• 48 •

108 12 0
                                    


~ Εύστοχοι δολοφόνοι (Α μέρος) ~

Γυρίσαμε και οι δύο τρέχοντας προς την Κριστάλια. Ήταν ακόμα ανέστητη. Ένα πλήγμα κατάθλιψης άρχισε να με διαπερνάει.
+Εγώ φταίω! Μια να δεν γίνει καλά? Κι αν δεν την ξαναδώ! Όχι όχι σύνελθε Φοινίκ. Αχ! Και αυτό το όνομα εκείνη μου το έδωσε! Εκείνη! Εκείνη προσπάθησε να με κάνει χαρούμενο! Εκείνη μου έσωσε την ζωή σκοτώνοντας τον Φίλτσ! Τις σκέψεις μου μου τις διέκοψε η Κριστάλια παραμιλούσε στον ύπνο της και έλεγε:
-Φοινίκ τι λες! Γιατί μου λες ανοησίες? Αφού σε αγαπάω χαζέ! Γιατί δεν μου λες την αλήθεια ότι είσαι ερωτευμένος μαζί μου! Τόσο πολύ σου αρέσει να με πληγώνεις?
Η Μελίγια έριξε ένα χαμόγελο και μετά κοίταξε εμένα. Νιώθοντας άβολα της απάντησα:
-Προδόθηκα από ότι φαίνεται, έτσι?
-Ναι... Πόσο καιρό συμβαίνει αυτό?
-Από ποτέ υπάρχει κάτι μεταξύ ή από ποτέ την έχω ερωτευτεί?
-Το πρώτο.
-Την νύχτα της ένωση της Χρυσής Ακτής... Μετά τον θάνατο του Νιούτ...
-Ααα ναι θυμάμαι. Και τι θα κάνεις?
-Δεν ξέρω αλλά είμαι τρελά ερωτευμένος μαζί της και δεν θέλω να πάθει τίποτα κακό. Αχ κι για αυτό χτύπησε σήμερα, εγώ φταίω! Θύμωσε με εμένα γιατί ήθελα να χωρίσουμε... Μα την αγαπάω!
-Όπα Όπα! Άρα τα είχαμε φτιάξει? , πετάχτηκε πάνω η Κριστάλια.
-Ύπουλο φίδι! Πόση ώρα μας ακούς? Ήξερα ότι αυτό πάντα την σοκάριζε με έναν παράξενο τρόπο και για αυτό το είπα.
-Τα άκουσα όλα! Μα καλά τι συνέβαινει?
"Κρυφός βοηθός" μας έσωσε. Δεν τον είδε κανείς που να είναι τουλάχιστον ζωντανός ακόμα. Απάντησε η Μελίγια ακόμα συνχισμένη με το προηγούμενο συμβάν...
-Παράξενο! Αλλά μην αλλάζεις θέμα! Δεν μου την γλυτώνεις! Επιτέλους είπες την αλήθεια!
-Ναι αλλά δεν την παραδέχτηκα... Της απάντησα ενώ σηκώθηκα και πήγα στο άλογό μου. Ανέβηκα πάνω και ξεκίνησα τροχασμό. Τα κορίτσια με ακολούθησαν ενώ εγώ επυτάχυνα κάλπαζα μπροστά για να μην βλέπει η Κριστάλια το πρόσωπό μου. Την έχω πατήσει μαζί της και θα το καταλάβει.... Ταξιδεύαμε όλο το μεσημέρι και κάναμε μια στάση να ξεκουραστούν τα άλογα. Ακούγαμε τον ήχο του αέρα να βουίζει μέσα από τα πυκνά φύλλα των δέντρων. Ο αέρας μας διαπερνούσε και μας χαλάρωνε. Ήταν ζεστός λόγο του μεσημεριού και μας χαλάρωνε. Αλλά για να μην ξεχνάμε, δεν είναι καθόλου καλό να πέσεις σε ενέδρα με κουρασμένα άλογα. Κι εμείς πέφταμε κάτι παραπάνω από συχνά...
