8

70 6 0
                                    

ΝΙΚΟΣ

Ψάχνω απεγνωσμένα τον διακόπτη σ'αυτήν την άχρηστη, παμπάλαια αποθηκούλα. Σ'αυτή την αποθήκη όπου ξεκίνησαν όλα του τα σχέδια. Τα διεστραμμένα σχέδια, κατά την γνώμη μου. Όχι ότι τον ενδιαφέρει αλλά και πάλι ήθελα να του το πω. Στην χωματερή όπου αφήνουμε συνεχώς τα μεταφορικά μας μέσα, δεν υπήρχε πουθενά το δικό του, δημιουργώντας μου ταραχή και εκνευρισμό συνάμα. Θέλω να τον βρω. Θέλω να μου εξηγήσει τα σχέδια του πιστεύοντας πως ανήκω ακόμη στην πλευρά του. Πως συμφωνώ με όλα τα τρελά ενδεχόμενα που έχει φτιάξει αυτός ο εγκληματικός εγκέφαλος. Τα δάχτυλα μου βρίσκουν μετά από ένα λεπτό, τον άσπρο ξεθωριασμένο διακόπτη κολλημένο στον γκρίζο τοίχο. Τον πατάω και ο λιγοστός -αποπνικτικός- χώρος φωτίζεται στο δευτερόλεπτο. Ξαφνικά η πόρτα ανοίγει διάπλατα εμφανίζοντας μου ένα πρόσωπο που δεν περίμενα. 

"Στράτο;" αναφωνώ ξέπνοος καθώς η καρδιά μου σφυροκοπάει κάτω από το στήθος μου. Εκείνος εδώ και έναν χρόνο είχε ξεμπλέξει για τα καλά μ'αυτόν τον γλοιώδη άνθρωπο που μας είχε παγιδεύσει όταν ήμασταν πιτσιρίκια. Γιατί βρίσκεται πάλι σ'αυτό το σιχαμένο μέρος;
Γιατί δεν έφυγε μακριά;

"Γιατί είσαι πάλι εδώ;" τον ρωτάω με την απορία εμφανής στα μελί μου μάτια. Τα μαύρα του μαλλιά κουνιούνται από την απρόσμενη ριπή του αέρα και κάθονται αναπαυτικά στο πάνω μέρος του μετώπου του. Τα διαπεραστικά γκρίζα μάτια του κάνουν τις ενοχές μου να φουντώνουν. Δεν έπρεπε να είχα εξαφανιστεί δίχως να του πω λέξη. Είναι -ήταν τουλάχιστον- ο κολλητός μου. Προφανώς αυτή τη στιγμή με μισεί και νιώθει έξαλλος μαζί μου, όμως δεν έχω σκοπό να τον χάσω κι αυτόν από τη ζωή μου.

"Εσύ γιατί είσαι εδώ, είναι η σωστή ερώτηση. Είσαι τόσο μαλάκας αγόρι μου;" τα σκληρά λόγια του με πληγώνουν στο ελάχιστο κι αρχίζω να σκέφτομαι εξηγήσεις ώστε να μην παρεξηγήσει την άφιξη μου σ'αυτό το απαίσιο μέρος. Δεν πρέπει να μάθει ότι εγώ έγινα πάλι το σκυλάκι του. Το σιχαίνομαι αυτό το παρατσούκλι και σιχαίνομαι που για τα λάθη των γονιών μου πληρώνω εγώ. 

"Στράτο εγώ.." δεν προλαβαίνω να συνεχίσω καθώς ο εκκωφαντικός ήχος από το χειρόφρενο του μαλάκα αντηχεί σε όλο το μέρος, κάνοντας τα μάτια μας να γουρλώσουν. Δεν πρέπει να τον βρει εδώ. 

"Πάμε." τον αρπάζω από τον ώμο και τον οδηγώ στην πίσω μεριά. Ανοίγω μια κρυφή πόρτα και βγαίνουμε στην άλλη μεριά με τις ανάσες μας να προσπαθούν να συγχρονιστούν. Παραλίγο. 
Ξεφυσάω κι εκείνος περνάει το χέρι του μέσα από τα πυκνά κυματιστά μαλλιά του. Κλασσική αντίδραση όταν τσαντίζεται. 

Μαμά λείπεις 2: Η απουσία σουOù les histoires vivent. Découvrez maintenant