Ληγμένα

86 6 0
                                    

Έχω εμπόδια.
Τα εμπόδια δεν με έχουν.

Συνήθως οι άλλοι το παλεύουν όσο αντέχουν
Μα εγώ λίγο παραπάνω.
Γιατί είναι αυτό που δύναμαι να κάνω.
Κι ας μην ξέρω πού φτάνω.
Κι ας το χάνω.
Κι ας στρίβω λάθος στην ευθεία.
Κι ας χαράζω δικό μου δρόμο
Μέσα στην ιστορία.
Κι ας φαίνομαι μια σκλάβα
Ενώ είμαι κυρία.

Είμαι ασφυξία.

Ένα "σ' αγαπώ" για μένα είναι άλλο ένα σάπιο κομμάτι τσίχλας.
Έχω συναισθήματα ληγμένα...
Που ακόμα από τα ράφια τους με κοιτάνε.
Απάντηση ζητάνε.
Μα και ποιος δεν τρώει ληγμένα τη σήμερον ημέρα;
Σήμερα Δευτέρα.
Αύριο Παρασκευή.
Σήμερα το τώρα.
Αύριο το τίποτα.
Γιατί;

Έμαθα να ζω κλαίγοντας για μελλοντικές κηδείες.
Είναι οι πιο σίγουρες ιεροτελεστίες
Τα πάρτι όπου σίγουρα θα πάμε
Ντυμένοι στ' άρρωστο λευκό...
Τα μόνα δώρα οι τύψεις
Για τις ανεμώνες που κάποτε πετάξαμε σε κάδους σκουπιδιών
Κι η υποκρισία των θνητών...
"Πόσο λυπάμαι, ζωή σε σας".
Ξύνοντας μ' αμηχανία το καλσόν...

Ληγμένα τρόφιμα
Βαλσαμωμένα στη ζωή μου.
Περιμένουν καρτερικά την κατανάλωσή μου.
Αυτή είναι η θέση μου απέναντί τους.
Μ' έχουνε δέσμια, αιχμάλωτή τους
Στις σκουριασμένες ημερομηνίες...

Μάθαμε να ζητάμε την αλήθεια απ' τον καναπέ.
Και κάθε φορά που μας φέρνουν το χρυσό δίσκο,
Αυτή δεν είναι εκεί ποτέ.
Και να και οι εικασίες,
Οι φιγούρες, οι θρησκείες,
Τα θαύματα, οι εκκλησίες,
Οι αρχαίες φιλοσοφίες...
Γιατί το σκοτάδι σε φοβίζει
Κι ένα τέρας έδινε μόνο του νόημα στο άδειο δωμάτιό σου.
Έστω κι αν δεν υπάρχει.

Πάντα μόνοι θα κοιμόμαστε.
Οι άνθρωποι δεν ονειρεύονται μαζί.
Άλλα χρωστά η ζωή στον ένα,
Άλλα στον άλλο.

Και να' μαστε στο καρναβάλι
Με μάσκες από γύψο
Και κορώνες στο κεφάλι.
Τι ντροπή να είσαι άνθρωπος.
Η εφημερία σου φέρνει αυτή την απελπισία.
Σε καταπίνει η αμαρτία
Η ματαιόδοξη ασυδοσία.
Ενώ στο μνήμα σου
Δε μένει τίποτα άλλο
Παρά το ανθρώπινο σχήμα σου.
Μαλάκα.
Έσκαψες μια ακόμη τρύπα στη Γη
και μπήκες μέσα.
Κι όταν τα κουφάρια θα φτάσουν μέχρι τον πυρήνα
Τότε θα ηχήσει η σειρήνα...
Και θα γεννηθεί ένα νέο είδος μέσα απ' το χαμό του ξεπεσμένου.

Πολλοί λένε το θάνατο τίποτα
Μα εγώ τον λέω κάτι.
Πολλοί τον σκέφτονται μαύρο.
Εγώ λευκό.
Γιατί αν ήταν μαύρος
Δε θα μπορούσα πάνω του να ζωγραφίσω
Τον Παράδεισο
Την Κόλαση
Τον κόσμο που νομίζω πως θα με περιμένει.
Αν ήταν μαύρος
Θα είχε το σωστό χρώμα.
Κι όλοι θα ήμασταν πνεύματα καταδικασμένα
Σε υλικά σώματα.

Αλλά μονάχα εγώ προβληματίζομαι
Τώρα δα για το χρώμα που' χει ο θάνατος.
Για το ποιόν του
Για το παρόν του.
Κι αδειάζω το στυλό μου
Σε κάτι αιωνίως ατελές
Και σε άσκοπες ζωγραφιές.

Τελικά ίσως και να είμαι η πιο δειλή
Γιατί κοιτάω το θάνατο στα μάτια
Κι εκείνος έρχεται σ' εμένα
Με ταχύτητα φωτός σε αργή κίνηση.
Όπως η περιστροφή της Γης.
Και δεν αρνούμαι να τον δω
Γιατί σκεπάζει τα πάντα στα μάτια μου.

Κι όταν το υλικό κομμάτι μου πάψει
Και πιώ το Νερό της Λήθης
Θα' χω κρυφά στην τσέπη του μπουφάν μου
Την απάντηση:

Είμαι στην άλλη πλευρά του νομίσματος.



~2015

ΠοιήματαWhere stories live. Discover now