Κεφάλαιο 32

816 49 4
                                    

Η Δανάη έκλαιγε. Πήρε τηλέφωνο τη Μαρία, η οποία μέσα σε λίγη ώρα ήταν στο σπίτι και η Δανάη της τα είπε όλα.
Μ:Ηρέμησε και σκέψου, αν είχες παρατηρήσει ποτέ, κάτι ύποπτο. Ποιος ερχόταν συχνότερα στο σπίτι σας;
Δ:Πολλοί. Μην σε απασχολεί εσένα αυτό, θα βρω την άκρη μόνη μου. Ήθελα απλώς κάποιον δίπλα μου. Σ' ευχαριστώ που ήρθες.
Μ:Δεν έκανα τίποτα φοβερό.
Δ:Κάποιες φορές νιώθω πως δε διαφέρω καθόλου από τη δική μου μητέρα. Το ίδιο απαίσια είμαι κι εγώ, όπως κι εκείνη.
Μ:Δεν είσαι τόσο, όσο νομίζεις. Τέλος πάντων, χρειάζομαι τη βοήθεια σου.
Δ:Δηλαδή;
Μ:Εγώ και ο Αντώνης, να μάθουμε το φύλο του μωρού, χωρίς να μας καταλάβει κανείς.
Δ:Εντάξει.
Μ:Σ'ευχαριστώ πολύ. Γεια.
Δ:Γεια.
Αχ κοριτσάκι μου. Υπάρχει κάτι κοινό μας, που δε το ξέρεις.

Είχε περάσει 1,5 μήνας. Η Αλεξάνδρα ακόμη δε μίλησε με τον Κωνσταντίνο. Ήταν στην παρέα τους, εκείνος όμως δεν την ήθελε και ο Αντώνης το κατάλαβε. Δε μπορούσε όμως να καταλάβει το γιατί. Μια μέρα ήταν στην αίθουσα μόνο οι 2 τους.
Α:Γιατί δε συμπαθείς την Αλεξάνδρα; Σου έχει κάνει κάτι;
Κ:Μπορεί και όχι, μπορεί και ναι.
Α:Θες να μου πεις; Ή καλύτερα να πεις σε εκείνη.
Κ:Όχι.
Α:Και τι προτιμάς; Να της πούμε ότι δε θέλουμε πλέον να είναι στην παρέα μας; Αφού όλοι την συμπαθούμε, εκτός από σένα.
Κ:Και σένα ποιο είναι το ζόρι σου; Την γουστάρεις και δε θες να παρεξηγηθεί;
Α:Μπορεί και να την γουστάρω!
Ο Κωνσταντίνος γούρλωσε τα μάτια του.
Κ:Είσαι παντρεμένος Αντώνη. Να μείνεις μακριά της.
Α:Όχι, δεν την γουστάρω, αλλά μόλις σιγουρεύτηκα, ότι αυτός που την γουστάρει είσαι εσύ.
Κ:Ορίστε; Εγώ; Καμία σχέση. Υπάρχουν πράγματα που δε ξέρεις, Αντώνη. Ελπίζω κάποια στιγμή να βρω το κουράγιο να σου τα πω.
Α:Δε χρειάζεται να μου πεις κάτι. Ό,τι είναι να πεις, πες το σε εκείνη, μπορεί όλα να είναι μία παρεξήγηση. Δε ξέρω πως να το εξηγήσω, αλλά την νιώθω σαν την αδερφή που δεν είχα ποτέ. Ώρα να πηγαίνω, σκέψου όσα σου είπα, ναι;
Κ:Εντάξει.

Ήταν μεσημέρι, όταν ο Αντώνης είδε την Αλεξάνδρα να πίνει μπύρες στο παρκάκι.
Αν:Αλεξάνδρα; Τι κάνεις εδώ, μεσημεριάτικα;
Αλ:Α, γεια σου Αντώνη. Σκεφτόμουν. Δε με χωρούσε το σπίτι της κολλητής μου.
Αν:Κι εγώ πολλές φορές, όταν δεν είμαι καλά, βγαίνω έξω και περπατάω μόνος μου.
Αλ:Θες να καθίσεις δίπλα μου;
Αν:Ναι, φυσικά.
Η Αλεξάνδρα κοιτούσε την παιδική χαρά απέναντι.
Αλ:Αντώνη, έχεις παιδιά;
Αν:Ναι. Εσύ;
Αλ:Ναι.
Αν:Αλήθεια; Δεν μας έχεις πει τίποτα.
Αλ:Ναι και ξέρεις γιατί; Γιατί 19 ολόκληρα χρόνια, νόμιζα πως πέθανε!
Αν:Και πώς το έμαθες ότι ζει;
Αλ:Ο... "πατέρας" μου, μου το είπε. Αυτός φταίει που 19 ολόκληρα χρόνια στερήθηκα την κόρη μου. Δε ξέρω πού είναι, τι κάνει, δεν είχα ποτέ την ευκαιρία να την φέρω στην παιδική χαρά να παίξει, να της μαγειρέψω, να κάνουμε μαζί πράγματα, και όλα αυτά μου τα στέρησε ο ίδιος μου ο πατέρας! Αλλά δεν μου είπε μόνο αυτό.
Αν:Αλλά και τι άλλο;
Αλ:Έχω έναν αδερφό ή μία αδερφή, εξαρτάται.
Αν:Γι'αυτό επέστρεψες στην Ελλάδα; Για να τους βρεις;
Αλ:Ναι. Και δεν θα το πιστέψεις ποια με βοηθάει.
Αν:Ποια;
Αλ:Η μαθήτρια μας, η Μαρία με τη μητέρα της.
Αν:Αλήθεια; Άντε, μακάρι να τους βρεις σύντομα και τους 2. Ό,τι χρειαστείς πάντως, είμαι κι εγώ εδώ.
Αλ:Σ'ευχαριστώ πολύ Αντώνη. Ξέρεις κάτι; Μακάρι να ήσουν εσύ ο αδερφός μου.
Αν:Χαχα. Κι εγώ έτσι σε αισθάνομαι. Ε και να μην είμαστε, δεν πειράζει, αδερφούλα.
Αλ:Στο καλό, αδερφούλη. Τα λέμε αύριο στο σχολείο. Και σ'ευχαριστώ που με άκουσες.
Αν:Εγώ σ'ευχαριστώ, που μου άνοιξες την καρδιά σου. Καλό απόγευμα.
Αλ:Επίσης.

