Κεφάλαιο 36

776 45 1
                                    

Η Αλεξάνδρα όλο το Σαββατοκύριακο ήταν στο πλευρό του Αντώνη. Δεν τον άφησε στιγμή μόνο του. Ευτυχώς, ο Δημήτρης διέφυγε τον κίνδυνο. Ο γιατρός τους είπε ότι θα πρέπει να είναι σε ένα ήρεμο περιβάλλον, να μην κουράζεται και να ακολουθεί πιστά την αγωγή του. Όταν τα είπε αυτά ο Αντώνης στη Μαρία, της ήρθε μια ιδέα.
Μ:Τι θα έλεγες να τον προσέχουμε εμείς; Θα πούμε στον Ορέστη ότι είναι μακρινός ξάδερφος της Τούλας και δεν είχε κανέναν άλλον να τον φροντίσει.
Α:Τούλα, εσύ είσαι εντάξει μ' αυτό;
Τ:Ναι.
Α:Σ' ευχαριστώ και πάλι.
Τ:Δεν είναι ανάγκη. Θέλω και σας βοηθάω.
Όταν ο Δημήτρης πήρε εξιτήριο, ήδη η Μαρία είχε ενημερώσει τον Ορέστη μέσω βιντεοκλήσης και ο Ορέστης συμφώνησε, για να μην της χαλάσει το χατήρι. Ο Αντώνης εξήγησε στον Δημήτρη, ότι θα μείνει κάπου που θα είναι ήρεμα, θα τον φιλοξενήσουν και θα τον φροντίζουν και το μόνο που πρέπει να ισχυρίζεται είναι πως είναι μακρινός ξάδερφος της Τούλας. Ήταν απόγευμα Κυριακής, όταν ο Αντώνης επέστρεψε σπίτι και η Άννα δεν ήταν πουθενά. Πήγε αμέσως στο δωμάτιο και τα πράγματα της, όπως ρούχα και καλλυντικά, έλειπαν. Την ξαναπήρε τηλέφωνο και πάλι το είχε απενεργοποιημένο.
Α:Δημήτρη, πού είναι η μητέρα σου;
Δ:Δε γύρισε;
Α:Σου είπε πού θα πήγαινε;
Δ:Όχι.
Α:Πήρε όλα τα πράγματα της, Δημήτρη! Είναι δυνατόν να μην κατάλαβες τίποτα;
Δ:Τελευταία φορά, την είδα σήμερα το πρωί, πού να το φανταστώ; Μαλώσατε;
Α:Όχι. Από χθες, δε μου σήκωνε το τηλέφωνο. Τέλος πάντων, πάω να κάνω μπάνιο.
Δ:Καλά.

Δευτέρα πρωί
Ο Αντώνης ήταν ήδη ξύπνιος και τον πήρε τηλέφωνο η Αλεξάνδρα.
Α:Καλημέρα, στον ύπνο σου, με έβλεπες;
Αλ:Με πήραν τηλέφωνο και μου είπαν ότι είναι έτοιμα τα αποτελέσματα. Πάμε να τα πάρουμε μαζί;
Α:Ναι, σε 10' θα είμαι εκεί.
Αλ:Τέλεια.
Μετά από λίγο, είχαν τα αποτελέσματα στα χέρια τους.
Αλ:Θα τον ανοίξεις εσύ ή εγώ;
Α:Εγώ, γιατί εσύ τρέμεις.
Ο Αντώνης άνοιξε τον φάκελο και είδε το αποτέλεσμα. Και η Αλεξάνδρα το είδε και έκλαιγε.
Α:Τώρα, γιατί κλαις;
Αλ:Από συγκίνηση. Δεν έχω το δικαίωμα; Αφού κι εσύ βούρκωσες!
Α:Όχι ρε, μπήκε ένα σκουπιδάκι στο μάτι μου.
Αλ:Ναι, καλά. Τώρα τι θα κάνεις;
Α:Τι εννοείς;
Αλ:Δικαιούσαι από την περιουσία του.
Α:Ώπα. Δεν είχα καμία σχέση μαζί του, όσο ζούσε και δεν ήξερα καν την ύπαρξη του. Δεν πρόκειται να το κάνω τώρα, που πέθανε.
Αλ:Το πιστεύεις ή όχι, σε εμάς τους δύο τα έγραψε όλα.
Α:Θα δεχτείς την περιουσία του; Είδες τι σου έκανε με την κόρη σου! Σε φλόμωσε στα ψέματα, σε έκανε να πονέσεις, πέρασες βαριά κατάθλιψη. Ήσουν τυχερή, που είχες τον Λίαμ και την Βικτώρια να σε στηρίξουν.
Αλ:Θα τα χρησιμοποιήσουμε για καλό σκοπό. Αν δεν τα πάρουμε εμείς, θα τα πάρει η Ελβίρα και θα τα κάνει ρούχα και παπούτσια. Θέλω, να την πετάξουν στον δρόμο. Λυπάμαι που το λέω, αλλά τους μισώ. Τουλάχιστον, σκέψου το καλά, πριν την αποποιηθείς.
Α:Θα την δεχτώ. Αλλά μου κάνει εντύπωση το γεγονός ότι την κληρονομιά την παίρνουμε είτε εμείς, είτε η Ελβίρα και όχι οι 2 σας.
Αλ:Μεταξύ μας; Ο Λίαμ άλλαξε τη διαθήκη και θα μας βοηθήσει και σε άλλα. Πως θέλω να είμαι σε μια μεριά, να την δω, όταν θα της λένε ότι δεν της ανήκει τίποτα!
Α:Προς το παρόν, θα πρέπει να πάμε στο σχολείο.
Αλ:Ναι. Και πως βαριέμαι!
Α:Δεν έχει τέτοια. Πρέπει να μιλήσεις με τον Κωνσταντίνο, επιτέλους.
Αλ:Σωστά. Πάμε.

