Σ'ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ

1.2K 110 7
                                    

Οδήγησε όσο πιο ήρεμα μπορούσε στον δρόμο . Συχνά πυκνά έριχνε μικρές ματιές δίπλα της . Ανέπνεε ελάχιστα , σχεδόν καθόλου . Χτύπησε με δύναμη η το τιμόνι .
«Γαμωτο σου ! Δεν σου επιτρέπω να πεθάνεις με ακούς ! Εγώ θα έχω αυτή τη χαρά .»
Φώναξε και πάτησε το γκάζι . Οι ρόδες γλίστρησα πάνω στον παγωμένο δρόμο πριν προσπεράσει όποιον έβλεπε μπροστά της .
Έριξε μια μάτια στην ταμπέλα που έδειχνε την πρώτη έξοδο για τιβολι . Θα μετανιωνε για εκείνο που θα έκανε δεν είχε όμως άλλη επιλογή . Στο σπίτι της είχε τα πάντα για να του βγάλει την σφαίρα χωρίς να χρειαστεί νοσοκομείο . Το είχε κάνει στον εαυτό της αρκετές φορές .
Ο κόσμος την κοιτούσε περίεργα καθώς πάρκαρε σαν τρελή στο άδειο πάρκινγκ της πολικατικοιας και έβγαζε σχεδόν σηκωτό τον Έντουαρτ από μέσα .
Με τα κλειδιά της άνοιξε την κεντρική πόρτα και άρχισε να ανεβαίνει τις σκάλες όσο πιο γρήγορα μπορούσε . Το βάρος του την εμπόδιζε από το να δράσει οπως ήθελε .
Ξεκλείδωσε την πόρτα με προσοχή. Η κλεισούρα την χτύπησε στην μύτη . Είχε πολύ καιρό να έρθει σε αυτό το μέρος . Το πατρικό της ήταν η διαφυγή της από την δύσκολη καθημερινότητα , όταν κουραζόταν να προσποιείται πως ήταν καλά , πως δεν την ένοιαζε τίποτα . Ερχόταν εδώ και έκλαιγε , κοπανουσε τα έπιπλα και παρακαλούσε τους γονείς της να της μιλήσουν . Ποσό ηλίθια γινόταν τότε . Δεν αναγνώριζε τον εαυτό της στιγμές αργότερα όταν είχε ξεσπάσει και είχε επιστρέψει σε αυτό που ήξερε καλύτερα από όλα . Στο να είναι σκληρή και άκαρδη μέχρι το κόκαλο .
Τον άφησε πάνω στον καναπέ και έσπευσε να ανοίξει τα πατζουρια . Οι αχτίδες του ηλίου τρύπωσαν απευθείας στο δωμάτιο γεμίζοντας το με φως . Δεν ήταν τεράστιο σπίτι είχε όμως μεγάλο σαλόνι και τρία υπνοδωμάτια . Οι υπόλοιπο ένοικοι ήταν τουρίστες που επισκεπτόταν το μέρος μόνο το καλοκαίρι , έτσι θα είχε την ησυχία της και θα απέφευγε αδιάκριτα βλέμματα και ερωτήσεις .
Έτρεξε στο μπάνιο βγάζοντας ένα μικρό βαλιτσάκι κάτω από το νιπτήρα . Έπειτα επέστρεψε κοντά του . Έβαλε τα δάχτυλα της στο λαιμο του . Οι σφυγμοί του αν και αδύναμοι υπήρχαν. Αυτό ήταν καλό . Σε καμία περίπτωση δεν θα τον άφηνε να πεθάνει τόσο εύκολα . Έπρεπε να πονέσει . Τουλάχιστον αυτος το άξιζε .
Πήρε μια βαθειά ανάσα και με προσεκτικές κινήσεις του έβγαλε την μπλούζα . Είχε χάσει πολύ αίμα . Δίχως να το σκεφτεί έβγαλε ένα σωληνακι συνδεδεμένο με βελόνες και στα δυο άκρα από το βαλιτσάκι και έχωσε την μια άκρη στο χέρι της και την άλλη στο δικό του . Στην αναφορά που είχε διαβάσει για εκείνον θυμόταν πως είχαν τηβ ίδια ομάδα . Εκείνη την στιγμή εύχονταν μόνο να μην θυμόταν λάθος .
Έπειτα έπιασε δουλειά . Όσο πιο ανοδυνα γινόταν έβγαλε την σφαίρα από τον ώμο του τυλίγοντας το τραύμα με επιδέσμους που κάλυπταν το στέρνο του . Η όραση της ήταν θολή . Του είχε δώσει πολύ αίμα , περισσότερο από όσο θα έπρεπε όμως εάν δεν του έδινε θα τον έχανε .
Ξάπλωσε εξαντλημένη στο πάτωμα κλείνοντας τα μάτια της . Λίγα λεπτά ακόμη και θα έβγαζε το σωληνάκι . Ξεφυσιξε . Προσπάθησε να σκεφτεί κάτι άλλο . Το χαμόγελο όρια μητέρας της που ακόμη θυμόταν αμυδρά . Όχι ήταν λάθος στιγμή γι αυτό . Έπρεπε να θυμάται τον πόνο , τηβ ανέχεια την εγκατάλειψη . Μόνο έτσι θα κατάφερνε να συγκρατηθεί .
2 λεπτά ακόμη . Προσπάθησε να σηκωθεί . Το χέρι της όμως έμοιαζε τόσο αδύναμο , που με την βία κουνιόταν . Έπεσε ξανά στο πάτωμα εξαντλημένη . Άρχισε να μετράει αντριστροφα τα δευτερόλεπτα . Έπειτα τράβηξε την βελόνα με δύναμη από μέσα της αφήνοντας το περίσσιο αίμα να πέσει στο πάτωμα .
Έμεινε έτσι για λίγο, μέχρι να συνέλθει αρκετά ώστε να μπορέσει να σταθεί στα πόδια της . Όταν επιτέλους το κατάφερε ήπιε έναν χυμό και άρχισες να καθαρίζει .
Όταν τελείωσε κάθισε κοντά του . Γνώριζε πως χρειαζόταν παρακολούθηση ούλα όσον για σήμερα . Ήλπιζε πως θα συνερχόταν και δεν θα χρειαζόταν να καλέσει τον οικογενειακό τους γιατρό με κίνδυνο ο αδερφός της να μάθει πως τον είχε φέρει στο σπίτι των γονιών τους .
Έβαλε το χέρι της στο μέτωπο του , προσπαθώντας να καταλάβει εάν είχε ανεβάσει πυρετό . Εκείνος όμως είχε απολύτως φυσιολογικη θερμοκρασία λες και δεν έδινε μάχη για να κρατηθεί στη ζωή .
Έριξε το σώμα της στην διπλανή πολυθρόνα . Κοίταξε τα ρούχα της . Φορούσε ακόμη το μαύρο φουστάνι που είχε πλέον γεμίσει αίματα . Ήθελε να γελάσει . Θα το έκανε οπωσδήποτε εάν η κατάσταση δεν ήταν αυτή που ήταν . Τώρα αρκέστηκε απλώς στο βα κλείσει τα μάτια της . Ήταν τόσο κουρασμένη που μετά βίας κατάλαβε να την παίρνει ο ύπνος .

Femme FataleOù les histoires vivent. Découvrez maintenant