Chapter 1

6.8K 354 13
                                    

Περπατάω πάλι σε εκείνον τον διάδρομο με όλα τα μάτια καρφωμένα σε εμένα. Με δείχνουν και γελάνε..ξανά. Μπορεί να συνήθισα αλλά ο πόνος κάθε φορά είναι ίδιος.

Αυτήν την φορά είναι χειρότερο, δεν μπορώ να μιλήσω, με πλησιάζει ξανά αυτός, με τραβάει ξανά από τα χέρια μουρμουρίζοντας πόσο χοντρή και κλαψιάρα είμαι. Αρχίζει ξανά να με πηγαίνει σε αυτές τις απαίσιες τουαλετες του σχολείου, δεν ήθελε να τον βλέπουν να μου κάνει ό,τι έπαιται να μου κανει, παρόλο που γελάνε παντα...με οτιδήποτε και αν μου κάνει. Τερας και τερατα.

Άρχισε να με χαστουκίζει και να με φτύνει, πάντα έτσι ξεκινάει.

"Δεν βαρέθηκες;" έβγαλα ένα βογκητο από τον πόνο... είναι δυνατός, είναι πολύ δυνατός για να τον νικήσω.

"Τι να βαρεθώ ρε; Να σε βαράω; Για ξύλο είσαι μόνο! Τίποτα άλλο δεν αξίζεις! Μην μιλάς και απλά άσε με να χαίρομαι που υποφέρεις και κλαίς μπροστά μου! Κοίτα τον εαυτό σου! Στα γόνατα μια ζωή να με παρακαλας."

Κλαίω δυνατά αυτήν την φορά με τα λόγια του.

"Σκάσε!" ακολουθεί ένα χαστούκι πιο δυνατό από τα υπόλοιπα, εφόσον με έκανε να ματώσω.

"Νικολετα! Ξύπνα! Ξύπνα να πας σχολείο! Έλα! Πρέπει να φύγω σήκω!" ήταν ένα όνειρο. Ένας πραγματικος εφιαλτης που δεν μου κάνει εντύπωση. Ηταν σαν να ειδα την σημερινή μου μέρα στο σχολείο.

"Ναι μαμά, ερχομαι."

Κατεβαίνω κάτω σιγά-σιγά και κάθομαι στο τραπέζι. Έχει τόσα πολλά κρουασανάκια, δεν υπάρχει πρόβλημα να φάω ένα σιγά. Πήρα ένα και το έβαλα στο στόμα μου, μου λείπει η σοκολάτα, προσπαθώ να κρατάω την δίαιτα αλλά δεν τα καταφέρνω, πάντα το φαγητό με κερδίζει.

"Εγώ φεύγω Νικη μου, πάνε και εσύ σιγά-σιγά μην αργήσεις."

"Εντάξει μαμά."

Αφού φεύγει η μαμά μου, σηκώνομαι και βάζω το μπουφάν μου το οποίο μάλλον μου έχει μικρίνει. Βγαίνω έξω και πηγαίνω προς το σχολείο πηγαίνοντας από τα στενά για να μην με δούνε. Δεν θέλω καμία επαφή με τους ανθρώπους. Φτανω και μπαίνω μέσα αμέσως και κρύβομαι στις τουαλέτες, αυτές οι τουαλέτες... κοιτάω τριγύρω και παρατηρώ τα πλακάκια που έχουν ακόμα το αίμα από την προηγούμενη εβδομάδα. Το δικό μου αίμα. Πασαλειμμένο από τα δάχτυλα του.

Αγνοώ τα δάκρυα μου και μπαίνω μέσα σε μια από τις τουαλέτες, στην τελευταία βασικά. Ακούω το κουδούνι για την προσευχή και μένω ήσυχη. Ακούω τα παιδιά να ανεβαίνουν στις τάξεις τους και βγαίνω σιγά-σιγά.

