ΑΓΑΠΗ ΜΟΥ

973 82 6
                                    

Τα πελώρια κύματα εκανα το κολύμπι δύσκολη υπόθεση . Προσπαθούσε να την φτάσει , κι ας μην ήξερε που ακριβώς βρισκόταν . Τα κύματα είχαν κρύψει το πρόσωπο της . Πάλευε στα τυφλά πλέον . Έπρεπε να εμπιστευτεί το ένστικτο του για να την σώσει . Ένα ένστικτο που για χρόνια δεν λειτουργούσε . Έπρεπε όμως να βάλει τα δυνατά του , να προσπαθησει να ξεπεράσει τον θάνατο της αδερφή του για να μην χάσει και την Αριελλα .
«Κανε απλώς να μην πάθει κάτι .. να είναι καλά . Μόνο αυτό .» Επαναλάμβανε συνεχώς στον εαυτό του σαν κασέτα έπρεπε να είχε προλάβει . Βούτηξε το κεφάλι του μέσα στα ταραγμένα νερά κ ο επιτέλους είδε το σώμα της κάτω ά Ότο βυθό να παλεύει με την άγρια θάλασσα . Δίχως να σκεφτεί περαιτέρω κολύμπησε γρηγορότερα μέχρι να φτάσει στο μέρος της τα χέρια του έπιασαν το κορμί της τραβώντας την προς την επιφάνεια . Όμως κάτι έμοιαζε λάθος . Δεν ένιωσε το ίδιο πεταρισμα στην καρδιά της οπως κάθε άλλη φορά που την άγγιζε . Ήταν κάτι άλλο αδιάφορο . Παραξενεμενος αναζήτησε το πρόσωπο της .
Τα μάτια του άνοιξαν διάπλατα . Δεν ήταν η Αριελλα . Ναι από μακρυά πάνω στον πανικό του για να την βρει είχε μπερδέψει εκείνη την γυναίκα που κρατούσε στα χέρια του για τη γυναίκα που αγαπούσε . Οπως και να είχε κι εκείνη είχε ανάγκη την βοήθεια του . Είχε χάσει τις αισθήσεις της . Με προσοχή την τράβηξε έξω στην στεριά , αφήνοντας την πάνω στην δροσερή άμμο . Έβγαλε βιαστικά το κινητό από την τσέπη του καλώντας ασθενοφόρο για. Την άτυχη γυναίκα . Δεν μπορούσε να μείνει άλλο μαζί της . Έπρεπε να βρει την Αριελλα .
Εξαφανίστηκε από τον μικρό κόλπο σαν σίφουνας μέσα στο σκοτάδι . Ο άντρας με τον οποίο είχε μιλήσει του διαβεβαίωσε πως το ασθενοφόρο θα έφτανε εγκαίρως . Ο Έντουαρτ εύχονταν πραγματικά να ίσχυε κάτι τέτοιο . Δεν μπορούσε όμως βα καθίσει περισσότερο . Η ανάγκη του να βρει την Αριελλα έτρωγε τα σώθηκα του σιγά αλλ βασανιστικά . Έριξε μια τελευταία μάτια πίσω του από ψιλά και έπειτα συναιχισε να κατηφορίζει τον κεντρικό δρόμο , κοιτάζοντας περισσότερο προσεκτικά αυτή τη φορά . Δεν ήξερε πως έπρεπε να αισθανθεί . Ανακουφισμένος που η Αριελλα δεν ήταν αυτή που πνίγονταν στην φουρτουνιασμένη θάλασσα , ή ανήσυχος πως κάτι χειρότερο από αυτό της είχε συμβεί ;
Ένα δυο αυτοκίνητα πέρασαν από δίπλα του , γεμίζοντας με φως το σκοτάδι με τους προβολείς τους . Μια ακόμη παραλία ξεπρόβαλε μπροστά του η οποία στιγμιαία φωτιστικε με το φως των αυτοκινήτων , επιτρέποντας του έτσι να παρατηρήσει ακόμη μια φιγούρα να κάθεται στην άμμο κοιτώντας τα κύματα . Στάθηκε για λίγο εκεί , κοιτάζοντας επίμονα προς το μέρος της φιγούρας . Έπρεπε να κατέβει και να το ελέγξει ή θα έκανε πάλι λάθος ;
Τελικά η πρώτη επιλογή υπερίσχυσε μέσα του και πηδώντας τα προστατευτικά κάγκελα του δρόμου βρέθηκε να κατηφορίζει τον απότομο αμμόλοφο με γρήγορα βήματα .
