Κεφάλαιο 1

6.8K 382 17
                                    

-Που πας? Με ρώτησε η Μακενζι, η 19χρονη αδελφή μου καθώς έπαιρνα  την ζακέτα μου έτοιμη να βγω έξω. Με περνούσε ενάμιση χρόνο περίπου. Εγώ  ήμουν 17.

-Έξω. Απάντησα. Η Μακενζι με επεξεργάστηκε με τα καστανά της μάτια. Βασικά μοιάζαμε πολύ. Τα δικά μου μαλλιά ήταν μακριά σπαστά και καστανά  με ξανθές ανταύγειες ενώ είχα μελί συγκεκριμένα μάτια. Εκείνη  είχε και αυτή καστανά  μαλλιά  μέχρι τους ώμους με καστανά μάτια. Τα δικά μου ήταν πιο ανοιχτό.

-Πες στην μαμά ότι δεν θα αργήσω. Της είπα και στερέωσα  μια τούφα από τα καστανά μαλλιά μου πίσω από το αφτί μου. Λοιπόν σε ποιον άλλον μπορούσε να το πει σωστά? Ο πατέρας μας μας  είχε  αφήσει όταν εγώ  ήμουν  ακόμα  μωρό και η Μακενζι 2 περίπου. Από  τότε μένουμε  μόνες μας με την μητέρα μας την Κορινα στο Πόρτλαντ

-Αλισον. Παραπονέθηκε η Μακενζι. Γύρισα και την κοίταξα. Εκείνη ξεφύσησε  και με κοίταξε.

-Έχει να κάνει με την Μεγκαν σωστά? Η Μεγκαν…. Ξεφύσημα και εγώ με την σειρά μου. Φυσικά και είχε να κάνει με την Μεγκαν, την κολλητή μου από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου ,η όποια  σήμερα έκλεινε  έναν μηνά  εξαφάνισης.

-Ει κοιτά το ότι αγνοείται δεν σημαίνει ότι είναι νεκρή ξέρεις. Μπορεί να την βρουνε.Μου είπε  προσπαθώντας να με εμψυχώσει. Ανασήκωσα τους ώμους αδιάφορα.

-Ίσως. Τα λέμε. Της είπα  και βγήκα έξω.

  Και φυσικά  πήγα  στο δάσος. Στο μέρος μας όπως μας άρεσε να το αποκαλούμε. Το δικό μου και της Μεγκαν. Κάθισα κάτω από το δέντρο και ξεφύσημα . Η Μεγκαν μου έλειπε απίστευτα. Και το να μην ξέρω  που είναι και αν είναι καλά η όχι αν ζούσε η όχι με έκανε να τρελαίνομαι. Θα προτιμούσα να έχω μια απάντηση παρά να ήμουν έτσι. Αλλά που. Οι αστυνομικοί δεν ήξεραν  τίποτα για το που μπορεί να οφειλόταν η ξαφνική εξαφάνιση της. Αλλά ούτε εγώ η ιδία έβγαζα νόημα. Το θυμάμαι  ακόμα. Ήμασταν   στο σχολειό και όλα κυλούσαν φυσιολογικά και μόλις σχολάσαμε αφού καθίσαμε στο δάσος  εγω έφυγα. Το βραδάκι την πηρά να μιλήσουμε, όπως έκανα  κάθε βράδυ άλλωστε, αλλά δεν το σήκωσε. Συνέχισα να προσπαθώ αλλά τίποτα όταν ξαφνικά άκουσα την πόρτα να χτύπα  και  την μητέρα μου να συνομιλεί  με κάποιον  με ανδρική  φωνή. Μόλις  άκουσα την πόρτα να κλείνει  κατέβηκα  κάτω.

-Τι έγινε? Την είχα  ρωτήσει. Το βλέμμα  της  με είχε  τρομάξει. Τόσο ανήσυχο ενώ η μητέρα μου ήταν  ένας  πολύ ήρεμος  άνθρωπος.

Επικίνδυνες ΦιλίεςWhere stories live. Discover now