Louis' Pov
"Fucking asshole" μουρμουρίζω μέσα από το στόμα μου καθώς κλείνω την πόρτα του δωματίου της Christine. Μόλις έπεσε στην αγκαλιά μου προσπάθησα να την ηρεμήσω και να της φτιάξω το κέφι,όμως όσο τα λεπτά περνούσαν εκείνη ένιωθε όλο και πιο άσχημα. Οπότε χωρίς να δώσω εξηγήσεις σε κανέναν, χαιρέτησα τους φίλους μας και την έφερα σπίτι. Στη διαδρομή ήταν σιωπηλή. Απλώς μου κρατούσε το χέρι καθώς οδηγούσα το αμάξι που δανείστηκα από τον μπαμπά μου. Ανεβαίνοντας τις σκάλες για να πάμε στο δωμάτιό της έμπλεξε τα δάχτυλά μας και με έφερε κοντά της. Δεν θέλησε να ανοίξει κανένα φως, ξάπλωσε στο κρεβάτι της με τα ρούχα και κούρνιασε στην αγκαλιά μου μόλις άφησα το σώμα μου να πέσει δίπλα της. Την κράτησα μέχρι να κοιμηθεί. Ευτυχώς δεν άργησε να βυθιστεί στον ύπνο.
Κατέβηκα τις σκάλες όσο πιο ήρεμα μπορούσα για να μη ξυπνήσω ούτε τον Charles ούτε την Christine. Μετά από κάποια ώρα αναζήτησης του διακόπτη κατάφερα να ανοίξω ένα φως και να κυκλοφορήσω μέσα στον χώρο. Δεν κάθισα όμως στο σαλόνι, προτίμησα την κουζίνα. Στο μυαλό μου υπάρχει μόνο μία εικόνα. Το πρόσωπο του Jack γεμάτο αίματα. Κάθε λεπτό που περνάει το πρόσωπό του ματώνει όλο και περισσότερο. Θέλω να τον δω να πονάει. Θέλω να τον δω να παρακαλάει να σταματήσω. Θέλω να τον δω να φτύνει το αίμα και να με κοιτάει ζητώντας συγχώρεση.
"Louis?"
Η φωνή της Christine με φέρνει πίσω στην πραγματικότητα. Στέκεται με το φόρεμά της στην πόρτα της κουζίνας ακουμπώντας πάνω της. Με κοιτάει νυσταγμένη με ένα μικρό χαμόγελο στα ροζ χείλη της.
"You should be sleeping"
"I woke up and you weren't next to me. I thought you left"
"I just wanted a glass of water"
"Are you okay?" με ρωτάει ερχόμενη προς εμένα
"I'm fine. How are you? How are you feeling?"
"I'm okay"
"Are you?" την ρωτάω ανήσυχος.
"I'll be tomorrow morning. Now I just want to sleep in your arms"
"So cheesy" γελάω τυλίγοντας τα χέρια μου γύρω από τον κορμό της
"Mmm" χαμογελάει πλατιά και ανακουφίζομαι. Με φιλάει γλυκά και έπειτα με οδηγεί στο δωμάτιό της.
"Christine?"
"Yeah?"
"I'm sorry for not being there to protect you"
H Christine γυρνάει πλευρό και παρόλο που είναι σκοτάδι μπορώ να νιώσω το βλέμμα της πάνω μου. Ακουμπάει με το χέρι της το μάγουλό μου και με χαϊδεύει.
"The important thing is that you're here now and I'm exactly where I should have been tonight in the first place. With you"
Δεν πρόλαβα να χαμογελάσω, με αγκάλιασε και με φίλησε. Με έσφιξε στην αγκαλιά της και αρχισε να μου φιλάει το λαιμό και όλο το πρόσωπο. Γελούσε δυνατά. Παράλληλα με δάγκωνε και εγώ την τσιμπούσα και εκείνη με χτυπούσε παιχνιδιάρικα. Έτσι περάσαμε την ώρα μας μέχρι που η Christine αποκοιμήθηκε ενώ συζητούσαμε για τα παιδικά μας χρόνια.
