ΝΑ ΜΗΝ ΣΕ ΕΝΔΙΑΦΕΡΕΙ

1.2K 128 4
                                    

Τράβηξε τα χέρια του από πάνω της κοιτώντας τον δολοφονικά .
«Σου είπα να κοιτάξεις ;!»
«Απάντησε μου σε αυτό που σε ρώτησα Αριελλα .»
«Όχι ! Δεν είναι δουλειά σου να ξέρεις . Και δεν είχες κανένα δικαίωμα να σηκώσεις την μπλούζα μου . Ήταν ξεκάθαρα λάθος όλο αυτό .»
Του είπε νευριασμενη και έκανε να σηκωθεί . Ο Έντουαρτ άπλωσε απευθείας το χέρι του εμποδίζοντας την.
«Σου είπα να μου απαντήσεις σε κάτι .»
«Και εγώ σου απάντησα όχι !»
«Αριελλα .»
«Δεν χρειάζομαι την λύπηση σου . Η την λύπηση κανενός άλλου . Είδες κάτι που δεν έπρεπε . Μεχρι εκεί .»
«Δεν σε λυπάμαι . Απλώς θέλω να μάθω .»
«Δεν είναι δουλειά σου .»
«Μπορεί όχι , θέλω όμως να ξέρω .»
«Για ποιον λόγο ;»
«Πες το ενδιαφέρον . Κάτι με τραβάει και θέλω να μάθω τα πάντα για εσένα .»
«Καλύτερα να μην μάθεις τίποτα για εμένα .»
Του γύρισε απότομα την πλάτη πλησιάζοντας την πόρτα . Δεν άντεχε να μείνει άλλο . Οι άμυνες της θα έπεφταν . Θα γινόταν εκείνο το ευάλωτο κορίτσι που απεχθανόταν . Και ήταν κάτι που δεν θα επέτρεπε να γίνει . Τουλάχιστον όχι μπροστά σε αυτόν.
Μπορούσε να ακούσει την αναπνοή του . Ξταν έντονη . Λες και ήθελε να της πει κάτι όμως δίσταζε . Ίσως και εκείνη έπρεπε να του μιλήσει . Αποφάσισε όμως να μην το κάνει .
«Εάν προκύψει δουλειά φώναξε με .» Του πέταξε χαμηλόφωνα και έπειτα βγήκε έξω .
Προσπέρασε το δωμάτιο της κατεβαίνοντας στον κάτω όροφο .
Ήταν ακόμη βαθύ σκοτάδι . Δεν είχε ιδέα τι ώρα ήταν . Δεν την ένοιαζε . Απλώς χρειαζόταν κάτι για να πιει . Επιγοντως .
Μπήκε στην κουζίνα μορφαζοντας . Γαμημενη πληγή . Υπήρχαν στιγμές που απλώς ήθελε να ξεριζώσει το δέρμα της για να μην πονάει άλλο . Το μετανιωνε ακριβώς μετά .
Ακούμπησε ελάχιστα στον πάγκο της κουζίνας προσπαθώντας να πάρει μια βαθειά ανάσα . Έπρεπε να είναι δυνατή . Ένα ποτό και θα περνούσαν όλα . Άνοιξε ένα ένα τα ντουλάπια . Τίποτα . Ούτε ένα μπουκάλι ουίσκι . Ακόμη και αυτό που υπό άλλες συνθήκες δεν θα το ακουμπούσε τώρα το είχε ανάγκη .
Ξεφυσιξε . Δεν είχε άλλη επιλογή . Θα έβγαινε έξω . Είχε ανάγκη από αέρα . Κάτι , οτιδήποτε που θα την έκανε να ηρεμίσει , να φύγει το ηλιθιο μυαλό της από μονοπάτια που θα τηβ οδηγούσαν στην καταστροφή . Χρειαζόταν όλη την αυτοσυγκέντρωση της . Όλη . Μόνο έτσι θα πετύχαινε το σχέδιο της .
Η πόρτα ήταν ξεκλείδωτη. Ευτυχώς για εκείνη δεν θα κινδύνευε να ξυπνήσει κανέναν . Το χιόνι είχε στρωθεί για τα καλά στους δρόμους . Δεν μπορούσε να πάρει την μηχανή της . Σίγουρα θα ήταν πολύ επικίνδυνο . Ακόμη και για εκείνη που δεν την ένοιαζε η σωματική της ακεραιότητα .
Άρχισε να βαδίζει προς τους στάβλους . Ήταν ότι καλύτερο μπορούσε να κάνει . Ο κρύος αέρας την βοηθούσε να μετριάσει τον πόνο . Ήταν αρκετά .
Το μαύρο άτι την αναγνώρισε αμέσως και χλιμιτρισε χαρούμενα . Δεν φοβήθηκε να το πλησιάσει . Ήξερε πως δεν θα την πείραζε . Χάιδεψε την μουσούδα του δίνοντας του λίγο σανό .
«Ποσό άδικη είναι η ζωή . Να μην υπάρχει κανένας που να μπορεί να με καταλάβει εκτός από εσένα . Και πάλι εσυ να μην μπορείς να μου μιλήσεις καν .»
Το ζώο χλιμιτρισε δυνατότερα σηκώνοντας τον εαυτό του στα δυο του πόδια .
Η Αριελλα χαμογέλασε .
«Το ήξερα πως θα συμφωνούσες .» Έριξε μια μάτια έξω . Ήταν κρύα όμως σίγουρα δεν υπήρχε κίνδυνος . Είχε πολύ καιρό να ιππευσει . Πιθανώς από τηβ εκπαίδευση της όμως θυμόταν το συναίσθημα πολύ καλά . Η απόλυτη ελευθερία καθώς το άλογο τρέχει . Κερδίζεις κάτι από την περιφανεια και την ελευθερία του .
Με προσεκτικές κινήσεις τοποθέτησε την σέλα πάνω στο ζώο καβαλώντας το .

Femme FataleOpowieści tętniące życiem. Odkryj je teraz