Κεφάλαιο 39

750 41 2
                                    

Ήταν Σάββατο και είχαν κλείσει από χθες τα σχολεία για το Πάσχα, η Άννα μία εβδομάδα σχεδόν είναι εξαφανισμένη, η Μαρία από τη Δευτέρα, θα ξεκινούσε στην εταιρεία ως δεξί χέρι του Ορέστη και ήταν θέμα ημερών, άντε εβδομάδων, όλα να τελειώσουν.
Ο Αντώνης ξάπλωνε στο κρεβάτι του και έβλεπε κάτι φωτογραφίες που τράβηξαν με τη Μαρία. Ένιωθε τόσο ερωτευμένος μαζί της, χρόνια είχε να νιώσει έτσι και δεν περίμενε στα 44 του, ότι θα το νιώσει πιο έντονα από ποτέ. Αν και μιλούσαν κυρίως με μηνύματα κάθε μέρα, εκείνος την ήθελε δίπλα του. Το χειρότερο είναι ότι για δύο εβδομάδες τα σχολεία είναι κλειστά και δεν θα έχει δικαιολογία να τη βλέπει τόσες ώρες.
Η Μαρία ξάπλωνε και εκείνη στο κρεβάτι και έβλεπε τις φωτογραφίες τους. Τις είχε σε έναν υποφάκελο, ο οποίος ήθελε κωδικό για να μπεις. Είχε αρχίσει να ασφυκτιά μ' αυτή την κατάσταση. Αναρωτιόταν, αν τελικά αξίζει όλο αυτό το θέατρο του παραλόγου. Μήπως, όταν τελειώσουν όλα αυτά και μπορούν να ζουν μαζί με τον Αντώνη, βαρεθούν ο ένας τον άλλον; Μήπως, αυτό που τους δημιουργεί το πάθος μεταξύ τους, είναι η αίσθηση του κινδύνου; Όχι, μάλλον όχι. Εκείνη, ήταν ερωτευμένη μαζί του από τα 13 της και εκείνος... Εκείνος, τι; Από πότε είναι ερωτευμένος μαζί της; Ποτέ δεν της έγινε ξεκάθαρο. Στα 13 της, απλώς του φαινόταν ένα γλυκό και έξυπνο κοριτσάκι. Στα 18 της, την πρώτη φορά που έκαναν σεξ, ένιωσε μια έλξη. Κι αν στην πραγματικότητα, δεν είναι καν ερωτευμένος μαζί της και στην ουσία ζει απλά το απωθημένο του, το οποίο ήταν να ζήσει το πάθος; Όλες αυτές τις σκέψεις, την τρέλαιναν, οπότε πήρε βαθιές ανάσες και έπεσε για ύπνο.

