Chapter 23

1.7K 210 4
                                    

Ξυπναω το πρωί και κοιτάζω έξω, βρέχει. Υπέροχα.

Κατεβαινω και βλέπω το ημερολόγιο για χιλιοστη φορά αυτήν την εβδομάδα. 14 Ιανουαριου. Μια μέρα.

Τώρα θα μου πείτε τι μετραω αντίστροφα; 15 Ιανουαριου γεννήθηκα. Έχω γενέθλια αύριο και φυσικά δεν θέλω.

Η προπερσινή ανάμνηση ήταν η χειρότερη. Είχα καλέσει όλη μου την τάξη και μόνο η Ζωή ήρθε. Κανένας άλλος. Ήταν τότε οταν άρχισαν όλα... Και πέρσι φυσικά, η Ζωή με επριξε να με βγάλει κάπου έξω και το μόνο που καταφερε ήταν να με πάει για τσιλμποξ στο λιμάνι.

Και φέτος... Φέτος δεν περιμένω τίποτα διαφορετικό. Εξάλλου πέφτουν Δευτερα, και τις μισώ τις δευτερες. Τις σιχενομαι.

Σήμερα Κυριακή και υπέροχη μέρα, κάθομαι στην βεράντα και παρακολουθώ τον γείτονα της απέναντι πολυκατοικίας να κατεβαίνει και να βγάζει τα σκουπίδια. Όλα τοσο φυσιολογικα γύρω μου αλλά τίποτα μέσα μου.

Ο τύπος στο τηλέφωνο χθες με έκανε και θυμήθηκα τα πάντα για τον μπαμπά μου, όσα μπορώ δηλαδή εφόσον ήμουν πολυ μικρή.

Δεν ήταν τυχαίο που με πήγαιναν σε ψυχολόγους μέχρι τα 9. Και παλι δεν μου άλλαξαν γνώμη. Εάν εκεινη την μέρα δεν του παραπονιομουν για το παγωτό, δεν θα έβγαινε απο το σπίτι. Δεν θα γινόταν το τροχαίο και θα είχα τωρα τον μπαμπά μου κοντά μου. Εγώ φταιω.

Μετά τα 9 απλά σταμάτησα να σκέφτομαι οτιδήποτε μου τον θύμιζε, μονο καλές αναμνήσεις. Στο σχολείο φυσικά με κορόιδευαν επειδή δεν είχα μπαμπά και όλοι είχαν. Θυμάμαι χαρακτηριστικά μια μέρα που ο Αχιλλεας ήταν πιο μεγάλος και καθόμουν σε ένα παγκάκι. Πήγαινε 5η ή 6η δημοτικού, δεν θυμάμαι, εγώ πάντως ήμουν 4η. Ήρθε μια μπάλα και με χτύπησε στο κεφάλι 'καταλάθος' απο οτι είχαν πει κάτι παιδιά της 6ης. Ο Αχιλλεας το ειδε αυτό και εξαφανίστηκε. Μετά απο 2 λεπτά εμφανιστηκε ο διευθυντής και πήρε την μπάλα απο τα παιδιά τα οποία με χτύπησαν. Ο Αχιλλεας με πλησίασε και μου με ρώτησε εάν είμαι εντάξει και του χαμογελασα. Την θυμάμαι τόσο καλά αυτην την στιγμή. Και στην 1η γυμνασίου ήμουν τόσο τρελαμενη μαζί του αλλά στην 2α άρχισαν όλα. Τα γέλια, το κοροιδεμα, και οσο θελω να το ξεχάσω δεν μπορώ. Κοιτάζομαι στο τζάμι της μπαλκονοπορτας και παρατηρώ τα σημαδια στον λαιμό μου.

Ακουμπάω απαλά τα σκούρα ακόμα σημαδια απο τα δαχτυλα του, αποτυπωμενα στον λαιμο μου. Οτι και να έχω κάνει δεν φεύγουν... Είναι σαν να ήθελε να μείνουν, και έμειναν. Σαν μια πληγή που ποτέ δεν περνάει. Σαν τα ραματα, μπορεί να μην πονάς αφού σου τα έχουν βγάλει, αλλά η ανάμνηση απο το χτύπημα ειναι εκεί.