Φτάνοντας κάτω περπάτησε πιο ήρεμα καθώς λησιαζε την φιγούρα .
«Άρια ;!» Φώναξε δυνατά και αυτή τη φορά ένα κεφάλι γύρισε προς το μέρος του .
Η κοπέλα σηκώθηκε όρθια και άρχισε να πλησιάζει τον άντρα παραξενεμενη . Πως την είχε βρει ;
Όσο τον πλησίαζε τα χαρακτηριστικά της γινόταν πιο ξεκάθαρα , η ελαττωμένη όραση του καλυτερεύει και μπορούσε πλέον να διακρίνει ξεκάθαρα την μορφή της γυναίκας που αναστάτωνε τον εσωτερικό του κόσμο με τρόπο που ο ιδιος αδυνατούσε να εξηγήσει .
Με απότομες σχεδο κινήσεις την τράβηξε στο μέρος του χώνοντας την στην αγκαλιά του .
«Άρια ! Δοξα Συ ο θεός ! Μην μου το ξανακάνεις αυτό !»
«Ει... ει Ηρεμισε . Τι συνέβη ; Γιατί κανεις έτσι ;»
«Νόμιζα πως ... πως θα σε έχανα πως ,..»
«Πως θα αυτοκτονούσα ;»
Έξυσε άμηχανα το κεφάλι του επιτρέποντας της να δραπετεύσει για λίγο από την αγκαλιά του .
«Ναι ...»
«Έχω ξεπεράσει αυτή τη φάση της ζωης μου Έντουαρτ . Δεν θα αυτοκτονούσα επειδή έμαθα ότι έμαθα . Ειδικά όταν ...»
«Όταν ;»
«Όταν ξέρω πως θα εχανα εσένα . Δεν θέλω να σε χάσω ... ξέρω πως μπορεί να έχεις θυμώσει μαζί μου . Συγνώμη .. δεν ... τόσα χρόνια πίστευα πως ο πατέρας σου είχε σκοτώσει τους γονείς μου . Τον εκανα δολοφόνο ενώ δεν ήταν . Ήθελα να σκοτώσω εσένα . Παραλίγο να πέθαινες εξαιτίας μου .. Εγώ ...»
«Μπορείς να σκάσεις ;»
«Τι ;»
Την πλησίασε περισσότερο αναγκάζοντας την να κάνει μερικά βήματα πιο πίσω , μέχρι που το πόδι της σκόνταψε δεν θα μικρή πέτρα ρίχνοντας την κάτω στην αμμουδιά . Εκείνος σαν αίλουρος ανέβηκε από πάνω της χαμογελώντας της πονηρά . Αυτή η γυναίκα τον τρελαίνει . Ήταν δυναμική και τόσο αθώα την ίδια στιγμή . Απλώς εύχονταν ο θεός να μη ντου πάρει ξανά τέτοια ευτυχία .
«Λεω...» ξεκίνησε καιως άφηνε μικρά φιλία στον λοβό του αυτιού της κάνοντας την να ανατριχιάσει ολόκληρη και μικρά βογκητά να ξεφύγουν από τα χείλη της .
«Πως πρέπει να κλείσεις αυτό το στοματάκι σου ... και νομίζω πως βρήκα τον τέλειο τροπο φια να το κάνω .»
«εντουαρτ τι ..»
δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει όσα έλεγε . Τα χείλη του επιτέθηκαν πάνω στα δικά της με δύναμη κόβοντας της κάθε λέξη . Το φιλί του την παρεσσειρε . Όσο και εάν ήξερε πως ήταν λάθος από την στιγμή που θα παντρεύονταν , δεν μπορούσε να το σταματήσει . Κάθε λεπτό τον αποζητούσε κι άλλο , το κορμί της φώναζε το όνομα του ακόμη και εάν το στόμα της δεν μπορούσε να το πει . Ήταν δίκη του . Του είχε δοθεί ψυχή και σώματι για πάντα .
