ΓΙΑΤΙ

1K 101 7
                                    

«Κάτσε κάτω Αριελλα !»
«Θες να με παντρέψεις ;! Με ποιο δικαίωμα !»
«Με το δικαίωμα του ότι είμαι ο πατέρας σου ! Μην ξεχνάς πως μου ανήκεις Αριελλα ! Και εσυ και ο αδερφός σου !»
«Δεν υπάρχει περίπτωση να παντρευτώ κάποιον άγνωστο επειδή εσυ θες παραπάνω χρήματα !»
«Εάν δεν το κανεις με το καλό θα το κανεις με το κακό ...»
«Τι εννοείς ;»
«Πάρτε τον !» Δυο άντρες μπήκαν μέσα αρπάζοντας τον αντωνιο από τα χέρια με βία .
«Τι στο διάολο κανεις εκεί πέρα Ιγκνάσιο ! Ο αδερφός μου δεν έχει να κάνει με όλα αυτά .»
«Είναι πολύ απλό καλή μου ... είτε θα έρθεις αύριο στη δεξίωση όπου θα ανακοινώσουμε τους αρραβώνες σου με τον γιο του ενρικε είτε δεν θα τον ξαναδείς !»
«Είσαι τρελός !»
«Ωωω αγάπη μου ... δεν έχεις δει τίποτα ακόμη .» Νεύοντας απαλά πι άντρες τράβηξαν έξω τον αντωνιο .
«Που τον πας ! Μην τον αγγίζετε !»
«Δεν έχει νόημα να φωνάζεις . Ο αδερφός σου θα μείνει όπου έχω δώσει εντολή μέχρι αύριο . Τότε εάν φερθείς λογικά και εμφανιστείς οπως πρέπει στην δεξίωση θα τον αφήσω ελεύθερο .»
Το βλέμμα της έτοιμο να τον σκοτώσει έπεσε πάνω του . Τα δάκρυα της είχαν βουρκώσει . Λίγο ακόμη και η εύθραυστη ψυχολογία της θα την λύγιζε . Έπρεπε να είναι δυνατή , πως μπορούσε όμως όταν απειλούνταν η ζωή του ίδιου της του αδερφού ;
«Εντάξει ! Κέρδισες γαμημενε ! Μην νομίζεις πως τελειώσαμε τόσο απλά όμως Ιγκνάσιο ...» του δήλωσε πριν φύγει τρέχοντας από το γραφείο και από την έπαυλη .
Ο τζιαν βλέποντας την ταραγμένη προσπάθησε να την πλησιάσει εκείνη ομως απλώς φώναξε πως ήθελε να μείνει για λίγο μόνη της και ανέβηκε στην μηχανή της φεύγοντας μακρυά .

Σταμάτησε στο παλιό λιμάνι . Η ώρα είχε περάσει , πλησίαζε απόγευμα και ο ήλιος είχα αρχίσει να κατέβαινει από τον ουρανό . Πολύ σύντομα τα αστέρια και το φεγγάρι θα έπαιρναν την θέση του . Ήταν ένα μαγευτικό φια εκείνη θέαμα . Κάθε φορά που κατάφερνε να παρατηρήσει εκεί η την εναλλαγή του φωτός και του σκότους . Μια τέλεια αρμονία στην φύση . Μια αρμονία που δεν μπορούσε να ισορροπήσει μέσα της . Πολλές φορές ένιωθε το σκοτάδι της να την πνιγεί , εξαφανίζοντας κάθε ίχνος φωτός από μέσα της . Τόσο που νόμιζε πως πλέον δεν είχε μείνει κάτι καλό. Νόμιζε μέχρι που γνώρισε εκείνον .
Είχε καταδικαστεί από την ζωή στο να είναι πάντα δυστυχισμένη . Μπορούσε να ζήσει με την απουσία του Έντουαρτ . Όμως παγιδευμένη σε έναν γάμο ; Με έναν από τους αντρες του υποκόσμου που γνώριζε πως δεν είχαν τιμή . Πως δνε θα σεβόταν το σώμα της . Η ιδέα και μόνο να την αγγίζουν ξένα χέρια την έκανε να θέλει να ουρλιαξει . Τα καταπιεσμένα της συναισθήματα αγωνιούσαν να βγουν στην επιφάνεια . Ένας έντονος πόνος στο στήθος της την έκανε να μην αναπνέει . Ένιωθε πως με αυτό τον γάμο θα τον πρόδιδε . Δεν είχε όμως καμία άλλη επιλογή . Δεν μπορούσε μόνη της να νικήσει τον Ιγκνάσιο . Ακόμη και να το ήθελε ..
κάθισε κάτω από ένα παλιό υπόστεγο , χαζεύοντας την ήρεμη θάλασσα καθώς πάνω της είχαν απλωθεί κοκκινωπά χρώματα . Έκλεισε τα μάτια της . Τι είχε κάνει για να αξίζει μια τέτοια μοίρα . Δεν είχε αγαπήσει αρκετά ; Δεν πονούσε αρκετά μακρυά του ; Έπρεπε να έρθει και αυτό από πάνω ;
Εκείνο ήταν το μέρος όπου άρχισαν όλα ... όπου έμπλεξε τον εαυτό της σε ένα παιχνίδι που πίστευε πως θα νικούσε , όμως στο τελος βγήκε η πιο χαμένη από όλους . Τα λόγια που της είχε πει εκειν η την ημέρα είχαν μείνει στην μνήμη της . Από τότε της είχε κεντρίσει το ενδιαφέρον . Μπορούσε να δει μια αγνότητα στα μάτια του , μια τρυφερότητα που χρόνια αναζητούσε . Ακόμη και όταν πάλευε μέσα της να το καταπνίξει ένιωθε πως χρειαζόταν την αγκαλιά του , για λίγα δευτερα πριν το. Σκοτώσει . Πως τα είχε κάνει τόσα σκατα στην ζωή της ; Γιατί δεν μπορούσε να ξεφύγει απο τα δεσμά που την κρατούσαν κοντά στον Ιγκνάσιο καο μια κατεστημένη ζωή ;
Ήξερε ήδη την απάντηση
Για τον Έντουαρτ και τον αδερφό της . Εάν μπορούσε να τους προστατέψει και τους δυο καλύτερα να πέθαινε χιλιάδες φορές . Και αυτό θα ετοιμαζόταν να κάνει αύριο.
Κάθισε στην αποβάθρα για περισσότερη ώρα από στη υπολόγιζε . Δάκρυα έτρεχαν ασταμάτητα από τα μάτια της , με εκείνη να μην προσπαθεί καν να τα σταματήσει . Σήμερα δεν είχε την δύναμη . Δεν ήξερε εάν θα την είχε ποτέ άλλωστε .

