Κεφαλαιο VIII • ΑΛΕΞΗΣ

3K 301 23
                                    

Δεν την βλέπω πουθενά.Που είναι.Αφου όλο το σχολειο τρώει εδώ.Πως γίνετε μόνο αυτή να λείπει;

Έχουμε κάτσει να φαμε.Και όλο το σχολειο είναι στα τραπέζια.

Εκτός από την Ζωή...

«Δεν είναι εδώ»λέει ο Παρις διπλα μου.
«Τι;Δεν ξέρω τι ενοεις...»λέω και τρωω το μήλο μου.
«Μας έπεισες...»λέει σιγά και γελάει.

«Και ήταν τόσο χαζή αυτή που της λέω «κοπέλα μου χάνεις λάδια;»λέει η Βαλια.

Σκοτώστε με...

Έχει δεν ξέρω και εγώ πόση ώρα και μιλάει...
μιλάει...
μιλάει...
μιλάει...

Απορώ αν καταλαβαίνει κανείς τι λέει.

«Καλά της ειπες»λέει ο Ζησης.

Τελικά καταλαβαίνει.

«Γη καλεί Αλέξη..»λέει ο Θοδωρής.
«Ναι.Ακουω.Χανει λάδια»λέω
«Θα έρθεις το απόγευμα;»
«Που;»λέω
«Σπιτι μου.Θα μαζευτούμε εκει.Θα έρθεις ε;»λέει η Βαλια.
«Δεν....»
«Φυσικά και θα έρθει.Θα πάω να τον πάρω εγώ ο ίδιος.Ετσι ξάδερφε;»μου λέει.

Θέλω να πω όχι.Αλλα έτσι πως με κοιτάνε όλοι.
«Εντάξει...»λέω.
«Θα περάσουμε Ωραια θα δεις»λέει η Βαλια και μου πιάνει το χέρι.

Το βγάζω γρήγορα.
«Ανηπομονω...»λέω.

Όταν σχολασαμε βγηκα έξω γρήγορα.Ευτυχως σήμερα ήρθα με το αμάξι μου.

Βλέπω τη Ζωή.Βγαινει αλλά δεν φεύγει από την ίδια κατεύθυνση.Παει από την άλλη.Παλι με τα πόδια.

Καλυτερα να φυγω.Ναι.Την έχω πριξει.

Μπαινω στο αμάξι και πάω να βαλω μπρος αλλά την ξανακοιταω.Το κορδόνι της ήταν λυτό.

Όταν ήμουν μικρός έσπασα το πόδι μου επειδή πάτησα το κορδόνι μου.

Βγαίνω γρήγορα και κλειδώνω το αμάξι.

«Το κορδόνι σου»της λέω και γυρνάει να με δει.
«Ορίστε;»λέει.
«Το κορδόνι σου»λέω και κοιτάει κάτω και το βλέπει.Παει να αφήσει τα βιβλία της κάτω για να το δέσει αλλά τα παιρνω γρήγορα στα χέρια μου.
«Τα κρατάω εγώ...»λέω.

Όταν τα έδεσε τα πήρε γρήγορα και συνέχισε το δρόμο της.

Καμία σημασία δεν μου δίνει.
Ούτε που με κοιτάει.

«Από εδώ πας;»της λέω
«Ναι»λέει
«Κοιτά να δεις σύμπτωση.Και εγώ»λέω και περπατάω διπλα της.
«Με τα πόδια;Δεν εχεις αμάξι;»μου λέει
«Όχι;»λέω.

Αυτό ήταν ερώτηση Αλέξη.
Δεν ακουστικές και πολύ σίγουρος.

«Όχι!Ηρθα με τα πόδια σήμερα»λέω.

Τώρα Καλυτερα.Πολυ Καλυτερα.

«Που πας;Δεν πας σπιτι σου;»την ρωτάω.
«Όχι»μιλάει
«Πας στο αγορι σου;»λέω και γυρνάει να με κοιτάξει.Οχι με το βλέμμα που ηλπιζα.Και δεν απαντάει έτσι πως ήθελα.

«Με κοροϊδεύεις;»λέει
Τι είπα πάλι;
«Όχι...;»λέω
«Δεν έχω αγορι»λέει αποτομα.

Γιατί νόμιζε ότι την κοροϊδεύω;

Τουλάχιστον δεν έχει...

Μην εμφανιστεί κάνεις και με χτυπήσει.Δεν θα είχε και άδικο.

«Και που πας τότε;»
«Δουλειά»λέει
Δουλεύει;
«Τι δουλειά;»λέω.

Ξεκολα από την ζωή σου Αλέξη...
Την έπρηξες...

«Προσέχω παιδάκια που και που»λέει

Φυσικά και πρόσεχει...

«Σαρεσει;Να τα προσεχεις εννοώ;»
«Ναι...»λέει.

Γιατί απαντάει μονολεκτικά;
Ούτε που με κοιτάει.
Γαμωτο.

Θα φυγω.Την έπαιξα.

«Δεν είναι κάτι καθημερινό.Καμια φορά μετά το σχολειο ή τα βραδια που βγαίνουν ή τα Σαββατοκύριακα»λέει.

Παίζει να είναι η μεγαλύτερη πρόταση που έχω ακούσει να βγαίνει από το στόμα της.

Και ήμουν έτοιμος να φυγω.

«Τι ωραια.Αμα σαρεσει γιατί όχι;»λέω
«Καλά είναι»λέει

Τώρα;

«Βγάζω και σκύλους βόλτα καμία φορά»λέει.
«Σκύλους;Αλήθεια;Πάντα ήθελα έναν σκύλο»λέω.

Η μαμά μου δεν τα θέλει.

«Και εγώ!»λέει ενθουσιασμένα και βάζει το χέρι της στον ώμο μου και μόλις καταλαβαίνει τι έκανε το έβγαλε γρήγορο.

Όχι όχι μην το βγάλεις...

Έκανε ένα βήμα μακριά μου.

Τέλεια...

«Εφτασα»λέω και μου δείχνει το σπιτι.
«Οκ.Καλη δουλειά τότε.Τα λέμε αύριο»λέω
«Ευχαριστώ....»λέει κοιταζοντας άλλου.
«Μην ευχαριστείς.Ετσι και αλλιώς από εδώ πέρναγα»λέω και γύρισε και έφυγε.

Μην δεν έπρεπε να το πω αυτό;
Ναι ναι δεν έπρεπε...

«Έτσι και αλλιώς από εδώ πέρναγα..»

Βλακείες λες Αλέξη.Βλακειες.

Μόλις μπαινει μέσα κάνω αναστροφή και πάω πάλι σχολειο να πάρω το αμάξι.

«Έτσι και αλλιώς από εδώ πέρναγα...»
Λέω κοροϊδεύοντας τον εαυτό μου.

Στο καλό μου....

"Όταν Με Κοιτάς"Donde viven las historias. Descúbrelo ahora