39

56 6 0
                                    

ΛΗΔΑ

"Καλώς την κόρη μου." αναφωνεί η υποτιθέμενη μητέρα μου μόλις εισέρχομαι στο σαλόνι του σπιτιού ψάχνοντας για άλλη μια φορά τον Παύλο, δίχως αποτέλεσμα. Αυτό το παιδί είναι σκέτος μπελάς από την μέρα που ξεκίνησε το σχολείο. Οι φίλοι του συνεχώς τον κρατάνε παραπάνω ώρα και με τις εργασίες στο Πανεπιστήμιο μου δεν έχω άπλετο χρόνο να βελτιώσω τις σχέσεις μας. Θέλω να είμαι συνεχώς μαζί του, να τον βλέπω να μεγαλώνει, να διαπρέπει στα μαθήματα μα δεν έχω αυτή την δυνατότητα. Δυστυχώς τα ωράρια μας δεν συμπίπτουν.

"Βρε αγάπη μου σταμάτα να ασχολείσαι τόσο πολύ. Ξέρω πως τον αγαπάς μα φρόντισε και λίγο τον εαυτό σου. Νομίζω πως έχεις αδυνατίσει." έχει δίκιο αλλά δεν θέλω να της δώσω την ευχαρίστηση να συμφωνήσω μαζί της. Από τότε που χώρισα για τα καλά με τον Νίκο, δεν είχα καμία επαφή μαζί του. Πρώτη φορά που δεν επιχείρησε να με διεκδικήσει, να σκεφτεί μια δικαιολογία προκειμένου να αλλάξει την γνώμη μου. Έχει περάσει ένας μήνας από εκείνη την επεισοδιακή μέρα στο νοσοκομείο και νιώθω πιο μόνη από ποτέ. Το παιδί μου μεγαλώνει φυσιολογικά και συνεχίζει να με παιδεύει αλλά αυτό που έχω ανάγκη είναι τον πατέρα του. Εκείνος δεν βρίσκεται στο πλευρό μας, δεν είναι δίπλα μας, δεν μου προσφέρει τα γλυκά που ξεπηδάν στο μυαλό μου αργά το βράδυ, δεν με μαλώνει ώστε να μην σηκώνομαι από το κρεβάτι. Είναι εξαφανισμένος. 

"Αγάπη μου μην τον σκέφτεσαι άλλο." η Ευτυχία χαϊδεύει στοργικά την πλάτη μου πασχίζοντας να εξαφανίσει τον πόνο μου αλλά δεν θέλω τίποτε απ'αυτήν. Δεν ξέρω εάν όλα αυτά τα κάνει από υποχρέωση έτσι ώστε να μην την ανακαλύψω ή επειδή όντως νιώθει κάτι για μένα. Δεν έχω όμως διάθεση να ασχοληθώ και μ'αυτό. 

"Είμαι καλά." απαντάω μονάχα και σηκώνω την τσάντα μου από το πάτωμα κατευθυνόμενη στο δωμάτιο μου. Δεν μπορώ να κάθομαι περισσότερο δίπλα της. Ανοίγω βιαστικά την πόρτα από το υπνοδωμάτιο μου και κατευθύνομαι προς το κλειστό παράθυρο θέλοντας να αντικρίσω μετά από πολύ καιρό τον κολλητό μου. Δεν ήρθε ούτε μια στιγμή να με επισκεφτεί στο νοσοκομείο, δεν ήταν για πρώτη φορά στο πλευρό μου κι αυτό μου έχει στοιχίσει. Τον χρειαζόμουν, αυτόν μα και τον Νίκο αλλά δεν υπήρχε κανένας από τους δυο. 

Παραμερίζω την κουρτίνα και διακρίνω την ανοιχτή δική του δίνοντας κουράγιο στην καρδιά μου. Όμως όλα αυτά διακόπτονται την στιγμή που αντικρίζω την όρθια μορφή του. Μου έχει γυρισμένη πλάτη μα δεν είναι ανάγκη να αντικρίσω το πρόσωπο του προκειμένου να εξοργιστώ. 
Πότε άρχισε να περπατάει;
Γιατί δεν ήρθε να με βρει να μου το πει;

Μαμά λείπεις 2: Η απουσία σουNơi câu chuyện tồn tại. Hãy khám phá bây giờ