Chapter 9

531 44 26
                                    

Η ωρα κοντεύει 7:30 και αποφασιζω να σηκωθω.
Πετάω τα σκεπασματα στην άκρη και βάζω τις παντόφλες μου.
Κατεβαινω αργά αργά τις σκάλες και βλέπω τους γονεις μου και την γιαγιά μου να συζητάνε.
Χωρίς να το θέλω,ακούω μερικά λογια τους ,μιας που η συζήτηση μοιάζει σοβαρή.

«Γιωργο,δεν γίνεται αυτή η κατάσταση.Αν δεν επενδυσουμε εκεί,πολύ πιθανόν να χάσουμε τα λεφτά μας.Πρέπει να φύγουμε απο δω..»εξηγει η μαμα μου στον μπαμπά μου.

«Και το παιδι;Έχει όλη την παρέα της εδω και όσο να κανεις δεν γίνεται να φύγεις στην μέση της σχολικής χρονιας. Ίσως να μην θέλει να φύγει.» απαντάει εκείνος.

Τι; Σοβαρά τώρα σκέφτονται να φύγουμε; Και δεν με έχει ρωτήσει κανεις;
Και που ξέρω γω οτι δεν θα πάμε σε καμια Κρήτη;
Μακρια απο ολους;
Αυτό ίσως φέρει την καταστροφή.
Και..τι θα γίνει η σχέση μου με τον Σπύρο;
Και..αν δεν ξαναδώ τον Βαγγέλη;
Όχι όχι..δεν θέλω να το σκέφτομαι.

Ξαφνικα,ακούγεται το τρίξιμο της σκάλας καθώς κατεβαινω και τα βλέμματα στρέφονται πανω μου.

«Καλημερα κορίτσι μου..εμ..είσαι πολλή ώρα εδώ;» ρωτάει η γιαγιά μου

«Οχι όχι εγώ..μολις κατέβαινα.Τι λεγατε; » κάνω την ανηξερη

Δεν ξέρω αν είναι το σωστο,μα ήταν το πρωτο πράγμα που μου ήρθε στον νου.

Together through the distance (On Hold)Donde viven las historias. Descúbrelo ahora