Την Κυριακή βγήκε για περπάτημα να χαλαρώσει και είδε τον Αντώνη, ο οποίος επίσης βγήκε για περπάτημα.
Α:Καλημέρα, Μαρία.
Μ:Γεια σας, κύριε Αντώνη, τι κάνετε;
Πλησίασαν και ο Αντώνης της μίλησε χαμηλόφωνα.
Α:Χθες, γιατί δεν μου απαντούσες στα μηνύματα;
Μ:Ήμουν κουρασμένη και κοιμήθηκα.
Α:Σίγουρα; Συνέβη κάτι; Όλα καλά;
Μ:Απλώς σκεφτόμουν.
Α:Τι σκεφτόσουν;
Μ:Αν πράγματι είσαι ερωτευμένος μαζί μου και από πότε.
Α:Α, ναι, Μαρίνα; Αχ, όχι, λάθος, Μαρία. Κοίτα. Όταν σε γνώρισα ως Μαρίνα, υπήρξαν φορές που σκεφτόμουν πόσο υπέροχη θα είσαι όταν ενηλικιωθείς. Ο λόγος που σε έψαχνα δεν ήταν μόνο για να μάθω τι συνέβη τότε με το υποτιθέμενο ατύχημα, αλλά επειδή ήθελα να σε ξαναδώ, ως ενήλικη πλέον. Και ξαφνικά, μπήκες πάλι στη ζωή μου από το πουθενά, αυτή τη φορά ως Μαρία. Ένιωσα μια έλξη, που δε μπορούσα να εξηγήσω. Άρχισα να νιώθω τόσα για σένα και ήθελα να τα καταπνίξω, γιατί ένιωθα ότι είναι λάθος όλα αυτά που αισθάνομαι. Τα υπόλοιπα τα ξέρεις ήδη. Ανέκαθεν με τραβούσες σαν μαγνήτης, είτε ως Μαρίνα, είτε ως Μαρία. Άρχισα να σε ερωτεύομαι από τότε που ήρθες στο σχολείο και σε γνώριζα καλύτερα, Μαρία. Μπορεί να ήμουν ερωτευμένος και από τότε που ήσουν 13 και να μην το είχα συνειδητοποιήσει. Πώς το ξεστόμισα αυτό; Νιώθω τόσο άρρωστος, τόσο ανώμαλος!
Μ:Γιατί, εγώ νομίζεις πως ένιωθα καλά με τον εαυτό μου, που είμαι ερωτευμένη με έναν παντρεμένο, με παιδί και κοντά στην ηλικία των γονιών μου; Όχι, δεν είσαι τίποτα από όλα αυτά. Γιατί, ποτέ δεν μου έκανες κάτι κακό. Περίμενες να ενηλικιωθώ και πάλι δεν ήλπιζες σε κάτι μεταξύ μας. Αντώνη, σ' αγαπάω.
Α:Κι εγώ σ' αγαπάω.
Μ:Ξέρεις κάτι; Το μόνο που έχει σημασία πια, είναι ότι είμαστε μαζί και περιμένουμε την κορούλα μας.
Α:Δεν είμαστε ακριβώς μαζί, είμαστε παντρεμένοι με άλλους.
Μ:Σε λίγο καιρό, θα είμαστε πλέον μαζί. Μη ξεχνάς ότι πουθενά στα αρχεία του κράτους, δε γράφει για τον γάμο μου με τον Ορέστη.
Α:Σωστά. Έβαλε το χεράκι της η Δανάη, να νομίζει ο Ορέστης ότι παντρευτήκατε, ενώ κανένας δε θα βρει πουθενά το όνομα σου. Όταν χωρίσω με την Άννα, θα με παντρευτείς; Αλλά μην τυχόν και ανακαλύψω, ότι μου κάνατε το ίδιο που κάνατε στον Ορέστη.
Μ:Να σε παντρευτώ; Δε νομίζεις πως η κόρη μας είναι ήδη τεράστια δέσμευση για μένα;
Α:Συγκρίνεις ένα χαρτί με ένα παιδί; Αν πάθω κάτι, θα είστε καλυμμένες 100%. Αν βρεις κάποιον νεώτερο ή με βαρεθείς, δεν πρόκειται να σε κρατήσω με το ζόρι, θα σου δώσω διαζύγιο. Στο παιδί μας όμως θέλω να είμαστε δίπλα του, ότι και να συμβεί μεταξύ μας.
Μ:Αντώνη, θα με παντρευτείς;
Α:Δεν το πιστεύω ότι μου κάνεις πρόταση γάμου! Ναι! Εσύ, θες;
Μ:Ναι, θέλω. Πλέον είμαι σίγουρη ότι θέλω.
Δε φιλήθηκαν και ήταν σε απόσταση, γιατί ήταν στο πάρκο και ο οποιοσδήποτε θα μπορούσε να τους δει. Της ευχήθηκε καλή αρχή για αύριο και έφυγαν από την αντίθετη κατεύθυνση.

