Η Απαγωγη.

9.6K 684 13
                                    

Εχω απλωθει στον καναπε και αλλαζω βαρετα τα καναλια στην μικρη, κλεμμενη τηλεοραση. Τουλαχιστον ολα τα επιπλα και οι συσκευες που υπαρχουν στο σπιτι ειναι κλοπιμαια πριν ερθω εγω εδω. Θυμαμαι την πρωτη μερα που γνωρισα τον Αρη. Πως ηξερε το ονομα μου δεν εχω καταφερει να μαθω ακομα και ουτε εχω ρωτησει. Φοβομουν. Ηταν τοσο αυστηρος και αυταρχικος και παντα φοβομουν πως θα αντιδρασει σε αυτην την ερωτηση. Μια φορα ειχε χαστουκισει την Ελλη επειδη τον ρωτουσε επιμονα για το παρελθον του. Ειναι πολυ βιαιος και τον σιχαινομαι. Απλα καθομαι μαζι του επειδη μου προσφερει στεγη και φαγητο. Η ιστορια επαναλβανεται, οπως με την Κρουελα, ετσι και τωρα με τον Αρη.

Στην αρχη μου φεροταν ευγενικα, ηταν τοσο καλος, μεχρι βεβαια να κανω κατι και να του χρωσταω. Τοτε φανηκε το ποιος ηταν πραγματικα. Και δεν μπορω να ξεφυγω, φαινεται να γνωριζει περισσοτερα για εμενα παρ'οτι εγω.

"Αμαρυλλις, θα πας στο μπακαλικο; Θελω να φτιαξω βραδινο και δεν εχω λαχανικα", φωναζει απο την κουζινα η Ελλη και εγω ξεφυσαω βαριεστημενα. Σηκωνομαι με βαρια καρδια, την πλησιαζω και της απλωνω το χερι να μου δωσει χρηματα. Εκεινη χαζογελαει και μου δινει ενω με φιλαει απολογητικα στο μαγουλο.

"Να ξερεις μονο για σενα σηκωνομαι βραδιατικα απο τον καναπε", παραπονιεμαι και βγαινω εξω.

Οι δρομοι ειναι αδειοι και μερικα δημοσια φωτα ειναι κλειστα. Οποτε μερικα επικινδυνα στενα, ειναι ακομη πιο επικινδυνα, αλλα δεν φοβαμαι. Στηριζομαι στο τρεξιμο μου και στην ικανοτητα μου να ξεφυγω. Εχω μαθει απο μικρη.

Περπατω ανεμελα στη μεση του δρομου, αφου δεν περνουν αμαξια, ενω εχω βαλει τα ακουστικα μου.

Ξαφνικα ενα χερι με τραβαει αποτομα ξαφνιαζοντας με. Πριν προλαβει να κανει τιποτα αλλο, τον χτυπω με τον αγκωνα μου και αρχιζω να τρεχω. Ακουω τον αγνωστο που με κυνηγα να βλασφημα και υστερα ακουω βηματα. Στριβω σε ενα σκοτεινο μονοπατι και νιωθω οτι συνεχιζει να με ακολουθει. Τοτε πηδω πανω σε εναν καδο και γραπωνομαι απο τα καγκελα μιας εξωτερικης σκαλας.Ανεβαινω οσο πιο γρηγορα μπορω και η σκαλα με οδηγει σε μια αδεια ταρατσα.

Γυριζω λαχανιασμενη να δω αν εξακολουθει να βρισκεται πισω μου, ομως δεν μπορω να διακρινω τιποτα. Ξεφυσω κουρασμενα και μολις γυριζω το βλεμμα μου, σκονταφτω μπροστα σε ενα τυπο, ο οποιος με μιας πιανει βιαια τα χερια μου και βαζει στη μυτη μου ενα υγρο πανι. Αμεσως νιωθω να ζαλιζομαι και αισθανομαι τη γη να χανεται απο τα ποδια μου, ενω οι αισθησεις μου με εγκαταλειπουν.

Μπάτσοι Γουρούνια!(Ολοκληρωμενη)Donde viven las historias. Descúbrelo ahora