Αυτή η βδομάδα πέρασε βασανιστικά αργά. Κάθε μέρα τον έβλεπα στην σχολή, να το παίζει σοβαρός και άνετος, να διδάσκει την τέχνη του στους άλλους. Που και που μου έριχνε κανένα βλέμμα, αλλά ήταν φευγαλέα. Σαν να μην ήθελε να με κοιτάζει. Όποτε φεύγαμε προσπαθούσα να μένω τελευταία, μπας και μου πει κάτι, αλλά εκείνος έμενε απλά σιωπηλός, να κοιτάζει τις εργασίες μας. Κατάντησε κουραστικό όλο αυτό το κρυφτό.
Ώσπου επιτέλους ήρθε το Σάββατο, η ημέρα του μαθήματος μας. Αυτή την στιγμή ανεβαίνω γρήγορα τα μικρά σκαλοπατάκια του σπιτιού του. Η αδρεναλίνη έχει χτυπήσει κόκκινο. Μόλις φτάνω στο τελευταίο σκαλοπάτι, η πόρτα ανοίγει και εκείνος εμφανίζεται μπροστά μου
«γειά»
Λέω έχοντας ένα μικρό χαμόγελο στα χείλη μου. Όμως αυτός είναι τελείως ανέκφραστος
«πέρασε μέσα»
Λέει ξερά και τον ακολουθώ ως το εσωτερικό του σπιτιού. Τι έπαθε στα ξαφνικά; Προς έκπληξη μου δεν με καθοδηγεί στο δωμάτιο που με πήγε τις προάλλες, αλλά στο σαλόνι
«Δέσποινα...»
Ξεκινάει ενώ γυρίζει από την άλλη για να με αντικρίσει κατάματα. Δεν μου αρέσει ο τρόπος του
«πρέπει να μιλήσουμε, πολύ σοβαρά!»
Προσθέτει με τα πράσινα μάτια του καρφωμένα στα δικά μου. Ξεροκαταπίνω
«σε ακούω»
Ψελλίζω και τον παρακολουθώ να παίρνει μια βαθιά ανάσα πριν μιλήσει
«το ξέρω ότι εγώ σου πρότεινα τα κρυφά μαθήματα, το ξέρω ότι σου είπα πως έχεις δυνατότητες να φτάσεις ψηλά, και ειλικρινά το πιστεύω αυτό!»
Νομίζω ότι σιγά σιγά αρχίζω να καταλαβαίνω που το πάει
«αλλά;»
Ρωτάω και με κοιτάζει σκεπτικός για μερικά λεπτά
«αλλά δεν μπορεί να συνεχιστεί αυτό»
Απαντάει σιγανά. Αυτόματα κλείνω σφιχτά τα μάτια, προσπαθώντας να καταπνίξω την απογοήτευση μου
«γιατί;»
Ρωτάω ενώ ανοίγω τα μάτια για να αντικρίσω ξανά το πρόσωπο του
«επειδή δεν μπορώ. Φοβάμαι τον εαυτό μου, φοβάμαι ότι δεν μπορώ να ελέγξω εμένα, επειδή όταν βρίσκομαι κοντά σου....»