Ανεβαίνω γρήγορα την σκάλα και τρέχω -όσο μπορώ- στην τάξη μου. Κάθομαι στο τελευταίο θρανίο και βγάζω το τετράδιο μου για να ζωγραφίσω. Η ώρα κυλάει γρήγορα. Δεν θέλω να χτυπήσει το κουδούνι.

Φοβάμαι.

Ακούω το εκνευριστικό χτύπημα του κουδουνιού και βγαίνω έξω στον διάδρομο. Τον βλέπω από μακριά και γυρνάω αλλού το βλέμμα μου. Με πλησιάζει και η καρδιά μου χτυπάει περισσότερο και προσπαθώ να φύγω αλλά δεν μπορώ να κουνηθώ, δεν αισθάνομαι τα πόδια μου. Αυτη η ανατριχιλα που νιώθω κάθε φορά που είναι σε απόσταση πέντε μετρων από εμένα είναι ταυτόχρονα απαίσια αλλά και γλυκιά. Περνάει από δίπλα μου και με κοίταξε με ένα βλέμμα αηδίας κάνοντας μου νόημα πως θα τα πούμε μετά. Έγνεψα καταφατικά και προχώρησα στο μπάνιο ξανά στην συνηθισμένη μου θέση.

Κάποια στιγμή άκουσα θόρυβο, έντονο θόρυβο, ήταν οι ντιβες του σχολείου.

Ερχονται εκείνες πάλι. Είναι κάτι κορίτσια του σχολείου -φυσικά μεγαλύτερες- που κάθονται και βάφονται, μιλάνε, γελάνε, σχολιάζουν τους πάντες στο σχολείο και φεύγουν. Τις έχω ακούσει να λένε και για εμένα αλλά δεν μίλησα, ούτε βγήκα να ζητήσω τον λόγο, ποτέ δεν μιλάω, ποτέ δεν ψάχνω για να βρω το δίκαιο για εμένα και απλά μένω σιωπηλή και με ποδοπατούν έτσι.

Η ώρα πέρασε και έχουμε φτάσει πλέον στην 6η ώρα. Φυσικά είμαι πολύ χαρούμενη που δεν με ενόχλησε, και νομίζω ούτε πρόκειται αυτήν την μέρα εφόσον δεν έχουμε άλλο διάλειμμα.

Εκτός και αν με βρει μετά το σχολείο έξω, που είναι χειρότερα και δεν υπαρχει κάποιος να τον σταματήσει, οι φίλοι του έστω δεν τον ενθάρρυναν από ένα σημείο και μετά. Τώρα δεν θα έχω κανέναν, δεν θα τον σταματήσει τίποτα.

Κάθομαι και ζωγραφίζω στο κλασσικό μου τετράδιο, η μαμά μου πάντα μου παίρνει από δύο ή τρία κάθε μήνα. Τα τελειώνω τόσο γρήγορα... δεν κάνω τίποτα το ιδιαίτερο, απλά ζωγραφίζω όσα νιώθω, όσα περνάω, όσα πρέπει να ακούσω, τόσα πολλά. Την αγαπάω τόσο πολύ, είναι η καλύτερη μου φίλη, είναι πάντα εδώ για εμένα και για τον αδερφό μου. Ο αδερφός μου. Τον λένε Άρη και είναι ένα χρόνο μεγαλύτερος μου. Ήταν πάντα εκεί για εμένα και με στηρίζει, έχει προσπαθήσει πολλές φορές να τον δείρει αλλά έφαγε ξύλο από τους φίλους του. Είναι πολύ όμορφος ο αδερφός μου, καμία σχέση με εμένα, έχει φίλους, είναι κοινωνικός, χαμογελαστός, δεν έχουμε καμία σχέση.
°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°°
Γειάαααααα σας. Λοιπόν αυτή είναι η αρχή είναι λίγο βαρετή, ξέρω, αλλά το καλό πράγμα αργεί να γίνει (ψωνιοοοοοοοοο).
Ελπίζω να σας κέρδισε το ενδιαφέρον💘
Τα λέμε.

#Killenay

☺🔫

ActuallyWhere stories live. Discover now