Σε σκέφτομαι

1.1K 93 5
                                    

Όλη την ημέρα σκεφτόμουν την συζήτηση μου μαζί του. Που και που σχεδίαζα αφηρημένα τα μάτια του, αλλά δεν ήταν κάτι το σπουδαίο. Φυσικά το βράδυ βγήκα με τον Πάρη, αλλά σε μια ώρα έφυγα, βρήκα μια δικαιολογία και γύρισα σπίτι. Δεν είχα και πολύ όρεξη για κουβέντες.

Σήμερα είναι Παρασκευή, οπότε είναι η τελευταία μέρα που τον βλέπω. Το μάθημα ήταν σχετικά εύκολο, όμως το βλέμμα μου ήταν συνεχώς επάνω του. Δεν θα το κρύψω, τον θαυμάζω. Θαυμάζω τον τρόπο που κινείται, που μιλάει, αυτή την ήρεμη συμπεριφορά του, όμως υπάρχουν και άλλα πράγματα που θέλω να μάθω για αυτόν τον άνθρωπο. Μου έχει κινήσει πραγματικά τον ενδιαφέρον
«εντάξει, τέλος για σήμερα. Εξασκηθείτε λίγο και στο σπίτι και τα λέμε την Δευτέρα πάλι»
Μας ανακοινώνει ο καθηγητής και μέσα σε λίγα λεπτά ή αίθουσα έχει ήδη αδειάσει. Εγώ καθυστερώ επίτηδες, για να τον χαζέψω λίγο ακόμη, αλλά δυστυχώς μένει και η Αναστασία πίσω μαζί μου
«πάμε για κανένα καφέ;»
«μπα, θα κάτσω στο σπίτι σήμερα»
«τότε αύριο»
Επιμένει και δεν μου αρέσει. Λες να με έχει καταλάβει;
«εντάξει»
Απαντάω χαμογελώντας. Θέλω να το παίξω άνετη μπροστά της, αν με καταλάβει... την πάτησα
«ωραία, αν είναι θα σου στείλω. Καλό σαββατοκύριακο κύριε καθηγητά»
«καλό σαββατοκύριακο»
Αποκρίνεται εκείνος και τον βλέπω να έχει καρφωμένο το βλέμμα του στην Αναστασία καθώς φεύγει από την αίθουσα. Τσάμπα περιμένω μου φαίνεται. Κρεμάω την τσάντα στον ώμο μου και περπατάω γρήγορα προς την έξοδο
«Δέσποινα, περίμενε!»
Η φωνή του με κάνει αυτόματα να σταματήσω. Γυρίζω από την άλλη και τον βλέπω να στέκεται δίπλα μου
«συμβαίνει κάτι, κύριε καθηγητά;»
Λέω όσο πιο ψυχρά μπορώ
«θέλω να σου πω κάτι»
«σας ακούω»
Λέω προσπαθώντας να φαίνομαι ανεπηρέαστη από την παρουσία του. Τον παρακολουθώ να περνάει το χέρι από τα μαλλιά του και... ομολογώ ότι αυτή του η κίνηση μου αποσπά την προσοχή. Έλα τώρα Δέσποινα, μην χάνεσαι!
«θέλω να σου πω ότι απο εχθές το βράδυ... δεν έχω σταματήσει να σε σκέφτομαι»
Τα λόγια του με κάνουν να φουσκώσω από χαρά, αλλά προσπαθώ να μην του το δείξω
«τι σημαίνει αυτό;»
«σημαίνει ότι τα λόγια σου... με έβαλαν σε προβληματισμούς»
Κατσουφιάζω
«τι είδους προβληματισμούς;»
Ρωτάω και παίρνει μια βαθιά ανάσα
«είσαι... πολύ καλή στην ζωγραφική. Αν θέλεις... μπορώ να σε συστήσω σε κάποιον καλύτερο, για να κάνεις ιδιαίτερα μαζί του»
Ορίστε; Νιώθω σαν να μου έχωσε μπουνιά στο στομάχι
«αυτό θέλατε να μου πείτε;»
Ρωτάω με την απογοήτευση φανερή στον τόνο της φωνής μου
«ναι, αυτό»
Απαντάει λιτά και χαμηλώνω το βλέμμα μου στο πάτωμα. Υπομονή και ψυχραιμία. Κάνω μεταβολή για να διασχίσω τον διάδρομο
«μπορείς να έρθεις αύριο από το σπίτι μου;»
Αυτόματα τα βήματα μου σταματάνε και η χαρά επανέρχεται μέσα μου. Γυρίζω από την άλλη για να τον ξανά κοιτάξω
«δεν ξέρω που είναι»
«έλα τότε από την σχολή και θα πάμε μαζί»
Λέει καθώς με πλησιάζει με αργά βήματα
«δεν ξέρω αν θα μπορέσω. Ξέρετε το πρόγραμμα μου είναι πολύ φορτωμένο»
Λέω προσπαθώντας να το παίξω άνετη αλλά και ψυχρή ταυτόχρονα. Τον παρακολουθώ να κατσουφιάζει
«τότε... όποτε μπορέσεις. Ορίστε...»
Λέει και απλώνει το χέρι για να μου δώσει ένα μικρό κομμάτι χαρτί
«αυτός είναι ο αριθμός μου. Κάλεσε με όποτε θες»
Κοιτάζω μια το χαρτάκι μια το πρόσωπο του, προσπαθώντας να καταλάβω τι είναι αυτό που σκέφτεται. Όμως είναι τόσο κλειστός, τόσο μυστήριος
«καλό σαββατοκύριακο»
Λέω απλά και έπειτα φεύγω από το κτίριο έχοντας ένα πλατύ χαμόγελο στο πρόσωπο μου. Είναι σαν όνειρο! Σήμερα είχα διπλή νίκη. Πήρα και τον αριθμό αλλά και μια κρυφή συνάντηση μαζί του. Πως αλλάζουν όλα από την μια στιγμή στην άλλη, ε; Απορώ τι είναι αυτό που πραγματικά θέλει από εμένα, αλλά... νομίζω ότι φοβάμαι να καταλάβω τι ακριβώς ζητάει. Δεν ξέρω αν θα πάρω αυτό το ρίσκο, χρειάζομαι λίγο χρόνο.