Το επόμενο πρωί ξύπνησα από τον ήχο του κινητού μου. Ο ήχος δυνατός και εκνευριστικός για το πρωί σχεδόν μισητός. Η Christine γκρίνιαζε και με έσπρωχνε για να σηκωθώ και να σταματήσω τον εχθρό που διέκοπτε τον ύπνο της και κατά πάσα πιθανότατα έμπαινε κρυφά σε κάποιο όμορφο όνειρό της . Σηκώθηκα ακολουθώντας τον ήχο. Στο γραφείο κάτω από την μπλούζα μου βρίσκω το κινητό μου. Μόλις το ακουμπώ σταματάει να δονείται και η σιωπή εξαπλώνεται πάλι στον χώρο. Ανοίγω τη συσκευή και βλέπω πέντε αναπάντητες κλήσεις. Δύο από την Lottie και τρεις από τη μαμά μου. Πριν προλάβω να πατήσω 'επανάκληση' το κινητό χτυπάει ξανά κι αυτή τη φορά είναι ο μπαμπάς μου. Παίρνω μία βαθιά ανάσα πριν σύρω το δάχτυλό μου πάνω από το πράσινο κουμπί. Είναι πολύ πρωί για να μαλώσω μαζί του όμως και να ήθελα να το αποφύγω τα τόσα τηλέφωνα υποδηλώνουν πως έρχεται καυγάς. Κοιτάζω την Christine που έχει απλωθεί στο κρεβάτι και αγκαλιάζει το ένα μαξιλάρι και χαμογελάω. Κοιμάται τόσο ήσυχα και εγώ θα πρέπει να φύγω και να την αφήσω να ξυπνήσει μία ακόμη φορά μόνη της.
"Wait a minute" ψιθυρίζω στο ακουστικό περπατώντας μέχρι την πόρτα για να βγω από το δωμάτιο και να μην την ξυπνήσω.
"Morning dad"
"Where are you?!"
"Out"
"Oh really smartass? I know you're not home I wouldn't have called your stupid ass if you were here!"
"What the hell dad?"
"Get your ass back here. It's your grandma's birthday today and you were supposed to pick her up one hour ago. We were supposed to eat all together. Remember?"
"Οh shit!"
"I expect you to be home in twenty minutes. Can you do that?"
"I'm not a fucking retard. I'll be there in ten"
"You have to pass your exams first to prove you're not stupid"
"MARK!" ακούω τη φωνή της μαμάς μου από πίσω και ξέρω πως μόλις κλείσουμε το τηλέφωνο πρόκειται να υπάρξει ένας μεγάλος καυγάς ανάμεσά τους.
"Well, dad you know what they say 'the apple doesn't fall far from the tree' "
Απαντάω με έναν τόνο γεμάτο ειρωνεία. Τερματίζω την κλήση πριν απαντήσει και παίρνω ένα λεπτό για να ηρεμήσω. Οι τύψεις και οι ενοχές γεμίζουν κατευθείαν το μυαλό μου και την καρδιά μου. Συζητούσαμε τον τελευταίο μήνα με τη γιαγιά μου για τα γενέθλιά της και της είχα υποσχεθεί πως θα περάσουμε την ημέρα μαζί , όμως με όλα αυτά με την Christine αποσυντονίστηκα πλήρως και ξέχασα πως σήμερα έπρεπε να είμαι σπίτι από νωρίς. Νομίζω το σκέφτηκα για μία στιγμή χθες,αλλά την επόμενη είδα την Christine βουρκωμένη και όλες οι υπόλοιπες πληροφορίες σβήστηκαν από το μυαλό μου.
Μπαίνω μέσα στο δωμάτιο όσο πιο ήσυχα μπορώ και αρχίζω να ντύνομαι. Πρώτα μπλούζα, ύστερα κάλτσες και παπούτσια. Κινητό και κλειδιά βρίσκονται στην τσέπη μου. Το μόνο που λείπει είναι να χαιρετίσω την Christine, η οποία έχει φέρει το πάπλωμα πάνω από το κεφάλι της και απορώ πως αναπνέει ακόμη. Ακουμπάω προσεκτικά πάνω στο κρεβάτι και κατεβάζω το πάπλωμα για να μπορέσω να βρω το πρόσωπό της.
"Christine.." ψιθυρίζω κοντά στο αυτί της ενώ ακουμπάω το μάγουλό της
"Christine..."
Εκείνη κουνάει ελαφρώς το κεφάλι της και χώνεται ξανά κάτω από το πάπλωμα. Γελάω επαναλαμβάνοντας τις ίδιες κινήσεις. Όχι πολύ μετά ανοίγει τα μάτια της στα δικά μου.
