Κεφάλαιο 23ο

1.2K 135 6
                                    

ΡΑΦΑ

Μπήκα μέσα στο σπίτι του Κόμη με κομμένη την ανάσα. Εκείνος βρισκόταν καθισμένος σε ένα φρεσκοβαμμένο παγκάκι, στον κήπο έξω από το γραφείο του. Ο αέρας που φυσούσε ήταν παγωμένος σήμερα και συνοδευόταν από μια πληθώρα άσχημων καιρικών συνθηκών. Σύννεφα είχαν μαζευτεί στον ουρανό και ένα ψιλόβροχο είχε ξεκινήσει εδώ και ώρα.

«Πες μου όλα όσα γνωρίζεις για την Αριάδνη και την οικογένεια της. Όλα όσα μου κρύβεις τόσο καιρό ζητώντας μου να ακολουθώ τυφλά τις οδηγίες σου...» απαίτησα να μάθω ενώ εκείνος έγειρε το κεφάλι του χαλαρά προς το μέρος μου κοιτάζοντας με απαθής. Σαν να περίμενε με κάποιο τρόπο αυτή την μικρή μου επανάσταση...

«Σου είπα ότι δεν έχει έρθει η στιγμή να μάθεις...»

«Και εγώ σου λέω ότι απήγαγαν την Αριάδνη και το να μάθω γιατί έχει τόση σημασία το όνομα της για εσένα θα με βοηθήσει να τη βρω. Άλλωστε αυτό δεν ήθελες από εμένα; Να την προστατέψω...»

Το αριστερό του μάτι πετάρισε ελάχιστα και το δίλλημα που κορυφωνόταν μέσα του χάραζε το μέτωπο του.

«Είναι η εγγονή του Περικλή Μαντά/ Γνωστού και ως βασιλιά του υποκόσμου πριν τους Ασιάτες. Υπό το όνομα Μαντάς μόνο θα μπορέσουν να ενωθούν οι εναπομείναντες συμμορίες του υποκόσμου αφού οι περισσότερες οικογένειες παραμένουν πιστές σε εκείνον. Μόνο έτσι μπορούμε να νικήσουμε τον Μορίς. Για αυτό ήθελα την Μαντά...»

«Η Αριάδνη είναι μια από εμάς;» ρώτησα φοβούμενος για την αλήθεια που θα έβγαινε στην συνέχεια από το στόμα του.

«Όχι. Δεν μεγάλωσε σε αυτό τον κόσμο. Δεν μπορεί να καταλάβει πως είναι πραγματικά να είσαι ένα τίποτα και να κάνεις αυτό που κάνουμε εμείς για να επιβιώσουμε. Ωστόσο έχει το όνομα. Είναι απόγονος και κληρονόμος. Είναι το τέλειο πλεονέκτημα...»

Ανοιγόκλεισα τα μάτια μου επανερχόμενος ξανά στο παρόν. Απορούσα με τον εαυτό μου καθώς όλο και πιο συχνά επέστρεφα σε εκείνες τις μέρες. Τις μέρες της απελπισίας. Τις μέρες που η Αριάδνη είχε απαχθεί. Και σε όσα ακολούθησαν φυσικά.

«Έχουν περάσει τρεις εβδομάδες ρε Ραφ» η φωνή του Ραφ με έβγαλε από τις σκέψεις μου.

«Θέλω να είμαι σίγουρος ότι θα επιστρέψει ασφαλής σπίτι της»

«Μην ανησυχείς. Το ρυθμίζουν αυτό οι σωματοφύλακες της. Ο μπαμπάκας της τα έχει όλα οργανωμένα στην εντέλεια...» κούνησα το κεφάλι μου καταφατικά. Ωστόσο ένιωσα ένα τσίμπημα στην καρδιά. Είχα πάρει την απόφαση μου να μείνω μακριά της. Τουλάχιστον να φαινόμουν αδιάφορος αν και κάθε μέρα τριγυρνούσα στα μέρη όπου ήξερα ότι βρισκόταν ελέγχοντας αν ήταν καλά. Εκείνη όμως δεν είχε προσπαθήσει να με βρει. Δεν είχε προσπαθήσει να μάθει γιατί είχα εξαφανιστεί. Και αυτό πονούσε. Ήμουν παρελθόν για εκείνη και τίποτα περισσότερο. Την παρακολουθούσα καθημερινά να συνεχίζει την καθημερινότητα της σαν να μην είχα υπάρξει ποτέ στην ζωή της και ένιωθα πιο μαλάκας από ποτέ. Όσο ποτό, γυναίκες ή ναρκωτικά όμως και αν πρόσθετα στη ζωή μου δεν κατάφερναν να διώξουν τις γαμημένες αναμνήσεις της μακριά...

Ξεχασμένα Όνειρα (Βιβλίο 3ο)Where stories live. Discover now