"Επιτέλους Λήδα διακοπές!" ουρλιάζει ο Μανώλης στην πλατεία κάνοντας όλους τους περαστικούς να μας κοιτάζουν σαν τρελά κολεγιόπαιδα. Αυτός ο άνθρωπος δεν θα ωριμάσει ποτέ του. Πάντα όταν βγαίνουμε βρίσκει τρόπους να με κάνει ρεζίλι. Δεν τον αντέχω ώρες ώρες.
Μου ανοίγει την πόρτα του ζαχαροπλαστείου και κατευθύνεται χωρίς δεύτερη σκέψη προς τον καταψύκτη με τις υπέρμετρες γεύσεις παγωτού.
Τι να πάρω άραγε;Γέρνω ελαφρώς το κεφάλι μου καθώς επεξεργάζομαι όλες τις μπάλες παγωτών και έχω αποκοπεί από την φλυαρία του κολλητού μου. Δεν μπορώ να ακούω την ίδια παραλογία του. Πως έχουμε τελειώσει, πως πλέον είμαστε ελεύθεροι από τη φυλακή μας και πως θα διασκεδάσουμε σαν να μην υπάρχει αύριο. Κλασικά λόγια του Μανώλη. Κάθε τέλος σχολικής χρονιάς πάντα αυτά λέει. Ούτε στο Πανεπιστήμιο δεν άλλαξε. Και γιατί να αλλάξει;
Οι άνθρωποι παραμένουν ίδιοι, εκτός κι αν έρθει στην ζωή τους κάποιος που θα ερωτευτούν ή κάποια μεγάλη δυστυχία η οποία μόνο πόνο μπορεί να επιφέρει. Τα έπαθα και τα δυο.."Γεια σας παιδιά. Τι θα πάρετε;" κοιτάζω την πωλήτρια με τα ξανθά μακρυά μαλλιά και παρατηρώ την αλλαγή στη φάτσα του Μανώλη. Του αρέσει. Από μικρό παιδί μου μιλούσε συνεχώς γι'αυτήν την όχι και τόσο νεαρή κοπέλα. Είναι σχεδόν τριάντα χρονών και οι γονείς της κατέχουν αυτό το μαγαζί, έτσι εκείνη δούλευε από μικρό κοριτσάκι βοηθώντας την μητέρα της, η οποία έχει ένα κινητικό πρόβλημα.
"Εγώ θέλω δυο μπάλες φράουλα." πετάγεται ο κολλητός μου όπως κάθε φορά κι εκείνη του χαμογελάει. Ορίστε, έχει και τα φλερτ του. Κοιτάζω έξω από το παράθυρο και η κόκκινη ferrari που βρίσκεται παρκαρισμένη λίγα μέτρα μακριά μας, κάνει την καρδιά μου να χάσει έναν χτύπο. Τα πόδια μου γίνονται ζελές έτοιμα να στάξουν στο πεντακάθαρο πάτωμα και τα χέρια μου πέφτουν αδύναμα στα πλευρά μου. Δεν μπορεί να είναι το δικό του αμάξι. Όχι δεν γίνεται να επέστρεψε. Όχι μετά από ότι έχω περάσει εξαιτίας του.
"Λήδα εσύ τι θέλεις;" με σκουντάει στον ώμο κάνοντας με να πεταχτώ από την θέση μου και να τον κοιτάξω τρομαγμένη. Είναι εδώ, το νιώθω.
"Ένα ασθενοφόρο." ψελλίζω όμως εκείνος γελάει θέλοντας να μου δείξει πως παραλογίζομαι.
"Τι λες παιδάκι μου; Πες τώρα σοβαρά τι θέλεις;" στρέφεται προς την πωλήτρια η οποία τα έχει χάσει με την έκφραση μου και έρχεται πιο κοντά μου.
"Καλέ η κοπέλα χλώμιασε." τον ενημερώνει εκείνη όμως ο κολλητός μου δεν δίνει σημασία, της αφήνει δύο ευρώ πάνω στον πάγκο αρπάζοντας με από το μπράτσο έτσι ώστε να με βγάλει έξω από το μαγαζί. Εγώ ακόμη είμαι καρφωμένη σε εκείνο το αμάξι, το οποίο κοιτάζει προς το μέρος μου με έναν άντρα για οδηγό. Τα μαύρα του γυαλιά κρύβουν καλά τα μάτια του και τα χέρια του είναι στοιβαγμένα πάνω στο τιμόνι. Τα γένια του έχουν κάνει την εμφάνιση τους, όμως δεν είναι απεριποίητα κάνοντας τον να φαίνεται πιο σέξι.
Ποιος είναι αυτός;
Γιατί κοιτάζει προς την μεριά μας;
ВЫ ЧИТАЕТЕ
Μαμά λείπεις 2: Η απουσία σου
Любовные романыΈνας χρόνος έχει περάσει από τότε που είδα το αεροπλάνο του να απομακρύνεται από κοντά μου. Ένας χρόνος από τότε που είδα τα μελί του μάτια, τα μαύρα του μαλλιά. Από τότε που ένιωσα τα χέρια του στο κορμί μου, τα σαρκώδη χείλη του να κατασπαράζουν τ...