Η Μαρία πήγε στο σπίτι και ήταν μόνο η Δανάη.
Μ:Ο Άλεξ;
Δ:Βγήκε βόλτα. Εσύ, πες μου τα νέα σου.
Μ:Καλά, τα συνηθισμένα. Δανάη, το ήξερες ότι πέθανε η γιαγιά;
Δ:Τι; Πότε; Πώς; Εσένα ποιος σου το είπε;
Μ:Ο "πατέρας" του Ορέστη. Από ανακοπή είπε. Δεν μου έκανε όμως αυτό εντύπωση.
Δ:Τι σου έκανε;
Μ:Το έχεις σκεφτεί ότι μπορεί να είναι εκείνος ο πατέρας σου; Μαμά; Γιατί δε μιλάς;
Δ:Θα πρέπει να κάνω τεστ dna. Επειγόντως. Θα με βοηθήσεις;
Μ:Ναι, μην ανησυχείς.
Δ:Σε ευχαριστώ για όλα κοριτσάκι μου.
Μ:Με τον Ιάσωνα, τι έγινε;
Δ:Τίποτα. Δε μιλάμε καν, έχει κόψει κάθε επαφή μαζί μου.
Μ:Δεν τον αδικώ.
Δ:Ούτε εγώ. Α! Θυμάσαι τον Λίαμ;
Μ:Ναι, που όταν ζούσατε στην Αμερική ένα διάστημα, ήσασταν σαν αδέρφια. Τι κάνει ο Θείος Λίαμ;
Δ:Χρειάζεται τη βοήθεια μας. Η αρραβωνιαστικιά του, έμαθε πριν λίγους μήνες ότι έχει έναν μεγαλύτερο αδερφό ή αδερφή από άλλη μητέρα και ότι η κόρη της δεν πέθανε.
Μ:Και τι στοιχεία βρήκες;
Δ:Θα σας τα πω, όταν έρθει Ελλάδα.
Μ:Οκ. Λοιπόν, ώρα να πηγαίνω. Θέλω να ξεκουραστώ. Θα πάρω δείγμα από τον κύριο Σταύρο και θα σου τη δώσω την επόμενη φορά που θα έρθω. Εντάξει;
Δ:Ναι, εντάξει. Στο καλό.
Μ:Γεια.
Η Μαρία επέστρεψε σπίτι και είδε τον Ορέστη με τον κύριο Σταύρο να μιλάνε και να πίνουν καφέ.
Μ:Γεια σας.
Σ:Γεια σου Μαρία.
Μ:Τι κάνετε;
Ο:Να εδώ συζητάμε. Εσύ; Νωρίς γύρισες.
Μ:Πήγα σπίτι και ήταν μόνο η μαμά, οπότε δεν είχαμε να πούμε πολλά. Πάω να βάλω πιτζάμες και να φάω.
Ο:Εντάξει, μωράκι μου.
Η Μαρία πήγε στην κουζίνα και αγκάλιασε την Τούλα.
Τ:Δεσποινίς σας τα έχω όλα έτοιμα. Σήμερα σας ετοίμασα φακόρυζο και μπρόκολο σαλάτα, γιατί πρέπει να παίρνετε όλες τις θρεπτικές ουσίες για το μωρό.
Μ:Σε ευχαριστώ πολύ. Έλα, κάθισε.
Τ:Πώς ήταν η μέρα σου, μέχρι τώρα;
Μ:Κουραστική, αλλά εντάξει. Τι να πεις κι εσύ! Αχ, υπέροχο το φαγητό. Τούλα, μια μέρα, πρέπει να σου μιλήσω για κάποια πράγματα. Δε θέλω να σε κοροϊδεύουν, ούτε εγώ, αλλά ούτε και κανένας άλλος. Κουβέντα σε κανέναν όμως, ναι; Ειδικά στα αφεντικά σου.
Τ:Ναι. Με τρομάζεις.
Μ:Μη φοβάσαι, απλά εμπιστεύσου με.
Ο Σταύρος έφυγε και η Μαρία ήθελε οπωσδήποτε το δείγμα από την κούπα.
Μ:Μωράκι μου;
Ο:Ναι;
Μ:Έχω λιγούρα για παγωτό νουτέλα, μπορείς να πας να μου πάρεις;
Ο:Είσαι σίγουρη;
Μ:Ναι. Έλα, μη μας χαλάς το χατήρι.
Ο:Εντάξει, πάω.
Ο Ορέστης έφυγε και η Μαρία έβαλε την κούπα σε μία σακούλα και την έβαλε μέσα στην τσάντα της. Κάτω την περίμενε η Τούλα.
Μ:Λοιπόν, τώρα που είμαστε μόνες μας, θα σου πω κάποια πράγματα. Τούλα, θέλω τη βοήθεια σου.
Τ:Τι συνέβη;
Η Μαρία της είπε όλη την αλήθεια. Της έδειξε και κάποια στοιχεία και της εξήγησε ότι αυτά δεν είναι αρκετά για να τους κλείσουν στη φυλακή. Η Τούλα, αν και σοκαρισμένη από όλα αυτά, της υποσχέθηκε πως θα τη βοηθήσει. Είχε και η ίδια λόγο να το κάνει.
YOU ARE READING
Ένοχοι
RandomΔεν είναι μία τυπική ιστορία καθηγητή-μαθήτριας. Όλα ξεκίνησαν χρόνια πριν. Σ'αυτή την ιστορία, κανείς δεν είναι αθώος... Κι ας προσπαθούν να αποδείξουν το αντίθετο. ΟΛΟΙ είναι Ένοχοι. Και ο καθένας κρύβει από ένα ή περισσότερα μυστικά. Αντώνης: 43...