Κεφαλαιο Ι • ΖΩΗ

7.6K 389 43
                                    

Όταν ακούω το ξυπνητήρι το κλείνω γρήγορα.Μην ξυπνησει ο μπαμπάς.

Σηκώνομαι και ντύνομαι.

Το ντύσιμο για μένα είναι εύκολο και γρήγορο.Μαλλον φταίει επειδή δεν έχω πολλά ρούχα έτσι ώστε να κάνω μια ώρα να αποφασίσω τι θα βαλω.

Φοράω τα παπούτσια μου και πάω σιγά σιγά στο σαλόνι.Τον βλέπω να κοιμάται με μια μπυρα στο χέρι.Τουλαχιστον δεν τον ξύπνησα.Δεν του αρεσει να τον ξυπνάνε.

Ανοίγω το ματι και βάζω δυο αυγά στο τηγάνι.Βαζω λίγο αλάτι και τα βάζω στο πιάτο όταν φενονται έτοιμα.Βαζω το πιάτο το τραπέζι και πάω γρήγορα πάνω να πάρω την τσάντα.Κανω όσο πιο ήσυχα μπορώ.

Παιρνω τα βιβλία μου και βάζω την τσάντα στην πλάτη και κατεβαίνω κάτω.Κοιμαται ακόμα.Παω σιγά σιγά και καταλαβαίνω ότι μέχρι να πάω έξω και να κλείσω την πόρτα δεν ανέπνεα.

Ανοίγω το βιβλίο και καθώς περπαταγα διάβαζα και ολας.Μακαρι να είχα και λίγη μουσική.

Μόλις φτάνω στο σχολειο και μπαινω μέσα βλέπω όλα τα παιδιά να με κοιτάνε περίεργα.Φυσικά και το έχω συνηθίσει.Σαν το μαύρο προβατο είμαι.Βαζω το κεφάλι μου κάτω και συνεχίσω τον δρόμο μου.Το κάνω συχνά αυτό εδώ πέρα.Αν δεν τους δίνεις σημάσια σε ξεχνάνε εύκολα.Οχι πάντα φυσικα.Εξαρτατε και από τα κέφια τους.

«Ιωάννου;»άκουω και σηκωνω το κεφάλι.
«Καλημέρα κύριε διευθυντά»λέω.
«Καλημέρα.Ελα λίγο στο γραφείο που σε θέλω»λέει και τον ακολουθώ.

Επιζώ να μην είναι για κακό.

Μπαινω μέσα και καθομαι απέναντι του.

«Καλά είσαι;»με ρωτάει.
«Ναι κύριε διευθυντά»
«Ο μπαμπάς σου;»
«Καλά είναι»λέω
«Βρήκε δουλειά;»με ρωτάει.
«Όχι.Ακομα ψάχνει»λέω ψέμματα.

Ούτε ψάχνει ούτε θέλει να βρει.
Δεν χρειάζεται να το μάθει αυτό.
Δεν χρειάζεται άλλον ένα λόγο για να τον αντιπαθεί.

«Μάλιστα....»λέει μη πειστευοντας με.
«Τι με θέλατε;»λέω.
«Θα έρθει ένας καινούργιος μαθητής σήμερα.Θελω να του δείξεις το σχολειο και να τον βοηθήσεις τις πρώτες μέρες.Ξερεις που είναι οι τάξεις του και τους κανονισμούς.Μπορεις;»με ρωτάει
«Ναι.Φυσικα.»λέω.Το έχω κάνει πολλές φορές.Μου μιλάνε στην αρχή μετά όταν κάνουν παρέες-παρέες που δεν με θέλουν εδώ-με ξεχνάνε.

«Να είσαι καλή εντάξει;Είναι πολύ σημαντικός και από μια πολύ καλή οικογένεια.Δεν θελουμε να έχει κακή γνώμη για το σχολειο μας.»
«Εντάξει κυριε Διευθυντά.Μην ανησύχειτε»λέω
«Οι βαθμοί σου έχουν πέσει.Ολα καλά στο σπιτι;»με ρωτάει.

Όχι.

«Ναι καλά .Απλα ήμουν απασχολημένη.Θα επανορθώσω»λέω και Σηκονομαι.
«Ξέρεις Ζωή πήρες την υποτροφία αλλά θέλω να κρατήσεις ψηλά τους βαθμούς σου,εντάξει;Είσαι καλή και πειστευω ότι θα πας μπροστά»λέει
«Ευχαριστώ....»λέω
«Κάθε μέρα μοιάζεις και πιο πολύ στην μαμά σου.Το ξέρεις αυτό;»μου λέει

Η μαμά μου....

Η μαμά μου πηγαινε σε αυτό το σχολειο.Ηταν στην ίδια ταξη με τον κύριο διευθυντά.

«Καλή σας μέρα...»λέω και βγαίνω έξω.

Χαμογελαω γιατί με το να μοιάζω με την μαμά μου νιώθω πιο κοντά της.Οσο περίεργο και αν ακούγεται.

Έχω την υποτροφία του σχολείου.Την μόνη υποτροφία του σχολειο αλλά για να την κρατήσω πρέπει να έχω καλούς-βασικά πολύ καλούς-βαθμούς.

Όχι δεν πειστευω ότι θα πάω μπροστά η θα έχω καλό μέλλον επειδή πάω σε ιδιωτικό σχολειο.Ειμαι εδώ μόνο και μόνο επειδή Πηγαινε η μαμα μου εδώ.

Ο μόνος λόγος είναι αυτός.

Βλέπω τα παιδιά στον διαδρομο.Κατεβαζω το κεφάλι μου και προχωράω.

«Άλλη μπλούζα δεν εχεις εσυ;»ακούω μια φωνη.Η Βαλια θα είναι.Παντα σχολιάζει τα ρούχα μου.

Δεν μιλάω απλά προχωράω.Καποιος μου έκανε τρικλοποδιά και επεσα κάτω.Και τα βιβλία μου το ίδιο.

«Πρόσεχε που πας!»ακούω μια φωνη και κοιταω πάνω.Ειναι ο Θοδωρής.

Μαζεύω τα βιβλία μου και βλέπω ένα χέρι διπλα μου.Καποιος με βοηθάει.
«Έπεσες;Είσαι καλά;»μου λέει και μου δίνει ένα βιβλίο.

Δεν τον ξέρω.
Δεν τον έχω ξαναδεί.

Μάλλον δεν είδε τι έγινε.
«Καλά είμαι.Ευχαριστω»λέω και παιρνω τα βιβλία και φεύγω.

Γιατί με βοήθησε;
Κανείς δεν με βοηθάει συνήθως.

"Όταν Με Κοιτάς"Où les histoires vivent. Découvrez maintenant