Ξαφνικά μέσα στον ύπνο μου ακούω έναν δυνατό θόρυβο που κάνει το σώμα μου να τιναχτεί από φόβο. Λες να ήρθε; Αμέσως ανακάθομαι για να κοιτάξω την πόρτα, η οποία είναι ακόμη κλειστή. Αρχίζω να φοβάμαι. Σκέφτομαι να βγω έξω για να δω ποιος είναι, αλλά τρέμω στην ιδέα ότι ίσως... να πάρει, μακάρι να είναι ο Άγγελος και όχι κανένας κλέφτης. Ακούω βήματα να πλησιάζουν, αμέσως πέφτω στο κρεβάτι και κουκουλόνομαι με το πάπλωμα. Μακάρι να είναι ο Άγγελος! Η πόρτα ανοίγει και το σώμα μου τρέμει ακόμη περισσότερο. Ακούω τα βήματα του άγνωστου να με πλησιάζουν, μετά νιώθω το κρεβάτι να βουλιάζει πίσω μου
«ψυχή μου»
Μόλις ακούω την οικεία φωνή του νιώθω ένα κύμα ανακούφισης να με κατακλύζει. Η ανάσα του μυρίζει αλκοόλ. Τουλάχιστον γύρισε σπίτι. Ακούγεται φασαρία για μερικά λεπτά, ώσπου τελικά νιώθω το κρεβάτι να ξανά βουλιάζει δίπλα μου. Σίγουρα δεν είναι η κατάλληλη ώρα για να του μιλήσω. Γυρίζω ανάσκελα και τον κοιτάζω. Δυστυχώς το δωμάτιο είναι μέσα στο σκοτάδι, με αποτέλεσμα να μην μπορώ να διακρίνω καθαρά την έκφραση του προσώπου του. Μένω ακίνητη στην θέση μου, να τον χαζεύω σαν ένα μικρό κοριτσάκι που δεν έχει ξανά δει άντρα στην ζωή της. Ούτε που ανασαίνω, επειδή φοβάμαι ότι ίσως με καταλάβει. Από όσο μπορώ να διακρίνω το πουκάμισο του είναι ανοιχτό, αποκαλύπτοντας το επάνω μέρος του σώματος του. Είναι μαγικός ο τρόπος που το δέρμα του φωτίζεται μέσα στο μισοσκόταδο του δωματίου. Ξαφνικά το κεφάλι του γυρίζει προς το μέρος μου και τα βλέμματα μας συναντώνται. Αυτόματα νιώθω ένα κοκκίνισμα ντροπής να βάφει τα μάγουλα μου
«είσαι ξύπνια»
Λέει έχοντας ένα μικρό χαμόγελο στο πρόσωπο του. Τώρα είμαι σίγουρη ότι είναι μεθυσμένος
«που ήσουν;»
Τον ρωτάω αλλά δεν απαντάει, απλά μένει ακίνητος και με κοιτάζει σαν να είμαι κάτι το ασυνήθιστο, λες και με βλέπει πρώτη φορά. Με φοβίζει
«είσαι πολύ όμορφη»
Ψιθυρίζει κάνοντας με να ρουθουνίσω
«που ήσουν Άγγελε;»
Επαναλαμβάνω την ερώτηση μου. Γυρίζει στο πλευρό του και πολύ διστακτικά απλώνει το χέρι για να το ακουμπήσει μαλακά στο μάγουλο μου. Οι κόρες των ματιών του είναι πλέον χωμένες μέσα στις κόγχες τους, ενώ τα χείλη του είναι μισάνοιχτα καθώς αναπνέει βαριά. Ακόμη και έτσι μπορεί να με αποσπάσει από τα πάντα! Κλείνω τα μάτια και φέρνω το χέρι μου πάνω στο δικό του
«γιατί ρε Δέσποινα;»
Αυτόματα ανοίγω τα μάτια για να τον ξανά κοιτάξω
«γιατί θέλεις τόσο πολύ να με διορθώσεις;»
Προσθέτει αλλά δεν καταλαβαίνω
«τι εννοείς;»
Ρωτάω χαμηλόφωνα και παρακολουθώ την έκφραση του να αλλάζει, να γίνεται παραπονεμένο, νομίζω. Έκανα κάτι λάθος;
«όταν έφυγα... σε είδα μαζί με την μάνα μου. Σας είδα να μιλάτε»
Όχι!
