Κεφάλαιο 2

5.3K 114 4
                                    

Το πρωί ο Αντώνης ξύπνησε με έναν φοβερό πονοκέφαλο, μη μπορώντας να θυμηθεί καν, τι δουλειά είχε στο παλιό του σπίτι. Και τότε είδε ότι ήταν γυμνός, γεμάτος μελανιές και γρατσουνιές. Δίπλα του κοιμόταν μια πιτσιρίκα επίσης γυμνή, γεμάτη μελανιές και γρατσουνιές. Σηκώθηκε από το κρεβάτι, πήγε στο σαλόνι και είδε πεταμένα ρούχα στο πάτωμα. Κάποια ήταν σκισμένα, ενώ κάποια άλλα όχι. Σε κάποια μέρη του σπιτιού υπήρχαν λευκοί λεκέδες και το λιπαντικό είχε σχεδόν τελειώσει.
Τι έκανα; Κοιμήθηκα με μια άγνωστη; Απάτησα την Άννα; Γιατί δε θυμάμαι τίποτα; Πω πονάει τόσο πολύ το κεφάλι μου.
Μετά από σχεδόν μισή ώρα ξύπνησε και η Μαρία και κατέβηκε κάτω γυμνή.
Μ: Τι δουλειά έχω εδώ μαζί σου; Πού είναι τα ρούχα μου; Χρειάζομαι επειγόντως ρούχα. Γαμώτο, πονάει το κεφάλι μου. Αν έγινε κάτι μεταξύ μας που δεν έπρεπε, ξέχνα το.
Α:Μακάρι να θυμόμουν. Ορίστε και ρούχα. Μόνο αυτά υπάρχουν.¨ είπε και της έδωσε κάτι ρούχα που είχαν μείνει στην ντουλάπα και τα φόρεσε.
Α:Νομίζω πως χθες το κάναμε και δε φορούσα προφυλακτικό. Γι'αυτό καλού-κακού πετάχτηκα μέχρι το φαρμακείο και πήρα παυσίπονα και ένα χάπι επείγουσας αντισύλληψης. 
Μ:Ευχαριστώ. Θα χρειαστώ μόνο το δεύτερο. Αν κάναμε σεξ, σημαίνει ότι απάτησες την γυναίκα σου.
Α:Ποτέ δεν περίμενα ότι θα έκανα κάτι τέτοιο. Συγγνώμη.
Μ:Για ποιο πράγμα ζητάς συγγνώμη;
A:Αλλιώς θα φανταζόσουν την πρώτη σου φορά.
Μ:Ναι, ίσως δεν έχεις άδικο. Τέλος πάντων, ώρα να πηγαίνω.
Α:Στο καλό.
Ασυναίσθητα, πριν φύγει, φιλήθηκαν στο στόμα.
Μ:Εμ... Πάω εγώ τώρα.
Α:Ναι.
Μετά από λίγο η Μαρία έφτασε σπίτι της και κατευθείαν πήγε στο δωμάτιο της, έκανε μπάνιο και έπεσε για ύπνο. Τελικά, η μητέρα της θα γύριζε σήμερα σε κάνα δίωρο και ο αδερφός της το απόγευμα και θα πήγαιναν μαζί να τον πάρουν από το αεροδρόμιο. Προσπαθούσε να κοιμηθεί, όμως της ερχόντουσαν συνεχώς εικόνες από το χθεσινό βράδυ. Σε κάποια φάση άκουσε το κουδούνι.
Μ:Ορέστη; Τι έκπληξη είναι αυτή;
O:Ήθελα να σε δω και να σου δώσω ένα δωράκι για τα γενέθλια σου, που είχες πριν μερικές εβδομάδες." είπε και της έδωσε έναν φάκελο, ο οποίος μέσα είχε 10.000 ευρώ.
Μ:Τι είναι αυτά Ορέστη;
Ο: Είναι χρήματα για τις σπουδές σου. Φροντιστήριο, Πανεπιστήμιο, χρησιμοποίησε τα, όπου θες!
Μ: Συγγνώμη, αλλά δε μπορώ να τα δεχτώ.
Ο: Δέξου τα. Είναι χρήσιμο δώρο. Λοιπόν, φεύγω, επιστρέφω στην εταιρεία. Σου εύχομαι να έχεις μια υπέροχη σχολική χρονιά και να πετύχεις τον στόχο σου." της είπε και τη φίλησε στο στόμα.
Ο: Μαρία, μου αρέσεις από τότε που σε είδα για πρώτη φορά πριν δύο χρόνια. Δε μπορώ πλέον να κρύβομαι, άλλωστε είσαι ενήλικη πια. Σε αφήνω να το σκεφτείς. Τα λέμε.
Ο Ορέστης ήταν 30 χρονών, ψηλός, με καστανά μάτια και μαλλιά. Γόνος πλούσιας οικογένειας και όμορφος.
Η Μαρία ξαναπήγε να κοιμηθεί.