+Πάντα!
Όμως το τοπίο παρόλου που θύμιζε παράδεισο έκρυβε μια κόλαση! Σε ένα ξέφοτο δίπλα μας, υπήρχαν παντού νεκροί! Το παράξενο ήταν ότι είχαν ένα κοινό! Οι ληστές ( από ότι κατάλαβα από την εδιμασία τους και από κάποια σπασμένα όπλα) , είχαν ένα τόξο καρφωμένο στο λαιμό ή στην καρδιά! Πότε δύο ή κάποιο άλλο τραυματισμό. Τα κορίτσια ήταν πιο αναστατωμένα όσο ποτέ. Της κοίταξα και τους είπα:
-Βλέπετε, πάρτε ένα κράνος και προσέχετε! Τα μυαλά στα κεφάλια σας γιατί αλλιώς...
-Πρέπει να απομακρυνθούμε! Ψιθύρισε η Μελίγια διακόπτοντας φοβισμένη. Όμως δεν ήταν μοιραίο! Ακούσαμε άλογα ξανά! Ο Έλαμάναμου, όπως πάντα, έτρεξε προς το δάσος από την αντίθετη κατεύθυνση. Ο Άστερντ και η Βολίδα παρέμειναν.
+Το ξέρω εγώ αυτόν! Μα γιατί πάει έτσι ο τρελός! Αχ! Πάλι έχω δουλειά να κάνω!
-Φοινίκ κάνε κάτι! Φώναξε η Μελίγια. Αλλά εγώ σκευτόμουν τι πάει στραβά. Ξαφνικά εμφανίστηκαν!
-Επιτέλους! Φώναξα. Οι στρατιώτες τραβώντας τα χαλινάρια των αλόγων τους στάθηκαν μπροστά μας. Έμειναν άφωνοι ενώ τους έριξα και γρήγορη ματιά. Φορούσαν στολές μάχης και είχαν πάνω ένα οικόσημα που με αναστάτωσε.
Απεικόνιζε ένα φίδι που περιτριγυρίζει ένα μέρος γύρω από νερό μάλλον θάλασσα γιατί ήταν μεγάλο το περίβλημα ποτάμι παντός δεν ήταν. Η Μελίγια μολις τους είδε έπεσε ξερή.
+Ως συνήθως...
Μπροστά μας στεκόντουσαν πέντε καβαλάρηδες και ένα από αυτούς με ένα σκούρο καφέ άλογο σήκωσε το χέρι του. Μας είχαν ακινητοποιήσει με τα τόξα τους. Ο καβαλάρης του καφέ σκούρου αλόγου μας πιασίασε. Έβγαλε την περικεφαλαία του και μετά συνέχισε με το σπαθί του.
Έδειξε εμένα με αυτό και διέταξε:
-Αυτός είναι δικός μου! Κάντε πέρα! Ώρα για να δοκιμάσω το νέο μου σπαθί σε ψαχνό! Κριστάλια πήγε να μιλήσει αλλά εγώ την διέκοψα με ένα βλέμμα. Ο νεαρός τρελάρας από την άλλη ήταν ένας γεροδεμένος νεαρός με κοντά ξανθιά μαλλιά και καστανά μάτια. Η στολή που φορούσε διαπερνούσε κάθε φαντασία γιατί γυάλιζε συνεχώς. Παντός δεν ήταν ένας σεμνός, μετριόφρων ,νορμάλ (να τονίσω) νεαρός.
Τότε εγώ του απάντησα και δεν ξέρω γιατί αλλά τους αναστάτωσε:
-Μπα τι μας λες! Εγώ από εδώ χωρίς τόξο μπορώ να σε ρίξω κάτω ,ταυτόχρονα με τους υπόλοιπους στρατιώτες σου, να συμπληρώσω.
