9

75 8 0
                                    

ΝΙΚΟΣ

Εδώ και μισή ώρα απλά είμαστε καθισμένοι στον καναπέ με μένα να έχω το κεφάλι μου πάνω στον ώμο του πατέρα μου κι εκείνον να προσπαθεί να κρατήσει το στόμα του κλειστό, προκειμένου να μην με εξωθήσει στα άκρα. Δεν μου αρέσει να μου κάνουν ερωτήσεις. Είμαι άνθρωπος που θα πω αυτό που θέλω από μόνος μου. Εκείνος ευτυχώς το έμαθε γρήγορα αυτό το κόλπο έτσι αυτή τη στιγμή με περιμένει. Ανυπομονεί την ώρα που το στόμα μου θα πάρει τον έλεγχο και οι λέξεις θα βγουν από μέσα μου με τεράστια ευκολία. Όμως πως να θέλουν να φύγουν από το μυαλό μου. Είναι τόσο απαίσια αυτά που θέλω να αποκαλύψω που κι εγώ ο ίδιος τρέμω με την εξομολόγηση. Ποτέ μου δεν φοβόμουν τίποτα απολύτως, αλλά τώρα με την Λήδα στην ζωή μου όλα έχουν αλλάξει. Ο χειρότερος μου φόβος είναι ο θάνατος της. 

"Από μικρός δουλεύω για ένα καθίκι." ξεφουρνίζω καθώς σηκώνω το κεφάλι μου από τον ώμο του και κοιτάζω έξω από το παράθυρο. Ακόμη παρατηρώ το αστέρι μας και την σκέφτομαι. Τα πράσινα μάτια της που έχουν αιχμαλωτίσει τις σκέψεις μου, τα σαρκώδη χείλη της που βασανίζουν τις ορμές μου. Την απαλή φωνή της που μου φέρνει πρόσωπο αγγέλου. Είναι ο άγγελος μου. 

"Τι εννοείς; Τι είδους δουλειά;" στρέφεται προς το μέρος μου και μαζεύει τα πόδια από το πάτωμα σταυρώνοντας τα. Ευτυχώς το χαλί δεν έχει πλέον τα κομμάτια γυαλιού που σκόρπισα πριν από λίγη ώρα, καθώς ο μπαμπάς τα συμμάζεψε. 

"Είμαι δολοφόνος." ακόμη δεν έχω τολμήσει να τον κοιτάξω. Όχι γιατί τον φοβάμαι ή γιατί με νοιάζει η άποψη του αλλά από αδιαφορία. Δεν θέλω ούτε να δω την έκφραση του. Δεν με απασχολεί. Η γνώμη ανθρώπων που δεν είναι μέρος της ζωής μου, μου είναι παντελώς ανούσια. Δεν έχει δικαίωμα να με κρίνει, αναγκάστηκα. 

"Δολοφόνος; Εσύ είσαι δολοφόνος;" ξεροκαταπίνει καθώς σηκώνεται αυτόματα από την θέση του και τυλίγει τα δάχτυλα του στις ρίζες των γκρίζων μαλλιών του τραβώντας τα προς τα κάτω σε μια κίνηση απόγνωσης. Μάλλον δεν τον ενθουσίασε και τόσο. 

Απλά νεύω θετικά εφόσον βλέπω να περιμένει μια απάντηση πασχίζοντας να πιστέψει πως όλα ήταν στο μυαλό του, όμως την στιγμή που του το επιβεβαιώνω για δεύτερη φορά ανοίγει την πόρτα του διαμερίσματος, αρπάζει το μπουφάν του και γίνεται καπνός. 

"Ευχαριστώ για την στήριξη!" φωνάζω στο πουθενά. Δεν υπάρχει κανείς για να με ακούσει. Κανένας δεν βρίσκεται μαζί μου, δίπλα μου. Να μου συμπαρασταθεί, να ακούσει τις δυσκολίες μου. Πάντα αυτήν την κατάληξη είχα, είτε ζουν οι γονείς μου είτε όχι. Μακάρι να μην είχε πεθάνει. Μακάρι όλο αυτό να ήταν ένας ακόμη εφιάλτης. Όμως αυτό είναι η πραγματικότητα, αυτό είναι η δική μου ζωή και απεχθάνομαι την κατάντια μου. Με μισώ. Με μισώ γιατί δεν κατάφερα να βρω κάτι καλύτερο να χτίσω την πορεία μου, με μισώ γιατί δεν ξέφυγα από αυτές τις σκατό δουλειές. Αλλά τώρα είναι πολύ αργά για την σωτηρία μου. Τώρα που είναι μπλεγμένη κι εκείνη όλα έχουν τελειώσει. 

Μαμά λείπεις 2: Η απουσία σουDonde viven las historias. Descúbrelo ahora