Κάνει παύση και με πλησιάζει με αργά βήματα
«όταν βρίσκομαι κοντά σου νιώθω σαν να χάνω την λογική μου»
Η χαρά ανθίζει μέσα μου καθώς ακούω τα λόγια του. Η καρδιά μου χτυπάει δυνατά και τα πόδια μου γίνονται σαν ζελέ. Νομίζω ότι θα πέσω κάτω
«αυτό που μου περιγράφεις είναι κάτι πολύ όμορφο, δεν υπάρχει λόγος να το φοβάσαι»
Λέω ενώ τον πλησιάζω περισσότερο, όμως εκείνος κάνει ένα βήμα πίσω
«υπάρχει λόγος, Δέσποινα. Αλλά δεν θέλω να το συζητήσω, άλλωστε δεν υπάρχει λόγος να το συζητήσω»
Το ύφος του είναι σκληρό πλέον, το βλέμμα του είναι κενό, τα χείλη του έχουν γίνει μια λεπτή γραμμή. Με πονάνε τα λόγια του! Αλλά δεν πρόκειται να του το δείξω, είμαι δυνατή
«ωραία, έχεις τίποτα άλλο να μου πεις;»
Ρωτάω απότομα και τον παρακολουθώ να κατσουφιάζει
«ορίστε;»
«σε ρωτάω, έχεις να μου πεις κάτι άλλο; έχω και δουλειές»
Έχω πάρει το πιο ψυχρό μου ύφος, τον κοιτάζω όσο πιο σκληρά μπορώ, ώστε να καταλάβει πόσο με πείραξε αυτό που είπε. Παρακολουθώ το σαγόνι του να σφίγγεται ενώ κοιτάζει τριγύρω, ώσπου τελικά τα μάτια του καταλήγουν και πάλι στα δικά μου
«όχι, δεν έχω να σου πω κάτι άλλο. Και θα σε παρακαλούσα να μην πεις τίποτα σε κανέναν για τα κρυφά μαθήματα»
«μην ανησυχείτε. Θα κρατήσω το μυστικό σας, κύριε Σταματάκη»
Λέω ειρωνικά, έπειτα κάνω μεταβολή και φεύγω από το σπίτι του, δίχως να πω κάτι άλλο. Είναι δυνατόν; Μέχρι χτες ήταν μια χαρά και τώρα στα ξαφνικά... πως γίνεται να άλλαξε γνώμη από την μια στιγμή στην άλλη;Όταν γύρισα στο σπίτι κλείστηκα στην αποθήκη. Ήθελα να ξεσπάσω τον θυμό μου πάνω στην ζωγραφική. Φυσικά το σχέδιο μου αφορούσε και πάλι εκείνον. Ήθελα να ζωγραφίσω το πρόσωπο του για να τον εκδικηθώ με τον δικό μου τρόπο. Κάποια στιγμή σταματάω για να παρατηρήσω την ζωγραφιά. Το πρόσωπο μου μαλακώνει καθώς παρατηρώ τα μάτια του. Είναι λες και καθρεφτίζουν τον θυμό που ένιωθα πριν από μερικά λεπτά. Γιατί ρε Άγγελε; Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί με επηρεάζει τόσο πολύ όλο αυτό. Κανονικά... δεν θα έπρεπε καν να ασχοληθώ μαζί του. Είναι καθηγητής μου, είναι μεγαλύτερος μου, και έχω ήδη σχέση, δεν καταλαβαίνω γιατί δεν ξεκολλάω επιτέλους! Αφήνω μια μεγάλη ανάσα κούρασης και ισιώνω το σώμα μου για να κοιτάξω καλύτερα την ζωγραφιά μου. Νιώθω σαν να βλέπω όντως το πρόσωπο του
«γιατί δεν με αφήνεις να σε πλησιάσω;»
Ψιθυρίζω ενώ σηκώνω το χέρι για να χαϊδέψω τα ζωγραφισμένα χείλη του. Είναι τόσο περίπλοκος! Πριν από μερικές ημέρες ήταν τόσο καλός μαζί μου και σήμερα θυμήθηκε να το παίξει σκληρός! Ο βλάκας. Τέλος πάντων, το σίγουρο είναι ότι δεν πρόκειται να ξανά ασχοληθώ. Θα προσποιηθώ ότι δεν έγινε τίποτα από όλα αυτά, ποτέ!
YOU ARE READING
Τα χρώματα του έρωτα
Non-FictionΗ Δέσποινα είναι μια νέα κοπέλα γεμάτη όνειρα και φιλοδοξίες. Ο στόχος της είναι να σπουδάσει στην καλών τεχνών και να γίνει μια διάσημη ζωγράφος. Με λίγα λόγια η ζωή της είναι απόλυτα ελεγχόμενη και τακτοποιημένη, όμως όλα θα αλλάξουν όταν στην σχο...