Κεφαλαιο XLIII • ΖΩΗ

2.8K 289 23
                                    

Φιλάω την εικόνα και βγαίνω έξω.

Με περιμενε.
«Εντάξει;»λέει
«Ναι.Σε ευχαριστώ που με περίμενες»
«Φυσικά και θα σε περιμενα»λέει.

«Έλα.Θα σε πάω κάπου Ωραια σήμερα»λέει και μπαίνουμε στο αμάξι.

Είχαμε πολλές μέρες να βγούμε.Ο μπαμπάς μου θα αργήσει σήμερα αρα ήταν ευκαιρία.

Ευτυχώς που έχουμε και το σχολειο και τον βλέπω.

Μου λείπει.
Όταν δεν τον βλέπω μου λείπει.

Οδηγάει για κανένα μισάωρο.Οταν φτάσαμε είχε βραδιάσει.

«Φτάσαμε»λέει και μου ανοίγει την πόρτα.

Με έφερε κάπου που φενοταν όλη η Αθηνα.Και επειδή ήταν βράδυ φενοντουσαν τα φώτα.

Ουαου.

«Είναι πανέμορφα...»λέω
«Το ήξερα ότι θα σαρεσει»λέει και κάθεται  στον καπό του αυτοκινήτου του.

«Έλα»λέει.
«Καλυτερα όχι.Αν το γρατζουνισουμε;»λέω.
«Σιγά.Σιδερα είναι.Ελα»λέει και μου δίνει το χέρι του και καθομαι διπλα του.

Έχει κρυο.
Έτριψα τα χέρια μου και μάλλον το κατάλαβε ο Αλέξης και πήγε μέσα στο αυτοκινητο και βγήκε με ένα φούτερ.
«Βάλτο μην μου αρρωστήσεις.Εισαι και κοκαλιάρα...»λέει και τον σπρωχνω.
«Δεν είμαι κοκαλιάρα...»
«Είσαι αλλά θα το φτιάξουμε αυτό...»λέει και το βάζω.

Ζεστάθηκα κατευθείαν.

«Πολύ Ωραια είναι εδώ...»λέω
«Είναι»

Παιρνω μια ανάσα και το λέω.
Είναι δύσκολο για μένα επειδή δεν το έχω ξαναπεί αλλά νομίζω έτσι νιώθω.

«Αλέξη;»
«Ναι ματάκια μου...»λέει και γελάω.

Ματάκια του...

«Θέλω να σου πω κάτι»λέω και γυρνάει να με δει.

«Σήμερα.Στην εκκλησία.Μιλησα στον Θεο για σένα»λέω και γουρλώνει τα μάτια του.
«Αλήθεια;»
«Ναι αλήθεια.Και ξέρεις τι;»
«Τι;»
«Είναι η δεύτερη φορά που Του μιλάω με κάποιον.Πρωτη φορά για την μαμά μου και  τώρα για σένα.Του λέω μόνο για άτομα που...»λέω.
«Που τι;»με ρωτάει.
«Που αγαπώ...»λέω σιγά και βλέπω το βλέμμα του άλλαξε αμέσως.

Χαμογέλασε.

Έρχεται κοντά και βάζει τα χέρια του γύρω μου και με αγκαλιάζει.

«Χερομαι.Που μίλησες στον Θεο Σου για μένα.Αυτο είναι σημαντικό.Και να ξέρεις  ότι και εγώ σαγαπαω.Και ότι και να πουν δεν με νοιαζει.Εγω θα συνεχίσω να σαγαπαω»λέει.

Τι;

Απομακρύνομαι.

«Τι ενοεις ότι και να πουν;»λέω.
Κουνάει το κεφάλι του.
«Ξεχνά το.Τιποτα»λέει.

Προφανως κάτι του είπαν.
Κάτι κακό.
Για μένα.

«Τι Αλέξη;»
«Αλήθεια δεν έχει σημασία.Σκασιλα μου τι λένε.Να κοιτάνε την ζωή τους Καλυτερα.Δεν με νοιάζει.Και ξέρεις γιατί;»λέει.

«Γιατί αν έχω αυτά τα ματάκια διπλα μου δεν με νοιαζει...»λέει και φιλάει το δεξί μου ματι και μετά το αριστερό.

«Είσαι υπέροχη...»λέει και μου χαϊδεύει το μάγουλο.
«Όχι.Εσυ είσαι υπέροχος»λέω και κολλάει τα χείλη του στα δικά μου.

Και δεν ήταν σαν τα αλλά φιλια.
Τα αλλά κράταγανε λίγο.
Αυτό κράτησε πολύ.

Κάποια στιγμή φίλησε το αυτί μου και ένιωσα πολύ περίεργα.

Μετά φίλησε τον λαιμό μου.Και μου άρεσε.Στην αρχή μου άρεσε.

Αλλά μετά θυμηθηκα εκείνη την μέρα.
Στο δωμάτιο μου.
Με τον φίλο του μπαμπά μου.

Εκει με φίλησε.Στον λαιμό.

Μου ήρθε πάλι όλο στο μυαλό.
Ακόμα και η μυρωδιά του αλκοόλ που είχε.

«Μην!»λέω αλλά δεν σταματάει.

Γιατί δεν σταματάει;

«Αλέξη είπα μη!»λέω και τον σπρωχνω δυνατά.

Σηκωνομαι από το αμάξι.
«Ζωή;Συγνώμη δεν...δεν ήθελα να σε κάνω να νιώσεις ασχημα...»λέει και φενεται στεναχωρημένος.
«Δεν φταις εσυ Αλέξη.Απλα....»
«Τι;»
«Απλά μην με φιλάς στον λαιμό οκ;»λέω
«Συγνώμη....»λέει Καη έρχεται κοντά μου.

Μου πιάνει το χέρι.
«Εσυ τρέμεις.Γιατι τρέμεις;Τι έγινε;»λέει.

Τρέμω;Ούτε που το κατάλαβα.

«Τίποτα τίποτα...δεν φταις εσυ...»λέω και βάζω τα χέρι μου γύρω από την μέση του.

«Συγνώμη.Δεν φταις εσυ...»λέω
«Τότε;Τι έγινε;»λέει.
«Τίποτα»
«Τι τίποτα Ζωή;Ανησυχώ.Εχει γίνει κάτι;»
«Όχι.Οχι.Τι να έχει γίνει;»λέω
«Δεν ξέρω.Φενεσαι τρομαγμένη.Ελπιζω να μην με φοβάσαι;Γιατί ποτέ δεν θα σου εκανα κάτι κακό.Ποτε!»λέει και τον σφιγγω.

«Το ξέρω Αλέξη.Εσυ ποτέ δεν θα μου έκανες τίποτα κακό...»

Νομίζω έχει δίκαιο ο Θεός.
Με την αγαπη θεραπεύονται όλες οι κακές πλευρές τις ζωής.

Γιατί μπορεί τώρα που με αγκαλιάζει να πονάει όλο μου το σώμα από τις μελανιές αλλά δεν με νοιαζει.

Γιατι νιώθω ασφάλεια.Κατι που δεν ένιωθα ποτέ πριν.

"Όταν Με Κοιτάς"Donde viven las historias. Descúbrelo ahora