Κεφάλαιο 27

972 48 6
                                    

Ο γάμος έγινε σε μια εκκλησία εκτός πόλης και παρόντες ήταν μόνο 6 άτομα. Η Δανάη, ο Νίκος,ο Αλέξανδρος, ο Ιάσωνας, η Άννα και ο Αντώνης.
Αν:Αχ Αντώνη μου, κοίτα την τι όμορφη νύφη που είναι.
Α:Ναι.
Ο γάμος τελείωσε και πήγαν να ευχηθούν στους νεόνυμφους.
Α:Ορέστη, το καλύτερο κορίτσι πήρες! Ελπίζω, να τη στηρίξεις με το μωρό και να μην την πιέζεις. Να ζήσετε!
Μ:Ευχαριστούμε πολύ, κύριε.
Αν:Να ζήσετε! Μακάρι, η απόφαση σου να κρατήσεις το μωρό, να σου βγει σε καλό!
Α:Τι της λες Άννα; Μην την τρομάζεις. Όλα καλά θα πάνε Μαρία.
Η Άννα με τον Αντώνη έφυγαν.
Ο:Τι ηλίθια γυναίκα!
Η Μαρία δε μίλησε και λιποθύμησε.
Ο:Μαρία;
Πήγαν στο σπίτι και τους επισκέφτηκε η γυναικολόγος της Μαρίας.
Ο:Πείτε μου.
Γ:Δεν θα πρέπει να κουράζεται, κυρίως σωματικά. Κινδυνεύει άνα πάσα στιγμή να πάθει κάτι και η Μαρία και το μωρό. Να την αφήνετε να ξεκουράζεται αρκετά, να μην τη στεναχωρείτε και να μην την πιέζετε. Και δε το λέω μόνο για εσάς, αλλά για όλους.
Ο:Εντάξει, ευχαριστώ.
Η Μαρία κοιμόταν για ώρες. Ή τουλάχιστον έτσι νόμιζε ο Ορέστης. Ακόμα και η γιατρός, ήταν στο κόλπο. Το βράδυ πήγε στο σαλόνι. Ο Ορέστης ήταν γεμάτος με κάτι χαρτιά, τα οποία τα άφησε, όταν είδε τη Μαρία.
Ο:Πώς αισθάνεσαι τώρα;
Μ:Εξαντλημένη. Πεινάω κιόλας. Έχει τίποτα να φάμε;
Ο:Ναι, η Τούλα έφτιαξε σνίτσελ χοιρινό α λα κρεμ με μπόλικα μανιτάρια, πατάτες τηγανιτές στρόγγυλες, ρύζι με ανάμεικτα λαχανικά, ρόκα με λιαστές ντομάτες, βαλσάμικο και τυρί και για γλυκό σουφλέ σοκολάτας με καραμέλα στη μέση.
Μ:Πωω τρελαίνομαι. Θα τα φάω όλα.
Και όντως τα έφαγε όλα.
Μ:Ορέστη;
Ο:Ναι;
Μ:Αν παχύνω, θα με αγαπάς;
Ο:Πόσο να παχύνεις;
Μ:Ε δε ξέρω. Εγώ περίμενα να μου πεις, ναι.
Ο:Αν παχύνεις, θα σου φέρω ό,τι καλύτερο υπάρχει για να αδυνατίσεις. Αυτή η κωλάρα θέλω να συνεχίσει να υπάρχει και να τη χαίρομαι μόνο εγώ και κανένας άλλος.
Η Μαρία αηδίασε. Μετά θυμήθηκε τον Αντώνη, μια μέρα που είπε για την κωλάρα της και ηρέμησε. Της έλειπε ο Αντώνης, όπως του έλειπε και εκείνου η Μαρία, κι ας μιλούσαν όλο το απόγευμα με μηνύματα.
Μ:Πάω πάλι πάνω να κοιμηθώ. Τα λέμε αύριο.
Ο:Εντάξει.
Τον πλησίασε και τον φίλησε. Μόνο τα φιλιά με τον Αντώνη όμως, ήταν αυτά που άξιζαν και με το παραπάνω.