«μα... νόμιζα ότι-»
«ότι έφυγα;»
Μένω σιωπηλή, άλλωστε δεν έχω κάτι να πω. Αυτός έχει τον λόγο τώρα
«γιατί το έκανες αυτό;»
«επειδή θέλω να σε δω ευτυχισμένο»
Απαντάω λιτά και το πρόσωπο του κατσουφιάζει καθώς σκέφτεται κάτι πολύ έντονα. Ασυναίσθητα σηκώνω το χέρι και με τα δάχτυλα μου ακολουθώ τις γραμμές στο μέτωπο του
«μου έχεις θυμώσει, έτσι;»
Ρωτάω χαμηλόφωνα, αλλά δεν μου απαντάει. Μένει απλά ακίνητος, να με κοιτάζει με αυτά τα μεγάλα πράσινα μάτια και με τα χείλη μισάνοιχτα. Γαμώτο, το νιώθω... τον χάνω!
«συγγνώμη ρε Άγγελε, αλλά για εσένα προσπαθώ, κατάλαβε με»
Ψελλίζω με σπασμένη φωνή. Τα δάκρυα είναι έτοιμα να κυλήσουν, ο πόνος στριφογυρίζει μέσα μου, λες και μου έχουν καρφώσει μαχαίρι. Γυρίζω ανάσκελα και κοιτάζω το ταβάνι ενώ παράλληλα νιώθω τα πρώτα δάκρυα να ξεφεύγουν από τα μάτια μου. Τον χάνω. Και το σκέφτηκα ρε γαμώτο! το ήξερα ότι ήταν λάθος, κατά βάθος το ήξερα. Αλλά ως συνήθως... φέρθηκα ανόητα. Ξαφνικά νιώθω το χέρι του να ακουμπάει απαλά το δικό μου, κάνοντας τα δάκρυα να τρέξουν με περισσότερη δύναμη. Σιγά σιγά τα δάχτυλα του τυλίγονται αργά στο χέρι μου για να το κρατήσει σφιχτά
«μην κλαις»
Μου ζητάει με χαμηλή φωνή, σαν να φοβάται
«νιώθω ότι σε χάνω»
Ψελλίζω και χωρίς να το καταλάβω, βρίσκομαι μέσα στην αγκαλιά του, με το πρόσωπο του να απέχει μερικά χιλιοστά από το δικό μου. Τον κοιτάζω μέσα στα μάτια και τα πάντα σταματούν, ακόμη και ο χρόνος
«σε αυτόν τον κόσμο... δεν μπορεί να υπάρξει ο Άγγελος χωρίς την Δέσποινα»
Τα λόγια του με κάνουν να δακρύσω ξανά, αλλά αυτή την φορά κλαίω από χαρά. Κλείνω τα μάτια και ακουμπάω το μέτωπο μου στο δικό του
«σ'αγαπάω»
Του ψιθυρίζω το μυστικό μου και σχεδόν νιώθω το χαμόγελο του
«κοιμήσου ψυχή μου. Αύριο όλα θα είναι καλύτερα...»
Λέει και αφήνει ένα απαλό φιλί στα χείλη μου
«σου το υπόσχομαι»
Προσθέτει και σιγά σιγά παρασύρομαι σε έναν γαλήνιο ύπνο.Μένουν μόνο δύο κεφάλαια για το τέλος!!!
YOU ARE READING
Τα χρώματα του έρωτα
Non-FictionΗ Δέσποινα είναι μια νέα κοπέλα γεμάτη όνειρα και φιλοδοξίες. Ο στόχος της είναι να σπουδάσει στην καλών τεχνών και να γίνει μια διάσημη ζωγράφος. Με λίγα λόγια η ζωή της είναι απόλυτα ελεγχόμενη και τακτοποιημένη, όμως όλα θα αλλάξουν όταν στην σχο...