"Mmm..what?"
"I have to go,love"
"Do you have to?" με ρωτάει νυσταγμένα
"Yes. It's my grandma's birthday today and I totally forgot about it"
"Oh.. You should go then. "
Η Christine μου προσφέρει ένα νυσταγμένο χαμόγελο και μου δίνει ένα γρήγορο φιλί στα χείλη για να με αποχαιρετήσει.
"You could..You could come with me,you know"
H Christine ανοίγει ορθάνοιχτα τα μάτια της με βλέμμα γεμάτο έκπληξη.
"You..want me to come with you? To meet your grandma? To meet formally all your family?"
"I mean..I want you to meet her but if you feel uncomfortable or that it's not necessary and you feel biased I don't want to push you and-"
"I'd love to meet her. I just thought you didn't like these things"
"Well, I like you so.." της απαντώ χαμογελώντας
"Oh, you like me?" με ρωτάει ενώ σηκώνεται στα πόδια της και τυλίγει τα χέρια της γύρω από το λαιμό μου
"Yeap"
"I like you too" χαμογελάει πονηρά πριν ενώσει τα χείλη μας.
"I really have to go. Just take a shower and wake up Charles"
"Okay-okay"
"Please..please don't be late" της λέω δίνοντας της ένα τελευταίο φιλί
"Okay, Louis. We will be terribly late and we will miss everything and then your grandma will dislike me and we will eventually break up"
Βγαίνοντας από το δωμάτιο της προσφέρω το μεσαίο μου δάχτυλο σηκωμένο και αυτή γελάει. Κλείνει την πόρτα της και λίγα λεπτά μετά κλείνω και εγώ την πόρτα του σπιτιού της. Μπαίνω γρήγορα στο αμάξι και προσπαθώ να φτάσω όσο πιο σύντομα μπορώ στο σπίτι. Στη διαδρομή σταματάω στο ζαχαροπλαστείο για να παραλάβω την τούρτα που είχα παραγγείλει μία εβδομάδα πριν. Παρκάρω απέναντι από το σπίτι, αρπάζω την τούρτα και περπατάω προς το σπίτι.
Φωνές ακούγονται μέσα από το σαλόνι, ενώ ο πρώτος άνθρωπος που βλέπω είναι η μητέρα μου να βγαίνει από την κουζίνα.
"You 're almost late"
"Almost. Not late"
"Where were you young man?" με ρωτάει δίνοντας ένα φιλί στο μάγουλό μου
"At Christine's.. We had a situation last night and I totally forgot about today. I'm sorry,mom"
"Apologize to your grandma. Not to me."
Κουνώ καταφατικά το κεφάλι μου έτοιμος να της αφήσω την τούρτα και να στραφώ προς το σαλόνι.
"Louis? Is everything okay with Christine?"
"She's fine now"
"Good"
H μαμά μου χαμογελάει και χάνεται πάλι μέσα στην κουζίνα,ενώ εγώ κατευθύνομαι προς το σαλόνι. Στην πολυθρόνα κάθεται η γιαγιά μου και παίζει χαρτιά με την Felicite.
"Heyyy!" φωνάζω μπαίνοντας μέσα στο δωμάτιο.
Η γιαγιά μου μόλις με αντικρίζει χαμογελάει πλατιά το βλέμμα της γεμάτο χαρά που με βλέπει.
"I'm so sorry for not picking you up"
"Oh,it's okay,dear"
"How is my favorite birthday person?"
"Good.Good. How are you?"
"Great. Are you comfortable there? I could bring you grandpa's armchair. I know how much you like it"
"Oh,no no. I'm okay, honey"
"Are you sure? It's no trouble,grams"
H γιαγιά μου διστακτική σκέφτεται για λίγο και κουνάει καταφατικά το κεφάλι της.
"Would you do that for me?"
"Of course!" της δίνω γρήγορα ένα φιλί στο μάγουλο
"Feli, could you tell Lottie to come and help me out?"
"Why don't you do it yourself?" γκρινιάζει κουνώντας τα χέρια της
"Feli" της λέει γλυκά η γιαγιά μας και εκείνη τελικά υποκύπτει και τρέχει στον πάνω όροφο
"I'm sorry grams"
"Don't worry,honey. It's okay"
"Can I ask you something?"
