Κεφάλαιο 47

1.8K 44 4
                                    

Αντώνης
Με κοιτούσε στα μάτια, όταν μου είπε πως θα μας χωρίσει μόνο ο θάνατος. Ήθελα κι εγώ να της το πω, αλλά ακόμη δεν έχει τελειώσει τίποτα. Ο Ορέστης βρίσκεται κάπου εκεί έξω και η Άννα δε ξέρει κανείς μας που βρίσκεται. Κινδυνεύουμε. Δεν τολμώ καν να της πω, ότι θα πέθαινα για να είναι εκείνη ζωντανή. Μα πιο πολύ, όταν επιτέλους τελειώσουν όλα αυτά και αν επιζήσουμε, δε ξέρω αν θα τα καταφέρουμε ως ζευγάρι. Κάθε φορά νιώθω πως θα καταστρέψω τη ζωή της.
Μ:Όλα ήταν επιλογές μου, ήξερα και ξέρω ότι δεν θα είναι τίποτα εύκολο." μου είπε, λες και διάβασε τις σκέψεις μου και με φίλησε στο στόμα. Σηκώθηκα να ξεστρώσω, ώστε να πάμε στην κρεβατοκάμαρα, αλλά δεν με άφησε.
Μ:Ας ξαπλώσουμε εδώ.
Ξαπλώσαμε στον καναπέ-κρεβάτι αγκαλιά. Εκείνη κοιμόταν, ενώ εγώ της χάιδευα τα μαλλιά και την χάζευα που κοιμόταν.

