• 7 •

148 18 0
                                    


~ Ληστές!!! ~

Οι ληστές ήταν γεγονός. Δέκα με δεκαπέντε άτομα μας κυνηγούσαν μέσα στο δάσος με τα άλογά τους. Όλοι τους είχαν την ίδια περίεργη ράτσα αλόγου με την Μελίγια!
+Παράξενο αυτό! Αλλά τώρα δεν έχουμε χρόνο....
-Χρειαζόμαστε σχέδιο! Φώναξε σε εμένα η Κριστάλια.
+Καλά έλεγα εγώ ότι με είχαν για σωματοφύλακα...
Άνοιξα γρήγορα το τσαντάκι μου που μου είχε γεμίσει με πράγματα ο πατέρας μου πριν φύγω. Είδα μια θήκη και ένα μαχαίρι-σουγιά. Το φόρεσα στα γρήγορα. Δεν είχα και καθόλου χρόνο καθώς μας πετούσαν βέλη! Ευτυχώς δεν ήταν τόσο εύστοχοι όσο η Κριστάλια. Αστοχούσαν συνεχώς. Ξανά έριξα μια ματιά στο τσαντάκι μου. Πρόσεξα ένα μπουκαλάκι με λάδι , δύο πέτρες (για να ανάβω φωτιά), λίγο ποτό του περασμένου αιώνα (τόσο δυνατό) και κάτι τυλιγμένο μέσα σε πανί.
+Μου ήρθε μια ιδέα!
Έριξα και λάδι πάνω του και το έδωσα στην Κριστάλια μαζί με τις πέτρες.
-Βάλε το πανί πάνω στο βέλος τώρα!
-Είσαι τρελός! Πώς θα χτυπήσω με αυτόν τον τρόπο κάποιον?
Μου φώναξε εκείνη.
-Με της πέτρες άναψε φωτιά! Φωτιά θα μας σώσει! Ρίξε στο έδαφος έχει παντού ξερά φύλλα!
-Θα καούμε ζωντανοί!
-Απλός κάντο!
Οι ληστές είχαν καταλάβει το κόλπο και έτσι άφησαν απόσταση πρίν ρίξουμε.
+Πέτυχε!
Χτύπησα τα χαλινάρια του αλόγου μου δυνατά. Άρπαξα το τόξο με το πανί και τις πέτρες από τα χέρια της. Το έκαψα σε κομμάτια από με το μαχαίρι.
+ Το πιάσατε ήθελα χρόνο για το πραγματικό σχέδιο μου!
Τα κορίτσια να με κοιτούν έκπληκτες. Αφού το έκοψα σε εφτά καλά κομμάτια γύρισα το άλογο μου προς στην μεριά τον ληστών. Με ακολούθησαν και τα κορίτσια κοκαλομένες. Μάλλον δεν είχαν καταλάβει το σχέδιο. Τέλος πάντων οι ληστές φρίκαραν λίγο αλλά μετά συνέχισαν να έρχονται με όλοι την φορά καταπάνω μου. Έκοψα αμέσως ταχύτητα. Άναψα φωτιά σε ένα κομμάτι που το είχα τοποθετήσει πάνω στο βέλος. Σημάδεψα. Εκείνοι προσπάθησαν να άλλαξουν κατεύθυνση αλλά ήταν πολύ αργά. Εξάλλου εγώ δεν σημάδευα το έδαφος αλλά αυτούς! Και αυτήν την φορά με βέλη φωτιάς! Με την φορά και το απότομο φρενάρισμα σχεδόν μπροστά μου ήταν εύκολο να τους πετσοκόψω. Πέτυχα δύο πρώτους πρώτους. Το έναν τον πέτυχα στο λαιμό ενω τον άλλον στο στήθος. Το δάσος γέμισε πονεμένες κραβιές πονεμένων ανδρών. Η φωτιά εκτός ότι τους έκαιγε τρόμαζαν τα άλογά τους. Κι αυτό ήταν που με βοηθούσε να τους νικώ ποίο εύκολα.
+Πολύ παράξενο... Τα δικά μου στο παλάτι έχουν εκπαιδευτεί για αυτό το θέμα!
Έβλεπα άτομα να σπαρταράνε από τον πόνο και να πέφτουν κάτω από τα άλογα τους. Η Μελίγια ήταν πολύ καλή στο ξήφος. Τους αποτελείωνε ενώ η Κριστάλια κάλπαζε δίπλα μου.
+Όλα είχαν πάει περίφημα!
Μάλλον δεν έπρεπε να ανοίξω το στόμα μου γιατί ένας από αυτούς στάθηκε σε ένα βράχο μπροστά μας και σημάδεψε την Κριστάλια! Το άλογο της η Ροξάνη σηκώθηκε στα δύο της πόδια για να μην την πετύχει. Όμως δεν έγινε το ίδιο και για αυτήν. Η φοράδα έπεσε στο έδαφος αιμόφυρτη μαζί με την Κριστάλια. Είχε καταπλακώσει το πόδι της και δεν μπορούσε να σηκωθεί. Από τα νεύρα μου και μη χάνοντας χρόνο έριξα ένα βέλος φωτιάς σε αυτών τον τύπο. Τον πέτυχα στο χέρι! Το άλογο του τρομοκρατημένο έτσι καστανόξανθο με μια ασυνήθιστη χελωνίδα (ένα είδος σημασία, λευκή κηλίδα που έχουν κάποια άλογα στο μέτωπο τους εκγενετής) έτρεξε τώρα προς το δάσος. Αυτός ο τύπος έπρεπε να είναι ο αρχηγός γιατί όλοι τον ακολούθησαν. Όμως δεν έφτανε όλα αυτά η Μελίγια είχε εξαφανιστεί! Κατέβηκα αμέσως από τον Έλαμάναμου. Άφησα το ξήφος πάνω του και με ένα νεύμα τον έστειλα να την βρει. Μπορεί να χρειαζόταν όπλο και άλογο, εξάλλου δεν μπορούσα να φύγω.Έτρεξα γρήγορα προς την Κριστάλια. Εκείνη είχε βάλει τα κλάματα. Τελείως αυθόρμητα έκανα μια κίνηση να την ακουμπήσω στην πλάτη για να την παρηγορήσω. Μπήκε κατεύθυναν στην αγκαλιά μου και συνέχισε να κλαίει. Δεν ήθελε να βλέπει το θέαμα. Η Ροξάνη ήταν σε μαύρα χάλια. Αίμα έτρεχε συνεχώς από την πληγή της και δεν φαινόταν να σταματάει. Το άτυχο ζώο πάλευε με τους αβάσταχτος πόνους.
+ Αυτός ο τύπος φτάει για όλα ! Αν τον δώ θα το σκοτώσω με τα ίδια μου τα χέρια!
Η κατάσταση της όμως επιδεινώθηκε. Η φοράδα τώρα έβγαζε αφρούς από το στώμα.
+Οχ είναι αυτό που νομίζω...
Βλέποντας αυτό το θέαμα μην μπορώντας να το πω στην Κριστάλια την έσφιξα πολύ την για παρηγοριά. Λάθος μου γιατί εκείνη το κατάλαβε ότι δεν πάει κάτι καλά με το άλογό της. Έριξε μια ματιά στην φοράδα της. Είδε τις αφρούς και εκείνη.
-Δεν την χτύπησαν απλός! Την δηλητηρίασαν κιόλας! Αχ ας ήμουν εγώ στην θέση της και τι στον κόσμο! Είπε πλέον θυμωμένη σκουπίζοντας τα δάκρυά της.
-Μην το λες αυτό ποτέ! Κάνεις δεν μπορεί να πάρει την θέση καμένου! Με ακούς!
+Κάτι ξέρω και εγώ... Γιατί να μην ήμουν κι εγώ στο παλάτι? Γιατί να μην τελείωνε εκεί η ζωή μου; Όχι! Το είχα πάρει απόφαση! Πλέον έχω έναν νέο σκοπό ζωής!
Της απάντησα ενώ σηκώθηκα όρθιος. Εκείνη από την άλλη κοίταξε το μαχαίρι μου και αστραπιαία μου το άρπαξε. Τρόμαξα ότι θα έκανε κακό στον εαυτό της. Με κοίταξε κατάματα με τα εκθαμποτικά καταγάλανα μάτια της και μου είπε μισοκλαίγοντας:
-Μην με κοιτάς έτσι ξέρω τι πρέπει να κάνω.
+Οχ!
Έριξε το βλέμμα της στο άλογό της. Το πλησίασε και το χάιδεψε στην πλάτη. Υπέφερε από τους πόνους ακόμα αλλά πλέον δεν κλοτσούσε. Σαν να περίμενε το τέλος του. Η Κριστάλια της μιλούσε γλυκά τραγουδώντας:

Ήρεμα είμαι εδώ,
Ξέρω ότι πονά,
Γι'αυτό είναι εδώ,
Θα σε κάνω καλά...

Έλεγε καθώς έχωνε το μαχαίρι σιγά σιγά στο λαιμό της. Μόλις συγουρεύτηκε ότι το πανέμορφο και πιστό άλογο της ήταν νεκρό το έβγαλε αργά από μέσα του. Λίγο αίμα έτρεξε από την πληγή. Ήταν το τελευταίο... Δεν μπορούσα να το περιγράψω. Εγώ ποτέ μου δεν θα έβρισκα τόσο θάρρος για να κάνω κάτι τέτοιο! Το ήξερα ότι δεν μπορούσαμε να το σώσουμε και βασανίζοταν. Απλά ... Δεν θα μπορούσα ποτέ μου να το κάνω... Η Κριστάλια έκλεγε με λίγους. Ευτυχώς ήρθε η Μελίγια καβαλώντας τον Έλαμάναμου.
+Πού είναι η Βολίδα?
Βλέποντας την Ροξάνη να κείτεται στο έδαφος έτρεξε και την αγκάλιασε. Πλησίασα και εγώ. Εκείνη μου είπε ψιθυριστά ενώ η Κριστάλια έκλεγε στην αγκαλιά της.
-Την πήραν! Ευτυχώς που έστειλες το σπαθί σου και το άλογο σου αλλιώς....Θα ήμουν νεκρή! Αυτήν ήθελαν το κατάλαβα από την πρώτη στιγμή!
Η Κριστάλια σταμάτησε ξαφνικά να κλέει και κοιταξε προς το δάσος.
-Το ακούτε!
-Ποιό? Της απαντήσαμε. Πραγματικά ακούγαμε κάτι. Δεν μπορούσα να το καταλάβω όμως...
-Σσςςς. Είναι...Ένα άλογο! Τραυματισμένο! Ακολουθόντας τον ήχο έτρεξε μέσα στο δάσος. Την πήραμε κι εμείς από πίσω...

Στα Ίχνη του Δράκου: Το Ταξίδι [1 Βιβλίο]Where stories live. Discover now