Ακούω το κουδούνι και πάω να ανοίξω. Μπροστά μου η Ζωή με ένα ζεστό χαμόγελο όπως πάντα, και κρουασανακια στα χέρια της.

"Ζωή γιατι τρως κρουασανακια;!" είπα ενώ της τα πήρα. Η Ζωή για πρωινό καμια φρυγανιά θα φάει και αν!

"Εεε δωστα μου! Έχω κατάθλιψη και πρέπει να τρώω λογικά" είπε χαμογελώντας.

"Μάλιστα... Και γιατί χαίρεσαι;"

"Πρέπει να έχω κατάθλιψη για να μου περάσει αυτό με τον Αρη...μάλλον" εξησε το κεφάλι της.

Ξεφυσαω και της κανω σήμα να περάσει μέσα.

"Έχω καλά νέα.." της λεω αφού κάθεται.

"Τι νέα;" είπε μπουκωμενη.

"Ο Αρης...μάλλον... Κάτι..."

"Μιλα καθαρά χρυσή μου" είπε ενώ άνοιξε ορθανοιχτα τα μάτια της.

"Εμμ, πως να το πω χωρίς να το πω;"

"Ειναι γκει; Όχι ρε γαμωτο! Λοιπόν αναλαμβάνω δράση να τον κάνω άντρα!" είπε ηρωικά.

Χτυπάω το κεφάλι μου και κοιτάζω έξω απο το παραθυρο.

"Έχεις θέμα! Όχι δεν ειναι γκει! Του αρεσεις!" λέω φωνάζοντας.

"Τι;" είπε ενώ της έπεσαν τα αποφάγια.

"Ναι!"

"Παναγια μου!" είπε και άρχισε να φτιάχνει τα μαλλιά της και να πετάει τα κρουασακανια.

Το ήξερα.

"Πως είμαι;" ρωταει αφού κάθεται σταυροπόδι στον καναπέ.

"Θέα" λέω και ακούμε κλειδιά.

Φτιάχνει λίγο παραπάνω τα μαλλιά της και έχει βάλει τα πόδια πάνω στον καναπέ. Αφού μπαίνει η μαμά μου την κοιτάζει περίεργα και μετά εμένα.

"Α εσύ είσαι;" λέει η Ζωή και ξανακαθεται σαν αγόρι.

"Ναι γιατί περιμένατε κανέναν;" είπε η μαμά μου με νόημα και άφησε κάτι σακούλες στο τραπέζι της κουζίνας.

"Μάνα έχουμε γάμους" λέω γελώντας.

"Σκασε ρε ηλίθια!" λεει κοκκινιζοντας η Ζωή.

"Οπα τι;" λέει η μαμά μου και κάθεται δίπλα της.

"Εμμ ρε συ δεν θα τον πειραξω τον γιό σου αλήθεια σου λέω" λέει η Ζωή στην μαμά μου ενώ κατεβάζει το κεφάλι της.

"Πας καλά μωρε; Να τον παραπειραξεις κιόλας! Καλύτερα εσύ αγάπη μου που σε ξέρω παρά καμιά άλλη να τον ξεμυαλισει, είστε μικρά ακόμα για να βρείτε τον έρωτα της ζωής σας αλλά σε συμβουλεύω να κάνεις αυτό που λέει η καρδιά σου! Τίποτα δεν έχει σημασία... Εαν υπάρχει συναισθημα θα φανεί και θα γίνει κάτι... Και να ξέρεις οτι η πρώτη που θα χαρεί θα είμαι εγώ" της κρατάει το χέρι και εγώ βηχω για να δείξω ως ενοχλήθηκα απο αυτό που είπε.

"Καλά ντε, θα ειμαι η δεύτερη που θα χαρω..." είπε γελώντας.

"Έτσι μπράβο" είπα.

°°°°°°°°


#Killenay

☺🔫

ActuallyWhere stories live. Discover now