Μαλάκες, ξύπνησα

70 5 0
                                    

Είδα ένα περίεργο, μεγάλο όνειρο.
Έψαχνα, τρελή, τον Έρωτα.
Εκείνον, τον μοναδικό, με τα σπαστά, ατημέλητα μαλλιά.
Που όταν φιλούσε έβγαινε μουσική,
Κι όταν τραγουδούσε έβγαιναν φιλιά.
Φιλούσα ανθρώπους περιμένοντας να ακούσω μια νότα.

Μα εκείνοι, τελικά, απλά μου άλλαζαν τα φώτα.
Έφευγαν, γιατί δεν μου έμαθαν τίποτα ποτέ.
Με άφηναν να κλαίω Χριστούγεννα σε έναν άδειο καναπέ,
Με άφηναν με αόριστες εξηγήσεις, μέσα σε καφετέριες και μπαρ,
Με άφηναν γλυκόπικρα απ' το τηλέφωνο.
Σαν τις ταινίες...
Κουβέρτες, σοκολάτες, χαρτομάντιλα και ρετρό ιστορίες.
Μασημένες σαν τσίχλες, κολλημένες πρόχειρα σε φύλλα από χαρτί...
Ο ένας προσπάθησε να με μάθει να έχω λιγότερες μάσκες.
Ο άλλος να καπνίζω τσιγάρα.
Άλλος να πάψω να φοράω κραγιόν.
Άλλος να παίζω κιθάρα.
Με φορούσαν και με έβγαζαν βιαστικά.
Τους ενοχλούσαν οι ραφές μου.
Δεν τους καθόταν η λαιμόκοψη καλά.

Με ονειρεύτηκα να τρέχω σκοντάφτοντας προς το μέλλον
Να κυνηγάω όλα του τα αστέρια με απόχες και βέλη...
Να βρω Εκείνον. Να του πω ότι είμαι καλά.
Να του δώσω κοχύλια, ξερά λουλούδια και άγριο μέλι.
Εκείνος με περίμενε. Έτσι θυμόμουν απ' το όνειρο μου
Θυμάμαι πόσο όμορφα θα ακουμπούσε το πρόσωπο μου
Θα με αναγνώριζε. Άλλωστε του μοιάζω.
Θα στεκόταν εκεί, λίγο πριν το τέλος του δρόμου...

Μα ξύπνησα.
Και μόλις ξύπνησα, Εκείνος ήταν εκεί. Όλο το τρέξιμο χωρίς σκοπό.
Γιατί Εκείνος, ήμουν εγώ.

Μαλάκες, ξύπνησα ενώ με είχατε χρόνια σε νεκροτομεία.
Πέταξα το σάβανο και σηκώθηκα κυρία.
Όση και να μου ρουφήξατε ζωή,
Αυτή μου τρέχει γάργαρη μέσα απ' τα ρούχα.
Γλιστράτε. Πέφτετε.
Ξύπνησα. Δεν ψάχνω πια κανέναν. Με έχω βρει.
Ξύπνησα κι είμαι αυτός που ήθελα πάντα να φιλήσω.
Ξύπνησα κι είχα τα σπαστά, άγρια μαλλιά του.
Ξύπνησα κι άρχισα να τραγουδάω φιλιά.
Πόσα όμορφα φιλιά να' χα κρυμμένα...
Φοράω τα δερμάτινα μπουφάν του και τα τζιν του τα σχισμένα.
Ξύπνησα κι είχα μάθει μόνη μου ο, τι δε μου έμαθαν όλοι οι "εκείνοι".
Οι μάσκες έχουν καεί.
Τυλίγω τις στάχτες τους σε πουράκια.
Φυσάω καπνό στη μούρη όποιου νομίζει πως με είχε ερωτευτεί.
Λερώνω με κραγιόν τα καλά του μπλουζάκια.
Τα μαλλιά μου, ποτάμια από χορδές.
Τινάζω το κεφάλι, και ξεχύνονται νότες τρομακτικές.
Ξύπνησα, κι η ξαφνική ομορφιά με χτύπησε με βία.
Έκατσα κι έγραψα γι' αυτή βιβλία.
Μα δεν τη χώρεσε κανένα.
Ξύπνησα και με βρήκα να περιμένω καπνίζοντας λίγο πριν το τέλος του δρόμου.
Ο έρωτας κι η δύναμη έγιναν έκρηξη χρωμάτων στο μυαλό μου.
Τα βήματα μου πατούν τη γη σαν να σπάω με το τακούνι καρωτίδες.
Χορεύω ολομόναχη μέσα σε μια βροχή από φλεγόμενες σελίδες.
Σπάω με τα δόντια μου τις ακριβές σας αλυσίδες.
Τώρα είμαι όμορφη
Με μια ομορφιά που ο χρόνος δεν θα ραγίσει.
Τώρα τρέχετε σα μυρμήγκια,
Γιατί ξέρετε πως την έχετε γαμήσει.

Μαλάκες, ξύπνησα.
Εγώ, το Τέρας μου.
Έχω νικήσει.

~2018

ΠοιήματαWhere stories live. Discover now