Η Μαρία ήταν στο σπίτι του Ορέστη και διάβαζε. Ο Ορέστης μπήκε μέσα στο σπίτι και μετά από λίγο ήδη ξεκίνησαν να τρώνε.
Ο:Αύριο φεύγω ταξίδι.
Μ:Έτσι ξαφνικά;
Ο:Ναι.
Μ:Να της πεις, ότι είσαι παντρεμένος και περιμένεις παιδί.
Ο:Ποιας;
Μ:Της... "δουλειάς"!
Ο:Και νόμιζα πως μόνο εγώ σε ζηλεύω, αλλά κι εσύ δεν πας πίσω.
Μ:Ξέρεις κάτι; Πήγαινε, αλλά μην τυχόν και μάθω κάτι. Την έβαψες!
Ο:Σου είμαι πιστός, μωράκι μου. Όσο ξέρω πλέον ότι μου είσαι κι εσύ.
Με το ζόρι κρατήθηκε η Μαρία να μη γελάσει.
Ο Ορέστης ετοίμασε τα πράγματα και θα έλειπε για μερικές μέρες.

Το επόμενο πρωί έφτασε, και η Μαρία με τον Ορέστη, έτρωγαν πρωινό.
Ο:Για το φύλο του μωρού, πότε θα μάθουμε;
Μ:Εγώ λέω να μη μάθουμε, να είναι έκπληξη.
Ο:Καλά, δε σου χαλάω χατήρι. Ελπίζω πάντως να αλλάξεις γνώμη.
Μ:Μπα, δε νομίζω. Καλό ταξίδι. Μόλις φτάσεις, πάρε με.
Ο:Εντάξει. Καλό μάθημα. Να προσέχεις.

Ο Αντώνης βγήκε από το σπίτι του και ήταν μέσα στο αυτοκίνητο. Χτύπησε το κινητό του, μπήκε στο πάρκινγκ μιας καφετέριας και τότε κάλεσε πίσω.
Μ:Καλημέρα κύριε.
Α:Καλημέρα. Συνέβη κάτι;
Μ:Όχι.
Α:Σου έλειψα;
Μ:Όχι.
Α:Όχι; Εμένα πάντως μου έλειψες. Ανυπομονώ να σε δω στο σχολείο.
Μ:Τι θα έλεγες να με δεις σήμερα και εκτός σχολείου;
Α:Τι εννοείς;
Μ:Σου έχω μια έκπληξη. Θα είμαι στη συγκεκριμένη διεύθυνση, στον 3ο όροφο. Να έρθεις να με βρεις. Εντάξει;
Α:Ναι. Νομίζω πως θα πεθάνω από την αγωνία μου.
Μ:Έκπληξη. Θα σου αρέσει πολύ.
Οι ώρες πέρασαν. Η Μαρία δεν του είπε τίποτα, όσο κι αν προσπάθησε να την πείσει να του πει. Περίμενε πως και πως να σχολάσει για να πάει στο μέρος που του είπε η Μαρία.
Ανέβηκε στον 3ο όροφο και μπήκε μέσα σε ένα δωμάτιο. Στο κρεβάτι ήταν ξαπλωμένη η Μαρία, δίπλα της καθόταν η γυναικολόγος, που είχε πει στον Ορέστη, ότι και καλά είναι επικίνδυνο για τη Μαρία να κάνει σεξ και είχε και μία άλλη καρέκλα από την άλλη μεριά.
Γ:Είστε ο πατέρας;
Α:Ναι.
Ο Αντώνης κάθισε δίπλα στη Μαρία.
Η γυναικολόγος ξεκίνησε να της κάνει τον υπέρηχο και ο Αντώνης με τη Μαρία, κρατούσαν ο ένας το χέρι του άλλου.
Ήταν απερίγραπτη η χαρά τους, γιατί έβλεπαν για πρώτη φορά μαζί, το μωρό τους.
Γ:Είστε έτοιμοι να μάθετε το φύλο του μωρού σας;
Α&Μ:Ναι.
Γ:Λοιπόν. Είναι κοριτσάκι!

ΈνοχοιDove le storie prendono vita. Scoprilo ora