Ο Αντώνης με την Αλέξανδρα μπήκαν μέσα στο γραφείο μαζί, γελώντας και αυτό έκανε εντύπωση στους υπόλοιπους συνάδερφους. Πίστευαν ότι τρέχει κάτι παραπάνω μεταξύ τους.
Αλ:Λοιπόν, για να τελειώνουν τα πηγαδάκια και οι ψίθυροι, μόνο αυτό θα σας πω και δε θέλω παραπάνω ερωτήσεις. Σήμερα, μάθαμε ότι είμαστε αδέρφια με τον Αντώνη. Ιδού και η απόδειξη. Νιώθω πολύ χαρούμενη που είναι αυτός ο αδερφός μου και λυπάμαι πολύ, που το έμαθα μετά από 37 χρόνια και δεν είχα ποτέ την ευκαιρία να μοιραστώ την παιδική μου ηλικία μαζί του.
Κάποιοι συνάδερφοι έμειναν έκπληκτοι, κάποιοι συγκινήθηκαν, αλλά όλοι χειροκρότησαν.
Αλ:Πάω στην αίθουσα, να προετοιμάσω τον προτζέκτορα, γεια σας.
Η Αλεξάνδρα πήγε στην αίθουσα και σύνδεσε το καλώδιο του λάπτοπ, όταν κάποιος χτύπησε την πόρτα.
Αλ:Παρακαλώ;
Κ:Εγώ είμαι, να μπω;
Αλ:Ναι.
Κ:Χαίρομαι πολύ, που ο Αντώνης και εσύ, είστε αδέρφια.
Αλ:Γι'αυτό ήρθες;
Κ:Όχι. Γιατί έφυγες τότε; Σε ανάγκασε κάτι ή κάποιος να φύγεις; Σε παρακαλώ πες μου. Δεν οφείλω να ξέρω;
Η Αλεξάνδρα άρχισε να κλαίει. Ο Κωνσταντίνος την φίλησε στο στόμα, αλλά αμέσως μετά απομακρύνθηκε.
Αλ:Ήμουν έγκυος. Όταν το κατάλαβαν οι γονείς μου, δεν το πήραν ψύχραιμα. Μου έλεγαν να κάνω έκτρωση και να φύγω στο εξωτερικό. Δεν ήθελα όμως να κάνω κάτι τέτοιο, δεν μου πήγαινε η καρδιά να το κάνω. Έπειτα, μου υποσχέθηκαν ότι θα με στηρίξουν και εγώ τους πίστεψα, γιατί ήμουν αφελής και είχα ανάγκη κάπου να στηριχτώ. Όταν γέννησα, οι γιατροί μου είπαν ότι το μωρό έπαθε μια λοίμωξη και πέθανε. Απαρηγόρητη, πήγα στην Αμερική, να σπουδάσω. Εκεί, γνώρισα τον Λίαμ και τη Βικτώρια. Από την πρώτη στιγμή, με στήριξαν. Ο Λίαμ είναι δικηγόρος και η Βικτώρια ψυχολόγος. Πέρασα μια περίοδο βαριάς κατάθλιψης και έκανα απόπειρες αυτοκτονίας, αλλά τελικα επέζησα. Με τον Λίαμ είμαστε, ήμασταν μαζί τα τελευταία 7 χρόνια. Πριν λίγους μήνες, ο Γιάννης πέθανε και λίγο πριν πεθάνει, μου αποκάλυψε 2 πράγματα. Ότι έχει παιδί με κάποια άλλη και ότι η κόρη μου ζει. Γι'αυτό επέστρεψα, Κωνσταντίνε, για να βρω τον αδερφό μου, τον οποίο και βρήκα και την κόρη μας.
Κ:Αύριο το μεσημέρι, έλα στη συγκεκριμένη διεύθυνση.
Αλ:Τι είναι τώρα αυτό;
Κ:Απλώς έλα.
"Αύριο όλα θα ξεκαθαρίσουν. Συγγνώμη Αλεξάνδρα."

ΈνοχοιNơi câu chuyện tồn tại. Hãy khám phá bây giờ