Ο Cristiano ήταν ο τελευταίος , όπως και η Ηλέκτρα από την παρέα της. Συναντήθηκαν σε ένα σημείο τελείως τυχαία. Αυτός την αναγνώρισε και έσκυψε το κεφάλι. Χωρίς να το καταλάβει, ο Cristiano ήρθε μπροστά της και της έκοψε το δρόμο. Η Ηλέκτρα προσπάθησε να τον αποφύγει χωρίς να δείξει την δυσαρέσκειά της. Αυτός της κράτησε σφιχτά το χέρι για να την κρατήσει κοντά του.
- Άσε με να φύγω. Με πονάς.
- Όχι αν δεν σου μιλήσω πρώτα.
Γύρισε και τον κοίταξε. Προσπάθησε να ελευθερωθεί.
- Να μου μιλήσεις; Και να μου πεις τι ;Ότι ήσουν δειλός και δεν μπόρεσες να μου το πεις πρόσωπο με πρόσωπο;
Είπε δυναμώνοντας τον τόνο της φωνής της.
- Άσε με να φύγω λοιπόν και σταματά να με σφίγγεις γιατί πονάω!
Οι φίλοι της καθόταν και τους κοιτούσαν χωρίς να καρφώνονται. Οι συμπαίκτες του Cristiano είχαν ήδη φύγει, και ούτε καν τον περίμεναν.
- Μα δεν καταλαβαίνεις; Ξέρω… ακούγεται όντως παράλογο και δεν μπορείς να με καταλάβεις. Και πρέπει να μάθεις γιατί τα έκανα όλα αυτά.
- Ξέρεις πως είναι ανώφελο γι αυτό άσε με να φύγω.
- Αν μου δώσεις ένα λεπτό θα καταλάβεις.
- Πρέπει να φύγω.
Είπε και τράβηξε το χέρι της. Έφυγε τρέχοντας προς την έξοδο. Αυτός δεν την σταμάτησε. Κάθισε στην πιο κοντινή καρέκλα και έμεινε να την κοιτάει. Η Ηλέκτρα γύρισε και τον κοίταξε μόλις άγγιξε την πόρτα. Σκέφτηκε για ένα λεπτό , κούνησε το κεφάλι της και απομάκρυνε τη σκέψη όσο πιο γρήγορα μπορούσε. Οι μέρες μπορεί να περνούσαν αλλά τα μηνύματα και οι κλήσεις στο κινητό της όλο και αυξάνονταν. Ποτέ δεν άνοιγε τα μηνύματα και ποτέ δεν απαντούσε στις κλήσεις. Απέρριπτε και τα διέγραφε ότι είχε το όνομά του. Έτσι πέρασαν τέσσερις εβδομάδες. Δεν την πονούσε. Είχε ζήσει με τον πόνο τόσους μήνες. Τα αισθήματά της όμως δεν μπορούσε να τα αρνηθεί. Ακόμα τον αγαπούσε. Τα λεπτά αυτές τις μέρες περνούσαν πολύ γρήγορα. Η μία ώρα διαδεχόταν την άλλη λες και ήταν λεπτά. Όπως επίσης και η μια κλήση μετά την άλλη , και τα μηνύματα. Δεν τα άνοιγε , τα διέγραφε έτσι όπως της τα έστελνε. Σηκώθηκε όρθια και πέταξε το κινητό πίσω της. ’’Δεν το αντέχω άλλο αυτό , με ακούς; Δεν το αντέχω.’’ Ένα δάκρυ κύλισε από τα μάτια της και έπεσε κάτω. Η ζεστασιά του χαλιού την έκανε να νιώσει πιο ήρεμα. Ξάπλωσε και έκλεισε τα μάτια της όσο πιο σφιχτά μπορούσε για να σταματήσουν τα δάκρια της.’’ Γιατί να μην μπορώ να σε ξεχάσω; Πες μου… Φύγε , άσε με ήσυχη , φύγε απ τη σκέψη μου.’’ Σηκώθηκε και πήρε πάλι το κινητό στα χέρια της. Πριν πατήσει το πράσινο κουμπί χτύπησε πάλι. Δεν ήταν ο Cristiano. Ήταν η Εύα. Αυτή τη φορά το σήκωσε.
- Γειαααα!
- Τι κάνεις Ηλεκτράκι;
- Καλά είμαι! Εσύ;
- Καλά! Πήρα να δω τι κάνεις.
- Σήμερα κατά το βραδάκι τι κάνεις; Θέλεις να μου κάνεις λίγη παρέα; Από τότε που έφυγαν διακοπές όλοι οι άλλοι , το σπίτι είναι τελείως άδειο.
- Δεν νομίζω να έχω κάτι να κάνω.
- Κατά τις 21.00 πέρνα μια βόλτα.
- Εντάξει! Λοιπόν; Πες μου τι γλυκά θέλεις να σου φέρω!
Μιλούσαν αρκετή ώρα. Η Ηλέκτρα επιτέλους άλλαξε διάθεση. Έγινε πιο ήρεμη. Έτσι η ώρα πέρασε. Η Εύα έφερα τα γλυκά που της ζήτησε και κάθισαν στον καναπέ αρχίζοντας τα αστεία. Λίγες ώρες μετά ένα φώς άναψε κάτω από το παράθυρο του σαλονιού. Ερχόταν κάτω από το δρόμο. Ακούστηκαν φωνές και δυνατή μουσική. Κάποια στιγμή ακούστηκε μέσα στην φασαρία. Μια γνώριμη φωνή που έλεγε το όνομά της. Αναρωτήθηκε και σηκώθηκε. Για να δει άνοιξε την μπαλκονόπορτα. Έσυρε την μπαλκονόπορτα με ένα σπρώξιμο και ακούμπησε τα κάγκελα. Έσκυψε κάτω και είδε πολλούς ανθρώπους να κρατάνε όλοι από ένα κόκκινο τριαντάφυλλο. Ήταν όμως ένας που κρατούσε ένα τεράστιο μπουκέτο απ’ αυτά.
Ήταν ο Cristiano!
YOU ARE READING
Υπάρχουν και άλλοι τρόποι να σκοράρεις
RomanceΚαι όταν άνοιξε τα μάτια της είδε τον πρίγκιπα των ονείρων της..οοοοχι οχι λάθος...το γοβάκι ταίριαζε τέλεια..μάταια..ούτε αυτό είναι!Μα που μπορεί να είναι; Μα και βέβαια..το βρήκα επιτέλους..λοιπόν..μια φορά και έναν καιρό τα παραμύθια έπαψαν να υ...