Η Δανάη έψαχνε ποιος είναι ο πατέρας της και θυμήθηκε κάτι. Την μητέρα της να φιλιέται με τον πατέρα του Λίαμ και να της λένε ψέμα, ότι της έδωσε το φιλί της ζωής, επειδή λιποθύμισε. Τότε ήταν μικρή και πίστευε κάτι τέτοιες μαλακίες. Με τον Λίαμ, ήταν μαζί από μωρά, μέχρι που έφυγε η Δανάη από την Αμερική για την Ελλάδα. Ο Λίαμ έμαθε ελληνικά, γιατί την άκουγε να τα μιλάει και του άρεσαν πολύ. Κάποιες λέξεις και φράσεις, του τις έμαθε εκείνη. Πιο πολύ όμως, της έλειπε ο Ιάσωνας, αλλά εκείνος ούτε που της απαντάει στα μηνύματα. Μόλις θα τελείωνε η υπόθεση με τον Σταύρο και τον Ορέστη, θα δήλωνε την παραίτηση της και θα έφευγε μακριά. Έτσι σκατά που τα έκανε, μόνο αυτή η λύση μένει. Έκλαιγε. Τα μάτια της είχαν γίνει κατακόκκινα. Μετά από λίγο, το κουδούνι χτύπησε. Παρόλο που δεν είχε καμία όρεξη να πάει να ανοίξει, τελικά πήγε. Μπροστά της ήταν ο Ιάσωνας.
Δ:Ιάσωνα;
Ι:Έκλαιγες;
Δ:Δεν έχει σημασία. Γιατί εξαφανίστηκες;
Ι:Δεν εξαφανίστηκα, ήθελα τον χρόνο μου.
Δ:Και τον πήρες;
Ι:Ναι.
Δ:Κοίτα Ιάσωνα, αυτό που ξέρω είναι, πως όταν κάποιος σου λέει ότι θέλει τον χρόνο του, σίγουρα ήταν με κάποια άλλη.
Ι:Ναι, ήμουν με κάποια άλλη και κακώς που δεν το παραδέχτηκα από την αρχή. Το δικό σου ζόρι, ποιο είναι;
Δ:Είναι καλή κοπέλα; Είσαι ερωτευμένος μαζί της;
Ι:Όχι, δεν είναι καλή, αλλά αυτό είναι που με ελκύει πιο πολύ, πάνω της. Και κοπέλα δεν την λες. Και ναι, είμαι ερωτευμένος μαζί της, όσο είναι κι αυτή μαζί μου και τώρα μόλις το συνειδητοποιώ.
Δ:Ναι, είμαι.
Φιλήθηκαν και κατέληξαν να κάνουν σεξ στην κρεβατοκάμαρα. Μετά, του είπε όλα όσα συνέβησαν όσο έλειπε και όλα όσα πρόκειται να συμβούν. Πλέον, είναι και επίσημα ζευγάρι.
Ι:Λοιπόν, θα μας κλείσω εισιτήρια για Νέα Υόρκη, να πάμε να βρούμε τον Λίαμ, αλλά να κάνουμε και διακοπές.
Δ:Σου έχω πει ποτέ, πόσο τυχερή είμαι που σε έχω στη ζωή μου;
Ι:Ναι, μόνο μια φορά.
Δ:Είμαι πάρα πολύ τυχερή που σε έχω στη ζωή μου, Ιάσωνα.
Κοιμήθηκαν αγκαλιά. Ο Ιάσωνας προσποιήθηκε ότι κοιμάται, μέχρι να σιγουρευτεί ότι εκείνη κοιμήθηκε και την κοιτούσε που τον αγκάλιασε σφιχτά και κοιμόταν τόσο ήρεμα. Το διάστημα που κρατούσε αποστάσεις ο Ιάσωνας, συνειδητοποίησε ότι είναι ερωτευμένος μαζί της και δε μπορεί μακριά της και ήταν πολύ χαρούμενος, που κι εκείνη έδειχνε να αισθάνεται το ίδιο. Την αγκάλιασε και εκείνος σφιχτά και κοιμήθηκαν όλο το βράδυ αγκαλιά.

ΈνοχοιHikayelerin yaşadığı yer. Şimdi keşfedin