναι νωρίς και ή άλλη να τον σπρώχνει στο τέρμα ( ή δεύτερη ήταν πιο δυνατη. Ή δεύτερη πηρε τον έλεγχο. )
Τα μεγάλα μάτια του ψυχρά και ανεκφραστα ξεκλιδωσε την πόρτα της ντουλάπας βγάζοντας από μέσα δύο χειροπιστολα τα οποία έδεσε πάνω του κάτω από την μπλουζά του ( - δεν τα χρειάζομαι καν , σκευτηκε, μα απολαμβανω το χάος που προκαλούν )
Τα μαλλιά και το πρόσωπο του κάλυψαν μία μαύρη μάσκα του κλέφτη ενώ ο δαίμονας του σκοτείνιασε περισσότερο τα μάτια .Μπαίνοντας στο αμάξι του πάτησε την ταχύτητα στο μάξιμουμ , προσπερνώντας όλα τα αμάξια άγρια και ατσαλα κοντευοντας να βγάλει πολλους από τον δρόμο
Έφτασε έξω από την τράπεζα και ή ανάσα του έγινε γρήγορη όχι από φόβο όχι από ανχος μα από ενθουσιασμόΜόλις το σώμα του πέρασε από την πόρτα το χέρι του γλίστρησε κάτω από την μπλουζά του τραβώντας το όπλο του έξω .
Το σημάδεψε ψηλά ρίχνοντάς μία εκκωφαντικη βολή στο ψηλό ταβάνι , ή σφαίρα χτυπησε ένα γυάλινο τζάμι κάνοντας το να σπάσει σε μικρά κομματάκια που έπεσαν στα πόδια του μανωλη αστραφτοντας στο φως που μπήκε απ το σπασμένο παράθυρο
Όλοι γυρησαν στο μέρος του πυροβολισμόυ ξαφνιασμένοι" ΟΛΟΙ ΚΑΤΩ ΡΕ " Ρίχνοντας μία δεύτερη βολή όσοι ήτανε στην είσοδο της τράπεζας έπεσαν στα γόνατα , μερικοί εκλεγαν , άλλοι προσευχονταν , ανοίγοντας τον δρόμο στον μανωλη να πέρασει στην μεγάλη αίθουσα της τράπεζας . Σαν να έγινε για μία στιγμή αόρατος πέρασε ύπουλα σαν φιδι ανάμεσα απο τους πολίτες , και βρέθηκε πίσω της ....
Όσο την κρατούσε στα χέρια του όσο άκουγε τα κλάματα της οι δυο φωνες στο μυαλό του πάλευαν , ή δαιμονική νικούσε ενώ ότι έμεινε από τον άγγελο παρακολουθούσε αδύναμα ... σε μία στιγμή δύναμης όμως ο άγγελος ακούστηκε " τζέιν είμαι εδω" και ύστερα ...σωπασε
Ή Τζέιν λυποθυμισε στα χέρια του τότε ο δαίμονας συνέχισε την δουλειά του την ακούμπησε κάτω σηκώνοντας ξανά το όπλο του κάτω
" ΛΥΠΟΘΗΜΙΣΕ ΡΕ ΓΑΜΩ ΤΟ ΚΕΡΑΤΟ ΜΟΥ ΑΠΛΑ ΑΝΟΙΞΤΕ ΤΑ ΤΑΜΊΑ ΓΙΑΤΙ ΟΡΚΙΖΟΜΑΙ ΠΩΣ ΘΑ ΣΑς ΣΚΟΤΏΣΩ ΟΛΟΥΣ ΕΔΩ ΜΕΣΑ , ΟΥΤΕ ΠΑΙΔΊ ΟΥΤΕ ΓΈΡΟ ΔΕΝ ΘΑ ΑΦΗΣΩ ΝΑ ΣΤΕΚΕΤΕ "