(Περιγραφή συγγραφέα, 18+)
Το επόμενο πρωί, η Μαρία ξύπνησε, ενώ ο Αντώνης ακόμη κοιμόταν. Η Μαρία τον φιλούσε στον λαιμό, αφήνοντας του μερικές πιπιλιές. Του κατέβασε την κάτω πιτζάμα και το εσώρουχο του και έπαιζε με το χέρι της τον πούτσο του. Εκείνη ήταν ήδη γυμνή. Το στήθος της, λόγω εγκυμοσύνης είχε μεγαλώσει. Προσπάθησε να βολευτεί στον καναπέ-κρεβάτι και όταν βολεύτηκε, έβαλε ανάμεσα από τα στήθη της τον πούτσο του και με τα χέρια της στα στήθη της τον έκλεισε και άρχισε να πηγαίνει το στήθος πάνω-κάτω. Ο Αντώνης άνοιξε τα μάτια του και ξεψυχισμένα έλεγε το όνομα της. Η Μαρία τον φίλησε στο στόμα, του έβγαλε την πάνω πιτζάμα, τον φιλούσε και τον χάιδευε σε όλο του το σώμα, ειδικά στην περιοχή του στέρνου και της κοιλιάς, ενώ συνέχιζε με το ένα χέρι της να παίζει με τον πούτσο του. Ώσπου, ανέβηκε πάνω του και έβαλε μέσα στο υγρό μουνάκι της, την πούτσα του. Πήγαινε πέρα-δώθε και πάνω-κάτω και ταυτόχρονα την πηδούσε και ο Αντώνης. Οι ρώγες της ήταν σκληρές και ο Αντώνης τις δάγκωσε απαλά και χούφτωνε και έγλυφε το στήθος της. Την κρατούσε με τα χέρια του στη μέση της.
Α:Το καλύτερο ξύπνημα." κατάφερε να πει ο Αντώνης.
Η Μαρία έσκυψε ελαφρώς και φιλιόντουσαν παθιασμένα και με γλώσσα, την ώρα που ακόμη ο Αντώνης ήταν μέσα της. Οι ανάσες τους ήταν κοφτές. Δεν έλεγαν λέξη. Δεν υπήρχε λόγος να πουν κάτι, απλώς κοιταζόντουσαν στα μάτια. Η Μαρία, σηκώθηκε από τον Αντώνη και ξάπλωσε δίπλα γυρισμένη στο πλάι και ο Αντώνης επίσης γύρισε στο πλάι και κοιταζόντουσαν πρόσωπο με πρόσωπο. Μείωσαν την απόσταση μεταξύ τους και η Μαρία έβαλε το πόδι της που ήταν από πάνω, γύρω από τη λεκάνη του Αντώνη και ο Αντώνης μπήκε μέσα της. Μετά από λίγο, η Μαρία γύρισε από την άλλη μεριά, πάλι στο πλάι και ο Αντώνης της χάιδευε και της χούφτωνε τα οπίσθια και ξαναμπήκε μέσα της.
Α:Τι κωλάρα έχεις!
Η Μαρία, ξαφνικά σηκώθηκε και στήθηκε στα 4.
Μ:Τιμωρήστε με, κύριε. Μου αξίζει.
Ο Αντώνης της τα χούφτωνε και της τα χάιδευε, μέχρι που της έδωσε και απαλές σφαλιάρες στα κωλομέρια της. Μέχρι που μπήκε πάλι μέσα της και της τραβούσε τα μαλλιά.
Α:Το ευχαριστιέσαι πουτανάκι;
Μ:Ναι, πολύ. Δε φαίνεται; Πουτανάκι μόνο για σένα.
Α:Ναι. Μόνο για μένα. Για κανέναν άλλον. Γιατί αν μάθω το παραμικρό, θα σε τιμωρήσω ακόμη πιο σκληρά.
Της ξανάδωσε σφαλιάρες στα κωλομέρια, αυτή τη φορά πιο δυνατές.
Η Μαρία γέλασε και γύρισε και τον ξαναφίλησε και ήταν πρόσωπο με πρόσωπο.
Μ:Ζήλεψα. Είχατε τόσες αναμνήσεις, όλο αυτό ήταν αμοιβαίο, αν και ανεκπλήρωτο τελικά. Την έβλεπα πως σε κοιτούσε και ήθελα να την σπάσω στο ξύλο. Ναι, εσύ μου κρατούσες το χέρι και ήθελες να μην αισθάνομαι άβολα. Αισθανόμουν όμως, ότι υπάρχει ακόμη κάτι μεταξύ σας.
Α:Σήμερα σιγουρεύτηκα για αυτό που ήξερα μέσα μου, εδώ και καιρό. Την έχω ξεπεράσει. Ξέρεις τι σκεφτόμουν τη στιγμή που σιγουρεύτηκα γι'αυτό; Ότι σε λίγο καιρό, θα με ξεπεράσεις κι εσύ. Ο πρώτος έρωτας δεν κρατάει για πολύ, απ' ό,τι φαίνεται.
Μ:Μην τα σκέφτεσαι όλα αυτά τώρα. Είμαι δική σου και μόνο δική σου.
Η Μαρία ξάπλωσε ανάσκελα και άνοιξε τα πόδια της και ο Αντώνης ήταν από πάνω της και τη φιλούσε κι εκείνος στον λαιμό και της άφηνε πιπιλιές.
Α:Είσαι δική μου και είμαι δικός σου. Μέχρι να μας χωρίσει ο θάνατος.
Ο Αντώνης τη φίλησε και η Μαρία ανταποκρίθηκε.
Ο Αντώνης μπήκε μέσα της και τον διέταζε να επιταχύνει. Η Μαρία είχε τοποθετήσει τα χέρια γύρω από το κεφάλι του και του χάιδευε τα μαλλιά και τα πόδια της, γύρω από τη λεκάνη του και όσο επιτάχυνε, εκείνη με τα νύχια της τον γρατζούνησε ελαφρώς στην πλάτη.
Μ:Σιχαίνομαι κάθε τσούλα που σε περιτριγυρίζει. Θέλω να την σαπίσω στο ξύλο!
Ο Αντώνης γέλασε.
Μ:Μη γελάς. Και μόνο που σε αγγίζουν έστω και λίγο, τρελαίνομαι. Αλλά ξέχασα. Αν θέλω να είμαι με κάποιον άλλον, θα το σεβαστείς. Έτσι;
Α:Μπούρδες! Δε θέλω κανένας άλλος να σε αγγίζει, μόνο εγώ. Κατάλαβες;
Μ:Και τι θα κάνεις γι'αυτό;
Α:Θα τον σαπίσω στο ξύλο.
Μ:Εσύ; Ένας ώριμος και ήσυχος άνθρωπος;
Α:Στον έρωτα, δεν υπάρχουν αυτές οι λέξεις. Αλλιώς δεν είναι έρωτας!
Μ:Μ'αγαπάς ή απλώς είσαι ερωτευμένος; Έχει διαφορά.
Α:Και τα δύο.
Μ:Θέλω να μου το λες συνέχεια. Πιο γρήγορα. Σε λίγο τελειώνω. Χύσε μέσα μου.
Είχαν γίνει και οι δύο μούσκεμα από τον ιδρώτα. Ο Αντώνης μετά από λίγο τελείωσε μέσα της. Και ενώ ήταν ακόμη μέσα της και έχυνε, της χάιδευε το πρόσωπο και της είπε:
Α:Και σ'αγαπώ και είμαι ερωτευμένος μαζί σου, Μαρία.
Μ:Και εγώ, Αντώνη.
Κοιταζόντουσαν στα μάτια και το χαμόγελο που απλώθηκε στα πρόσωπα τους, από την μια στιγμή στην άλλη, χάθηκε. Γιατί την στιγμή που τελείωναν, δεν ήταν μόνοι τους.

Η πόρτα ακούστηκε να κλείνει δυνατά και γύρισαν και οι δύο να κοιτάξουν, σοκαρισμένοι.
Α & Μ:Άννα;!

ΈνοχοιWhere stories live. Discover now