47. Παγιδευμένη στο "Αν"

239 44 17
                                    

(Μουσική παρακαλώ. Ένα από τα αγαπημένα μου κεφάλαια. Ψηφίστε, σχολιάστε, στείλτε μου μήνυμα. Απαντάω σε όλα)

Τικ τοκ τικ τοκ τικ τοκ το ρολόι του τοίχου αντηχεί στα αυτιά μου και νιώθω τόση μοναξιά αφού το σπίτι είναι βουβό και πραγματικά το μόνο που ακούγεται είναι αυτό.

Τικ τοκ και η καρδιά μου βουλιάζει σε έναν βούρκο.
Τικ τοκ ανοίγω το κινητό μου να τηλεφωνήσω για δέκατη έκτη φορά στον Άνταμ.
Τικ τοκ τικ τοκ ο τηλεφωνητής βγαίνει για να μου πει ότι το αριθμός δεν αντιστοιχεί.
Τικ τοκ το τηλέφωνο του σπιτιού χτυπάει και εγώ αναπηδώ με την ελπίδα ότι είναι αυτός. Παρότι ρεαλιστικά αυτό μοιάζει απίθανο, έχω ανάγκη να πιαστώ από κάτι.
Κατεβαίνω γρήγορα τις σκάλες και τρέχω να το σηκώσω ενθουσιασμένη.
Αλλά γρήγορα η ελπίδα εξανεμίζεται και η θλίψη κυριαρχεί.
"Άνοιξε την πόρτα" ακούω την ηλικιωμένη φωνή μέσα από το ακουστικό και κάνω αυτό που μου ζήτησε.
"Γιαγιά!" φωνάζω ενθουσιασμένη μόλις την αντικρίζω κάτω από το κατώφλι του σπιτιού και για μια στιγμή ξεχνάω τον προηγούμενο βούρκο μου.
"Ναταλία μου" με φιλάει σταυρωτά και κλείνει την πόρτα πίσω της ενώ τακτοποιεί τα πασουμάκια της για να μην λερώνει το σπίτι όπως η ίδια λέει.
Πάει τόσος καιρός από τότε που μίλησα μαζί της και η ανάγκη για τις ορθές, πεπειραμένες και αληθινές συμβουλές της είναι μεγάλη.
"Η μάνα σου που είναι;" μου λέει μόλις μπαίνει στην κουζίνα και δεν την βρίσκει εκεί να πλένει τα πιάτα της.
"Σε ένα γάμο με το μπαμπά" ανακοινώνω και σέρνω προς τα έξω μια καρέκλα από την κουζίνα για να κάτσω.
Στην πραγματική ζωή τρέχουν σε κηδείες και στο "Αν" σε γάμους. -Ειρωνεία-. Πολλές ειρωνείες, όμως, δεν μαζεύτηκαν; Μήπως και εγώ η ίδια είμαι μια ειρωνεία;
"Έλα μέσα να μου τα πεις. Τι σε στεναχωρεί;" με ακουμπάει στην πλάτη και μου δείχνει τον καναπέ του σαλονιού.
"Εγώ καλέ γιαγιά;" το αρνούμαι "εγώ είμαι μια χαρά" ψεύδομαι
"Σαν πως δεν φαίνεσαι θαρρείς" μου λέει ενώ τακτοποιείται στον καναπέ.
Ισιώνω την πλάτη μου και αναρωτιέμαι αν η στάση μου είναι αυτή που  με προδίδει.
Την μιμούμαι και κάθομαι απέναντί της.
"Σε ακούω"
"Όχι, αλήθεια τίποτα"
"Βρε άστα αυτά και λέγε" μου λέει και σκάω ένα στραβό χαμόγελο.
"Αχ πως να στα πω βρε γιαγιά;" από πού να αρχίσω; Πώς να της πω για τη περίπλοκη σχέση μου με τον Ανδρέα;
"Λοιπόν," ξεκινάω να λέω και το αυτί της τεντώνεται μη τυχόν και χάσει καμία λέξη μου "μου αρέσει ένα αγόρι το οποίο με είδε με κάποιον άλλο μαζί και το παρεξήγησε" της εξηγώ αν και ξέρω πως αυτό εν μέρει είναι ψέματα. Παρόλα αυτά, κατά το ήμισυ δεν νιώθω καθόλου τύψεις μιας και ξέρω πως δεν θα μπορούσα να της πω και κάτι άλλο ώστε να της αποδώσω καλύτερα αυτό που μου συμβαίνει με τον Άνταμ, κατά το άλλο ήμισυ, όμως, τύψεις με πλημμυρίζουν μιας και ξέρω ότι αυτό δεν ήταν σωστό και τα πράγματα δεν έχουν και ακριβώς έτσι.
"Εξήγησέ του" με προτρέπει.
"Φυσικά και έχω προσπαθήσει. Αλλά για κάποιο περίεργο λόγο ο αριθμός του κινητού του δεν αντιστοιχεί πουθενά"
"Είσαι σίγουρη;"
"Ναι. Αποκλείεται να κάνω λάθος"
"Τότε βρες τον από κοντά"
"Και αν δεν θέλει να μου μιλήσει; Αν αρνηθεί να με ακούσει;"
"Προσπάθησε πρώτα. Ακόμα και αν έχουν έτσι τα πράγματα θα προσχωρήσεις χωρίς τύψεις"
"Αδύνατον"
"Τουλάχιστον προσπάθησε" με προτρέπει.
"Φοβάμαι ότι αν δεν με ακούσει θα απογοητευτώ ανεπιστρεπτί"
"Έτσι είναι" λέει τελικά και το παίρνω απόφαση ότι χωρίς προσπάθεια ποτέ δεν θα μάθω.

ΝαταλίTempat cerita menjadi hidup. Temukan sekarang