48° ΚΕΦΑΛΑΙΟ

60 6 2
                                    

Οι μέρες περνούσαν και ο Δημήτρης, άρχισε να αργεί και πάλι να πηγαίνει σπίτι. Η Σταυρούλα ανησυχούσε για εκείνον. Αναρωτιόταν μήπως είχε μπλέξει κάπου και φοβόταν για εκείνον. Δεν ήθελε να τον χάσει. Ήταν ότι πιο σημαντικό είχε στην ζωή της.
Έτσι,ένα απόγευμα, αποφάσισε να του κάνει μια επίσκεψη στο εστιατόριο που διατηρούσε. Ντύθηκε ωραία και πήγε στο εστιατόριο για να του κάνει έκπληξη.
Όμως,όταν μπήκε μέσα στο μαγαζί, τον είδε έκπληκτη αγκαλιά με μια άλλη γυναίκα. Καθόταν στα πόδια του και τον φιλούσε στον λαιμό. Τον άγκιζε τα χέρια της σε όλο του το σώμα και εκείνος δεν έκανε τίποτα για να την σταματήσει.
Η Σταυρούλα βγήκε έξω απο το μαγαζί θυμωμένη και ο Δημήτρης μόλις την είδε, έτρεξε απο πίσω της για να της εξηγήσει.

-Σταυρούλα, αγάπη μου. Δεν είναι αυτό που νομίζεις,είπε και την έπιασε απο το χέρι.
-Δεν είναι αυτό που νομίζω;Όλοι τα ίδια λετε,όταν σας πιάνουμε στα πράσα. Δημήτρη, σε είδα αγκαλιά με αυτήν την κοπέλα. Ποιά είναι;Με αυτήν είσαι κάθε βράδυ και αργείς; Αυτή είναι ο υποτιθέμενος πελάτης και φίλος;
-Σταυρούλα, μόνο εσένα αγαπάω. Πίστεψε με. Η κοπέλα είναι μεθυσμένη,ζαλίστηκε και την έπιασα για να μην πέσει.
-Αφού την είδα να σε φιλάει στο λαιμό. Δεν είμαι τυφλή. Ξέρω τι είδα,είπε η Σταυρούλα και τότε η κοπέλα βγήκε απο το μαγαζί. Ήταν πολύ εντυπωσιακή και όμορφη. Τα μαύρα σπαστά μαλλιά της,έπεφταν στην πλάτη της,ενώ τα καστανά μάτια της τονίζονταν απο ένα έντονο βάψιμο. Φορούσε ένα μαύρο φόρεμα που άφηνε σχεδόν όλα τα πόδια και την πλάτη της ακάλυπτα,ενώ υπήρχε και βαθύ μπούστο.
-Αγάπη μου,τί συμβαίνει;Ποιά είναι αυτή η κοπέλα;ρώτησε η άγνωστη κοπέλα που ήταν πιο πριν αγκαλιά με τον Δημήτρη, η οποία τους είχε ακολουθήσει και τώρα στεκόταν δίπλα απο τον Δημήτρη.
-Εσύ ποιά είσαι που λες τον άντρα μου "αγάπη σου";φώναξε έξαλλη η Σταυρούλα.
-Δεν καταλαβαίνω τι λες κοπελιά. Ο Δημήτρης δεν είναι παντρεμένος με καμία και πρόκειται να παντρευτεί εμένα, είπε η κοπέλα και χαμογέλασε.
-Τί είναι αυτά που λες;Τρελή είσαι;Ούτε που σε έχω ξαναδεί,της φώναξε ο Δημήτρης.

Η Σταυρούλα έφυγε τρέχοντας απο το μαγαζί χωρίς να κοίταξει πίσω της,ενώ άκουγε τον Δημήτρη να την φωνάζει, ώσπου έφτασε στο σπίτι των γονιών της. Δεν μπορουσε να παει στο σπίτι τους,μετά απο αυτό που έγινε. Της ήταν αδύνατον να γίνει αυτό.
Ο Δημήτρης την είχε προδώσει με μια του δρόμου. Γιατί αυτό έδειχνε η εμφάνιση και ο τρόπος της. Πώς είχε μπορέσει να το κάνει αυτό;Η αγάπη τους ήταν τόσο δυνατή. Κάποτε είχαν δώσει όρκους ότι θα είναι για πάντα μαζί. Της είχε υποσχεθεί πως θα της αφιέρωνε την ζωή του. Πως εκείνη θα ήταν μια ζωή ο έρωτας του και ότι δεν θα την άφηνε για καμία άλλη. Πώς είναι δυνατόν να τα είχε ξεχάσει όλα αυτά;

Το ΑπωθημενοWhere stories live. Discover now