Την επόμενη ημέρα πηγαίνω για καφέ μαζί με τα παιδιά. Πιστεύω πως λίγος καθαρός αέρας θα με βοηθήσει να σκεφτώ καλύτερα για την απόφαση μου. Εδώ και τουλάχιστον μισή ώρα καθόμαστε σε μια ήσυχη καφετέρια, με όλους στο τραπέζι να μιλούν και να γελάνε, ενώ εγώ απλά κάθομαι σιωπηλή στην θέση μου, βυθισμένη μέσα στις σκέψεις μου. Η μορφή του είναι συνέχεια μέσα στο μυαλό μου, με καταδιώκει σαν κατάρα. Απορώ αν η σκέψη του είναι ευχή η τιμωρία
«που ταξιδεύεις πάλι εσύ;»
Με σκουντάει η Αναστασία, επαναφέροντας με απότομα στην πραγματικότητα
«εμ, πουθενά»
Απαντάω χαμηλόφωνα και ρουθουνίζει ειρωνικά
«αφού σε βλέπω ρε Δέσποινα. Έχεις χαθεί, δεν είσαι εδώ»
Λέει και ξεφυσάω δίχως να της απαντήσω κάτι. Με κοιτάζει για μερικά λεπτά επίμονα, ώσπου τελικά αποφασίζει να μιλήσει
«μήπως έγινε κάτι με τον Πάρη;»
«όχι, καμία σχέση. Άλλο είναι το πρόβλημα μου»
Το τελευταίο μου βγήκε εντελώς αυθόρμητα. Γιατί δεν σκέφτομαι πριν μιλήσω;
«το ξέρεις ότι μπορείς να μου μιλήσεις, έτσι;»
«το ξέρω, αλλά δεν μπορώ. Όταν ξεκαθαρίσω την θέση μου... θα σου τα πω όλα, σου το υπόσχομαι»
Λέω ενώ παράλληλα απλώνω τα χέρια για να τα ακουμπήσω στα δικά της. Χαμογελάει γλυκά
«εύχομαι να μην κάνεις κάτι που θα το μετανιώσεις»
Τα λόγια της κάνουν την καρδιά μου να σφιχτεί. Και εγώ το εύχομαι αυτό, αλλά νομίζω πως έχω μπει ήδη μέσα στον χορό... και δεν μπορώ να ξεφύγω. Βασικά, από την πρώτη στιγμή που αντίκρισα το πρόσωπο του, κατάλαβα ότι αυτός ο άντρας είναι κακός οιωνός για εμένα. Από την μία τρέμω από τον φόβο μου, αλλά από την άλλη διψάω για αυτή την εμπειρία μου μαζί του. Θέλω απεγνωσμένα να είμαι έστω και για λίγα λεπτά μαζί του. Και ξαφνικά χτυπάει ένα δυνατό καμπανάκι μέσα στο μυαλό μου. Γιατί κάθομαι και το σκέφτομαι; αφού ξέρω την απάντηση, απο την αρχή την ήξερα. Αμέσως σηκώνομαι από την θέση μου, κάνοντας όλα τα βλέμματα να στραφούν επάνω μου
«που πας;»
Με ρωτάει η Αναστασία
«πρέπει να κάνω ένα επείγον τηλεφώνημα. Έρχομαι σε λίγο»
Λέω βιαστικά και έπειτα βγαίνω από το μαγαζί. Με τρεμαμένα δάχτυλα βγάζω το κινητό μου και το χαρτάκι του από την τσέπη μου και ξεκινάω να πληκτρολογώ τον αριθμό του. Πατάω το πράσινο κουμπί και τοποθετώ το κινητό στο αυτί μου. Ελπίζω να μην το μετανιώσω, ειλικρινά το ελπίζω! Περιμένω για μερικά λεπτά, ώσπου τελικά το σηκώνει
«παρακαλώ;»
«εγώ είμαι... η Δέσποινα»
Επικρατεί ησυχία για μερικά λεπτά από την άλλη γραμμή. Για μια στιγμή νομίζω ότι το έκλεισε, αλλά μόλις τον ακούω να ξεφυσάει ανακουφίζομαι
«αποφάσισες;»
Με ρωτάει με αυτή την μαγευτική του φωνή. Κλείνω τα μάτια και παίρνω μια βαθιά ανάσα. Αν έτσι το θέλει η μοίρα... τότε δεν μπορώ να κάνω πίσω
«ναι. Μπορείς το απόγευμα;»
Λέω και νομίζω πως μπορώ να νιώσω το χαμόγελο του από την άλλη γραμμή, είναι σαν να βρίσκεται μπροστά μου αυτή την στιγμή, λες και μπορώ να τον δω με τα μάτια μου. Δεν ξέρω αν αυτό θα αποβεί καταστροφικό, αυτό που ξέρω... είναι ότι το θέλω.

Τα χρώματα του έρωταWhere stories live. Discover now