Την παρακολουθούσε από το πρωί . Οπως και θα έκανε κάθε μέρα μέχρι να μπορέσει να εμφανιστεί μπροστά της . Μπορεί να είχε μείνει ακόμη ένα 24ωρο αλλά σε αυτόν φαινόταν αιώνας . Τόσους μήνες είχε γίνε οη σκιά της . Ακόμη και εάν εκείνη δεν τον γνώριζε , ο ιδιος δεν την είχε αφήσει λεπτό μόνη της . Γνώριζε κάθε κίνηση της , τα βραδιά που έμενε ξύπνια στην Αμερική , τα ξέσπασμα τα της , τον τρόπο που εργαζόταν . Όλα .
Πάλευε όλο αυτό το καιρό για να ετοιμάσει την επιστροφή του . Μάζεψε όσα στοιχεία χρειαζόταν για να χώσει τον Ιγκνάσιο μια καο καλή στην φυλακή . Όμως η εκδίκηση ήταν γλυκιά και θα ερχόταν σιγά ... πολύ σιγά . Για αρχή θα γινόταν συναιτερος του . Είχε ήδη αγοράσει μετοχές απ όρια επιχειρήσεις του και κανένας δεν θα μπορούσε να τον διώξει . Μελετούσε κάθε κίνηση του προσεκτικά .. με ακρίβεια .
Στήριξε το σώμα του σε ένα από τα μεγάλα κιβώτια κα την παρακολουθούσε . Άκουγε το σιωπηλό της κλάμα και ένιωθε την καρδιά του να σπάει .
~ποιος σε έχει στεναχωρήσει μωρό μου ; Για εμένα κλαις ; Δεν θέλω . Θα σε έχω κοντά μου πολύ σύντομα . Μου έλειψε να σε κοιτάζω στα μάτια . Αυτά τα ελαφισια μάτια που με μάγεψαν . Και τα χείλη σου . Κάθε φιλί σου είναι σαν ναρκωτικό για εμένα . Υπομονή ... αύριο θα αλλάξουν πολλά μικρή μου .

Γύρισε σπίτι της αργά το βράδυ . Ένιωθε διαλυμένη . Πιο διαλυμένη από ποτέ . Με το ζόρι περπάτησε μέχρι την εξώπορτα ψάχνοντας άψυχα τα κλειδιά της .
Ο τζιαν που περίμενε στο σκαλοπάτι βλέποντας την έτρεξε στο μέρος της .
«Δόξα το θεό ! Άρια με τρόμαξες τόσο πολύ ! σε πήρα τόσες φορές τηλέφωνο !»
«Συ... συγνώμη ... δεν το άκουγα .» Το κεφάλι της ήταν σκυμμένο , προσπαθούσε να κρατήσει το ξέσπασμα της κρυφό .
Τα φρύδια του στένεψαν . Με τα δάχτυλα του έπιασε το πιγούνι της σηκώνοντας το στο ύψος του κεφαλιού του .
«Άρια ... εσυ εκλαιγες ; Τι σου έκανε ;»
«Θε... θέλει να παντρευτώ ... κάποιον που δνε ξέρω καν !» Η φωνή της έσπασε ξανά . Ήδη ένιωθε βρώμικη και μόνο που έλεγε ότι θα συνέβαινε στο μέλλον .
«Αυτό ήταν θα τον σκοτώσω !»
«Μην τολμήσεις ! Δεν .. δεν έχεις την δύναμη να το κανεις ... το γνωρίζουμε και πι δυο πολύ καλά αυτό .»
«Πες μου πως αρνήθηκες άρια ! Σε παρακαλώ πολύ ..»
«Δέχθηκα τζιαν ..»
«Γαμωτο ! Γιατί το έκανες αυτό ;!»
«Κρατάει τον αντωνιο . Δεν μπορώ να τον αφήσω να πάθει κάτι !»
«Και με το με αυτό σου τι θα γίνει ρε άρια ..»
«Θα κάνω ότι θέλει. Του ανήκω . Οπως όλοι εδώ πέρα .... αρκεί να προστατέψω τα άτομα που αγαπώ ..»
«Άρια δεν ..,»
«Έχω πάρει την απόφαση μου . Απλώς θέλω εσένα δίπλα μου ... σε παρακαλώ τζιαν ..»
ο άντρας την έχωσε δίχως δεύτερη σκέψη στην αγκαλιά του σφίγγοντας την .
«Πάντα θα είμαι δίπλα σου μικρή ... στο ορκίζομαι θα βρούμε λύση γι αυτό ... αλλιώς ας μην με λένε Τζιαν ...»

Femme FataleDove le storie prendono vita. Scoprilo ora