Ο Αντώνης επέστρεψε στο σπίτι μία ώρα μετά, αφότου έφυγε η Μαρία.
Άννα: Πού ήσουν;
Α: Δεν σε αφορά.
Άννα: Φυσικά και με αφορά! Είμαστε παντρεμένοι αν θυμάσαι.
Α: Προσπαθώ να το ξεχάσω.
Άννα: Θα μου πεις, πού ήσουν;
A: Κοιμήθηκα με μια άγνωστη.
Άννα: Κάθε φορά τα ίδια λες και απλώς πηγαίνεις και κοιμάσαι στο παλιό μας σπίτι. Νομίζεις πως θα με κάνεις να ζηλέψω ή να θυμώσω, εφόσον ξέρω πως λες ψέματα;
Α: Πάω να κάνω ένα μπάνιο.
Την ώρα που έκανε μπάνιο, στο μυαλό του ερχόντουσαν εικόνες από την χθεσινή βραδιά με εκείνη την κοπέλα που γνώρισε στο μπαρ και έκανε σεξ μαζί της.
Μαρία! Την λένε Μαρία. Γιατί μου την θυμίζει τόσο πολύ; Μπα ιδέα μου θα είναι.

Δ: Μαρία, ξύπνα.
Μ: Μμμ...
Δ: Δεν έχει Μμμ. Ετοιμάσου να πάρουμε τον αδερφό σου από το αεροδρόμιο. Όπου να'ναι, φτάνει.
Στο άκουσμα των τελευταίων 2 προτάσεων, η Μαρία σηκώθηκε αμέσως από το κρεβάτι και μέσα σε μερικά λεπτά ήταν έτοιμη.
Δ: Πότε πρόλαβες και ετοιμάστηκες;
M: Άντε Δανάη πάμε.
Έφτασαν στο αεροδρόμιο και ο Αλέξανδρος ήταν ήδη εκεί και τις περίμενε.
Μ: Αδερφούλη μου. Περίμενες πολλή ώρα;
Αλ: Όχι. Πόσο μου λείψατε!
Μ: Και εσύ. Άντε πάμε σπίτι, γιατί σε λίγο θα βγούμε με κάτι παιδιά από την γειτονιά.
Δ: Να γυρίσετε νωρίς, αύριο έχετε σχολείο.
Μ: Ναι Δανάη.
Τελικά είχαν γυρίσει νωρίς το βράδυ και διάλεγαν τι ρούχα θα φορέσουν αύριο στο καινούργιο τους σχολείο. Αποφάσισε να φορέσει ένα φόρεμα σε γραμμή Α, λίγο πιο πάνω από το γόνατο, τα πέδιλα της, θα βαφόταν πολύ ελαφριά και θα ίσιωνε το μαλλί της.
Πριν ο καθένας πάει στο δωμάτιο του, συζητούσαν με τον Αλέξανδρο.
Αλ: Τελευταία χρονιά φέτος, σε σχολείο και αναρωτιέμαι πώς θα είναι; Οι υποδομές, οι συμμαθητές...
Μ: Οι καθηγητές...
Αλ: Ακόμα έχεις κόλλημα; Νόμιζα πως μετά από τόσα χρόνια...
Μ: Καληνύχτα Αλέξανδρε.
Αλ: Καληνύχτα.

Όντως, πώς θα είναι αυτή η χρονιά; Σε λίγες ώρες θα ήξερε...



ΈνοχοιWhere stories live. Discover now