Τα χέρια του ταξίδεψαν στο κορμί της μέχρι που χωθηκαν κάτω από την μπλούζα της .
«Έντουαρτ ..»
«Μμμμ;»
«Πρέπει .. πρέπει να σταματήσεις ...»
δάγκωσε τον λοβό της κάνοντας την να βογκιξει
«Γιατί αγάπη μου ; Αφού ξέρω πως το θες ..»
«Παντρεύομαι σύντομα ..»
τα μάτια του σκοτείνιασαν . Στάθηκε στους αγκώνες του ώστε να μην την πιέζει με το σώμα του και την κοίταξε με θυμό .
«Τι είπες ;»
«Παντρεύομαι .. δεν... δεν είμαι ανήθικη ..»
«Για ξαναπες το άλλη μια φορά ..»
«Πα ...»
«Κανένας άλλος  μπάσταρδος δεν θα σε παντρευτεί εκτός απ ο εμένα ! Το ακούς αυτό ; Εάν τολμήσει βα σε αγγίξει άλλος θα τον σκοτώσω με τα ίδια μου τα χέρια ! Κι εσένα εάν τον αφήσεις ..... είσαι δίκη μου γαμωτο ! Πες το !»
Η κοπέλα τον κοίταξε για μια στιγμή σιωπηλή , δίχως να έχει τι να του πει . Τα λόγια του , η κτητικότητα του την αναστάτωναν ολόκληρη .
«Πες το !»
«Είμαι δίκη σου .»
«Ξανά γαμωτο !» Την φίλησε πάθος καθώς της αφαιρούσε τα ρούχα .
«Είμαι δίκη σου» ψιθύρισε πάνω στα χείλη του χαμογελώντας του γλυκά .
«Ξανά !»
«Είμαι δίκη σου !» Αυτή τη φορά φώναξε κι εκείνος μπήκε μέσα της με δύναμη κατακτώντας την για ακόμη μια φορά
«Είσαι σαν μάγισσα μικρή . Ε έχεις τρελάνει .»
«Έδωσες πνοή στην ζωή μου ... για εσένα παλεύω το ξέρεις ;»
«Το ξέρω μικρή ... εάν τολμήσει να σε αγγίξει άσεμνα άλλος άντρας θέλω να μου το πεις .»
«Έντουαρτ δνε ξέρω εάν ...εάν θα μπορέσω το εμπιδσω ... εάν το σχέδιο σου καθυστερήσει ; Εάν γίνει ο γάμος ;»
«Ποτέ ! Μόνο πάνω από το πτώμα μου θα σε αφήσω να γίνεις γυναίκα κάποιου άλλου . Και ειδικά εκείνου που είδα σήμερα το πρωί στο σπίτι σου . Εάν φινει κάτι τέτοιο θα χαθώ .»
«Είμαι δίκη σου . Για πάντα ! Δεν έχεις να αμφιβάλλεις για την αγάπη μου . Ακόμη και εάν αναγκαστώ να κοιμηθώ με άλλον άντρα ..»
«Σσς ... δεν θέλω να το ξανακούσω αυτό ... δνε θα συμβεί . Έλα ντυσου τώρα να γυρίσουμε πίσω . Πρέπει να ξεκουραστείς .»
«Γιατί ; Δνε θα με γυρίσεις σπίτι ;»
«Όχι ... τα έχω κανονίσει όλα .. για την επόμενη έβδομα είσαι δίκη μου . Και αύριο θα πάμε να πάρουμε τον αδερφό σου»
«Το ..το εννοείς ;»
«Φυσικά άρια , στο υποσχέθηκα»
Χώθηκε στην αγκαλιά του σφίγγοντας τον όσο περισσότερο μπορούσε πάνω της .
«Σε ευχαριστώ ... σε αγαπώ τόσο πολύ .»
Ο Έντουαρτ χαμογέλασε στα λόγια της .
«Κι εγώ άρια ... κι εγώ .»

Femme FataleWhere stories live. Discover now