Κεφαλαιο LXXVIII • ΑΛΕΞΗΣ *****

3.2K 271 10
                                    

«Δεν μπορώ»
«Μπορείς.Φυσικα και μπορείς.Μολις τον δεις θα νιώσεις Καλυτερα.Θα δεις.Ειναι ένας γλύκας.Και όλο χαμογελάει.Και....»λέει και σταματάει την πρόταση του.

«Και τι;»λέω.
«Θα δεις»μου λέει.
«Δεν νομίζω να μπορώ.Να τον μεγαλώσω μόνος μου...»λέω.

Θα το κάναμε με την Ζωή.
Και δεν φόβομουν.
Αλλά τώρα;Τώρα δεν ξέρω τίποτα.

«Μπορείς.Η Ζωή σου αφησε ότι πιο σημαντικό είχε.Οτι πιο σημαντικό έχετε.Και μπορεί να έφυγε αλλά είναι δικό σας.Ο Δημητράκης είναι δικός σου και της Ζωής.Οτι και να γίνει.Αυτο δεν αλλάζει.»λέει.
«Και αν κάνω κάτι λάθος;»λέω.
«Τίποτα δεν θα κανείς λάθος.Στο υπογράφω.Δεν είσαι μόνος σου Αλέξη.Μπορει να νομίζεις ότι είσαι αλλά δεν είσαι.Εχεις τον γιο σου και το πειστευεις η όχι θα σε βοηθήσει στην θλίψη σου.Πρεπει να σκέφτεσε για δυο πλέον»λέει.

Να σκέφτομαι για δυο...
Από τρεις γίναμε δυο...

«Έπρεπε να είναι και η Ζωή εδώ...»λέω.
«Έπρεπε.Αλλα δεν είναι.Ειναι όμως ο Δημήτρης.Και πάντα μέσα του θα κρύβεται ένα κομμάτι της Ζωής...»
«Κάθε φορά που λέω η ακούω το όνομα της πονάω...»λέω.
«Δεν νομίζω να περάσει ποτέ αυτό.Απλα το συνηθίζεις.Συνηθιζεις τον πονο.Και μαθαινεις να ζεις με αυτόν....»λέει.

«Θα έρθεις μαζί μου;»λέω.

Καθόμαστε έξω από την πόρτα του....
Του γιου μου...

«Όχι.Θα φυγω.Με περιμένει ο Φίλιππος.Ετσι και αλλιώς αυτό είναι κάτι που πρέπει να κανείς μόνος σου»λέει.
«Ξέρεις τι Βασίλη;»λέω.
«Τι;»
«Κάθε βράδυ κοροϊδεύω τον εαυτό μου ότι είναι ακόμα εδώ.Ετσι με πέρνει ο ύπνος.Ειναι κακό αυτό;»λέω και γελάει.

«Όχι.Αυτο είναι ανθρώπινο»λέει.
«Νομίζω είμαι έτοιμος...»λέω.
«Εγώ νομίζω πάντα ήσουν έτοιμος».
«Σε ευχαριστώ»λέω σιγά και χτυπάει απαλά την πλάτη μου.

Όταν φεύγει,παιρνω όλο το θάρρος και ανοίγω την πόρτα.

Το δωμάτιο του Δημήτρη.
Που το φτιάξαμε μαζί με την Ζωή.

«Αγορι μου...»λέει η Ροζιτα.
«Κοιμάται;»ρωτάω
«Όχι.Ειναι στην κούνια του»λέει και πλησιάζω.

Νιώθω την καρδιά μου να πάει γρήγορα.

Όταν φτάνω στην κούνια κατεβάζω τα μάτια μου.

Και τον βλέπω.

Δεν το πειστευω....

Να τα.Αυτα τα μάτια.Που είχα τόσο καιρό να τα δω.Ειναι μπροστά μου.Και με κοιτάνε.

«Δεν μπορώ να το κάνω...»λέω και του γυρνάω την πλάτη.

Νιωθω το κενό πάλι στην καρδιά μου...

«Μπορείς αγορι μου.Μπορεις.Και αυτός μόνο εσένα έχει»λέει και με αγκαλιάζει.
«Έχει....»λέω.
«Τα μάτια της.Το ξέρω.Εχει ακριβώς τα μάτια της»λέει.

«Όταν σε κοιτώ,βλέπω το μέλλον μου μαζί σου.Και ξέρεις τι;Είναι υπεροχο...»της είχα πει.Και τώρα;

«Κακό είναι αυτό όμως;»λέει.

Δεν ξέρω αν είναι κακό αλλά εμένα θα με ποναει κάθε φορά που τον κοιταω.

«Φεύγω.Κοιτα τον.Θα νιώσεις Καλυτερα...»λέει και ανοίγει η πόρτα και εξαφανίζεται.

Γυρνάω σιγά σιγά και τον πλησιάζω.
Σκύβω και τον βγάζω από την κούνια και τον κρατάω στην αγκαλιά μου.

Είναι ακριβώς.
Ακριβώς τα μάτια της Ζωής.

Είναι περιεγο.
Αυτά τα μάτια να μην τα βλέπω στο πρόσωπο της Ζωής,και να τα βλέπω άλλου.

Είναι πανέμορφος.
Έχει τα μαλλιά που είχα εγώ μικρός.
Και γελάει.Χαμογελαει.

«Γεια σου Δημήτρη»λέω και σηκώνει το βλέμμα του λες και με κατάλαβε.

«Δεν πρόλαβες να γνωρίσεις την μαμά.Αλλα εχεις εμένα τώρα.Οκ;Και όλα θα πάνε καλά»του λέω και του φιλάω το κεφάλι.

«Μείναμε εγώ και εσυ...»

"Όταν Με Κοιτάς"Where stories live. Discover now