Η Κυριακή πέρασε χαλαρά, με τη Μαρία να διαβάζει για τις Πανελλήνιες. Επιτέλους, ήταν και πάλι Δευτέρα και θα βλεπόντουσαν με τον Αντώνη.
Α:Λοιπόν. Μεθαύριο, τις δύο τελευταίες ώρες δεν θα έχουμε μάθημα. Μήπως ξέρετε το γιατί;
Μαθ:Όχι!
Α:Θα δώσουμε στους κηδεμόνες σας, τους ελέγχους του τετραμήνου. Έχουμε να ζήσουμε πάλι στιγμές... Εγώ πάντως, σας έβαλα καλούς βαθμούς. Σε γενικές γραμμές δεν έχω "παράπονα" από εσάς.
Κ:Ευτυχώς τις δύο τελευταίες ώρες της Τετάρτης, έχουμε τραγικά μαθήματα και δε χάνουμε με εσάς.
Μ:Κύριε, μην την ακούτε. Μια χαρά είναι και τα μαθήματα και οι καθηγητές. Απλώς το Κατερινιώ βαριέται που ζει.
Κ:Άι μωρή, υποτίθεται ότι είμαστε φίλες!
Α:Αχ τι να πεις βρε Κατερίνα. Τραβάτε κι εσείς τα ζόρια σας. Θέλετε να λύσουμε τώρα τα προβλήματα σας ή να ξεκινήσουμε το μάθημα;
Κ:Ε άντε, ας το ξεκινήσουμε. Μια ψυχή που είναι να βγει.
Α:Σας ευχαριστώ δεσποινίς για τη μεγαλοψυχία σας. Κρίμα που σας έβαλα μόνο 11 με 13 στον έλεγχο.
Κ:11 με 13; Αδύνατον!
Α:Πλάκα κάνω. Θα τους δεις μεθαύριο.
Κ:Ουφ, εντάξει.
Βγήκαν διάλειμμα και η Μαρία με την Κατερίνα καθόντουσαν σε ένα παγκάκι.
Κ:Αχ ο κύριος Αντώνης. Μπορεί να είναι μεγαλύτερος μας τόσα χρόνια, αλλά είναι τόσο γοητευτικός, τόσο sexy, τόσο...
Μ:Φτάνει!
Κ:Μαρία, τι έπαθες;
Μ:Είσαι ερωτευμένη μαζί του;
Κ:Δε ξέρω. Μπορεί. Πάντως, σίγουρα μου αρέσει.
Μ:Εγώ, θα σου έλεγα να βρεις κάποιον άλλον.
Κ:Άμα βρεθεί και για μένα κάποιος ματσωμένος να με γουστάρει, ναι, γιατί όχι;
Η Μαρία πήρε την τσάντα της και σηκώθηκε από το παγκάκι.
Κ:Τώρα γιατί φεύγεις;
Μ:Γιατί δε μπορώ να ακούω μαλακίες!
Τις υπόλοιπες ώρες δε μιλούσαν καν.
Α:Κορίτσια, τι συνέβη; Θέλετε να μου πείτε, να σας βοηθήσω;
Κ:Να, είπα μια μαλακία και μου θύμωσε.
Α:Τι είπες δηλαδή;
Μ:Αφήστε το.
Α:Καλά.
Κ:Εγώ μπορώ να σας μιλήσω για κάτι, ιδιαιτέρως;
Α:Εμ ναι.
Μ:Εγώ να πηγαίνω.
Η Μαρία ήταν απ'έξω και κρυφάκουγε.
Α:Πες μου, μπορώ να σε βοηθήσω σε κάτι;
Κ:Το ξέρετε ότι παρά την ηλικία σας είστε πολύ σέξι;
Ο Αντώνης άρχισε να γελάει.
Α:Συγγνώμη, μου την πέφτεις;
Κ:Ναι. Ίσως. Μπορεί.
Η Κατερίνα τον άρπαξε από τον γιακά και τον φίλησε στο στόμα. Ο Αντώνης την απομάκρυνε αμέσως.
Α:Είμαι τρελά ερωτευμένος με άλλη, είμαι παντρεμένος και καθηγητής σου, που θέλεις να τον βάλεις σε μπελάδες χωρίς λόγο.
Κ:Δεν σας αρέσω δηλαδή;
Α:Θες την αλήθεια; Υπό άλλες συνθήκες, ίσως να έκανα κάτι μαζί σου, αλλά υπό αυτές τις συνθήκες όχι. Δεν αισθάνομαι κάτι παραπάνω για σένα και βρες κάποιον άλλον. Δεν έχω κάτι άλλο να πω, φύγε.
Η Κατερίνα έφυγε κλαίγοντας και κατέβηκε στην αυλή, ενώ η Μαρία που κρύφτηκε, ξαναπήγε στην αίθουσα.
Μ:Τι σε ήθελε η Κατερίνα;
Α:Το ήξερες ότι με γουστάρει;
Μ:Ναι, κάτι μου είχε πει, αλλά ποτέ δε φαντάστηκα ότι θα σε φιλούσε κιόλας.
Α:Είδες το φιλί;
Μ:Ναι, και τα άκουσα όλα.
Α:Εγώ...
Μ:Τι, εσύ; Μόνο χαστούκι που δεν της έδωσες.
Α:Ναι, γιατί καμία δε φιλάει σαν εσένα, καμία δεν με κάνει να νιώθω, όπως όταν φιλάω εσένα, καμία δεν έχει τα χείλη σου, καμία δεν είναι όπως εσύ.
Ο Αντώνης κλείδωσε την πόρτα και ξεκίνησαν πάλι να φιλιούνται παθιασμένα. Ώσπου, κάποιος χτύπησε την πόρτα.
-Αντώνη, είσαι μέσα;
Η Μαρία και ο Αντώνης κοιτούσαν ο ένας τον άλλον και δε μιλούσαν.
Τίποτε δε μένει κρυφό για πολύ, αλλά δε μπορούσε το σύμπαν να περιμένει άλλους 4 μήνες;
Και τώρα; Αυτό ήταν; Ήρθε το τέλος;

ΈνοχοιTahanan ng mga kuwento. Tumuklas ngayon