"Course"
"Would you mind if I asked a friend of mine to eat lunch with us today?"
"No.Not at all,dear"
"Are you sure?"
"Yes,honey. Who would be that friend of yours?"
"Her name is Christine. I've asked her to bring her brother too ; again if you don't mind"
"Ι'd love to meet your friend,Louis" απαντάει η γιαγιά μου με ένα χαμόγελο που με ηρεμεί
"Move your ass,Louis! I don't have all day !" φωνάζει η αδερφή μου από τον διάδρομο
"What's up in your ass,Lottie?"
"It's not what-it's who"
Την κοιτάω εκνευρισμένος και εκείνη γελάει. Παίρνω μία βαθιά ανάσα ,αλλά τα λόγια της ήταν αρκετά για να με τσατίσουν και να με φέρουν κατευθείαν σε μία κατάσταση τρομερού εκνευρισμού.
"You're so fucking funny"
"It runs in the family"
"Move"
Σπρώχνω την αδερφή μου στην κουζίνα κερδίζοντας ένα αυστηρό βλέμμα από την μητέρα μου. Η αδερφή μου αδιάφορη ανοίγει απευθείας την πόρτα που οδηγεί στο παλιό γραφείο του παππού μας. Έχω να μπω σε αυτό το δωμάτιο τουλάχιστον τρία χρόνια. Η τελευταία φορά δεν ήταν ιδιαίτερα ευχάριστη. Οι αναμνήσεις που έρχονται στο μυαλό μου θυμίζουν για ποιον λόγο απέφευγα αυτό το δωμάτιο. Ο μπαμπάς μου είναι υπερευαίσθητος με το δωμάτιο αυτο και όταν είχα μπει είχαμε μαλώσει άσχημα. Γι αυτό και εγώ αποφάσισα να απέχω και κανένας εκτός από αυτόν δεν έμπαινε εδώ μέσα.
"Turn the lights on"
Πατάω τον διακόπτη και το δωμάτιο φωτίζεται. Η πολυθρόνα είναι καλυμμένη με ένα άσπρο σεντόνι που το τοποθέτησε η μητέρα μου ένα χρόνο πριν στα προηγούμενα γενέθλια της γιαγιάς μου.
"Okay, let's do this" ψιθυρίζει η αδερφή μου βάζοντας τα χέρια στη μέση της.
Σηκώνουμε και οι δύο την πολυθρόνα με το τρία και την μεταφέρουμε αρχικά στην κουζίνα. Η μητέρα μου αρχίζει να φωνάζει να προσέχουμε να μην ρίξουμε κάποιο πιάτο κάτω και να μην σύρουμε την πολυθρόνα στον τοίχο στο διάδρομο και γδάρουμε τον τοίχο.
"Mom!" φωνάζει η Lottie και η μητέρα μου αρχίζει να γκρινιάζει
Η αδερφή μου η Felicite γελάει , ενώ από πίσω μου ακούω τον μπαμπά μου να μας λέει να προσέχουμε.
"Glad you made it" μου λέει ειρωνικά ο πατέρας μου μόλις η γιαγιά μου καθίσει στην πολυθρόνα της.
"Mark.."
Η φωνή της γιαγιάς μου ακούγεται από την άλλη πλευρά και σταματάει τον επικείμενο καυγά.
"I invited Christine and Charles too"
"Thank you for asking us"
"I asked the birthday girl" απαντάω πίσω κλείνοντας το μάτι στη γιαγιά μου. Εκείνη γελάει και χτυπάει ελαφρά το πόδι μου.
Έναν καυγά αργότερα με τον μπαμπά μου για τον χορό της επόμενης εβδομάδας, μία φωνή της μαμάς μου να σταματήσουμε, ένα στρώσιμο τραπεζιού και μία παρτίδα χαρτιών με τη γιαγιά μου, το κουδούνι επιτέλους χτυπάει και η Christine εμφανίζεται στην εξώπορτά μου μαζί με έναν καλοντυμένο Charles.
YOU ARE READING
They don't know about us (L.T.)
FanfictionChristine used to have it all. A great warming family, friends and a loving boyfriend. Everything changed when life decided to take away her parents. She moved to Doncaster and although she didn't want to build a life there, she found herself fallin...