-Πολύ θράσος έχεις! Τώρα θα δεις!, είπε και κάλπασε προς το μέρος μου ενώ εγώ ψύχραιμος φώναξα:
-Μούτρο! Μπάμπι! Ψώνιο! Φυτό! Ψωνισμένη! "ΜΠΕΊΤΕ ΣΤΟ ΧΟΡΌ"! (διαταγή για να παρουσιαστούν). Όλο τα άλογα, όπως έπρεπε , τους έριξαν κάτω και ήρθαν προς το μέρος μου κι άρχισα να τα χαϊδεύω χαρούμενος. Ειδικά ο τύπος που καβάλουσε τον Μούτρο (το σκούρο καφέ άλογο) προσγειώθηκε ανώμαλα στο έδαφος. Η Κρίσταλια προσπάθησε να μην γελάσει. Αλλά επειδή της άρεσε συνέχισα:
-Ψώνιο μπορείς να μου πεις τι κάνεις? Τι βήμα είναι αυτό που έχεις! Καθόλου ρυθμό! Σε αναγνώρισα πριν καλά καλά σε δω! Κι μην νομίζεις ότι δεν σαν είδα Μπάντι! Φυτό μην στέκεστε ακίνητος! Κι εσύ Ψωνισμένη δεν ξεχνάς να τιμάς το όναμά σου! Άντε λίγο έλειψα και χαλαρώσετε! Πηγαίντε στο "γλέντι" τόνισα και έφυγαν γρήγορα προς το δασάκι.
Ο νεαρός με την πανοπλία το είχε πάρει πολύ κατάκαρδα...
Οι άλλοι στρατιώτες είχαν απλώς φρικάρει. Εκείνος νευριασμένος φώναξε επιθετικά:
-Μαγέ! Τι έκανες στον Καταστροφέα?
-Εγώ από ποτέ? Τον ποιόν? Α τον Μούτρο λες. Τον ειρωνευτικά. Να κάνουμε λίγο πλάκα τελευταία στιγμή της ζωής μας...
-Αααα! Σημάδεψτε και πυρ! Φώναξε ενώ ένας από αυτούς που περιεργάζονταν αρκετή ώρα την Κριστάλια κουνόντας τα χέρια του είπε:
- Αποσύρτε τα Πυρ!
- Αδελφέ, βγάλε το σκασμό!
- Μα είναι η....
-Αρχενάλ! Φώναξε η Κρίσταλια χαρούμενη. Επιτέλους! Τι έκανες τόση ώρα? Με άφησες τόση ώρα με αυτόν τον βλάκα εδώ πέρα...
Είπε και εκείνος έτρεξε να την αγκαλιάσε. Ταράχτηκα λίγο δεν λέω. Οι στρατιώτες σοκαριστικάν κι εγώ μαζί τους πιο πολύ...
+Γι'αυτό λυποθυμίσε η Μελίγια. Τους ξέρει...
-Ποιά είσαι και τι στο καλό συμβ....
-Βγάλε το σκασμό βατραχόμορφο καθίκι και κλείσε την τρύπα από την οποία βγαίνουν αυτές οι λέξεις! Τον διέκοψε η Κριστάλια με αυτόν τον τρόπο...
+Πο! Που τι έμαθε τέτοιες λέξεις?
Ενώ περίμενα να μας σημαδέψουν κατεύθυαν, αντίθετα εκείνοι, (χαρούμενοι παρακαλώ!), κατέβασαν τα τόξα τους. Μαζί και αυτός ο τύπος!
+Μα τι γίνεται? Το βρίζει χυδαία χαλλλόοοου! Πού βρίσκομαι? Μάλλον στην χώρα τον τρελών εύστοχων δολοφόνων....

Στα Ίχνη του Δράκου: Το Ταξίδι [1 Βιβλίο]Where stories live. Discover now