Κεφάλαιο 27ο

1.2K 134 11
                                    

ΑΡΙΑΔΝΗ

Ο κεραυνός έσκισε στα δύο τον ουρανό και φως απλώθηκε στο σκοτεινό δωμάτιο γύρω μου. Βρισκόμουν σχεδόν κολλημένη στο παράθυρο κοιτάζοντας πέρα μακριά τον ορίζοντας σκεφτόμενη την συνέχεια της αποψινής βραδιάς. Μερικά λεπτά ακόμη ήταν απαραίτητα πριν πάρω την απόφαση που επιζητούσα τις τελευταίες δύο μέρες, από τη στιγμή που είχα μάθει την αλήθεια για την οικογένεια Μαντά.

Άνοιξα την πόρτα του δωματίου μου και περπάτησα αθόρυβα στον διάδρομο. Κατέβηκα τις φαρδιές σκάλες και βρέθηκα στον προθάλαμο. Έστριψα δεξιά και έκανα μερικά βήματα ακόμη μπαίνοντας στο σαλόνι. Φίλησα τον πατέρα μου και το θείο Ορέστη και αφού χαιρέτησα την υπόλοιπη οικογένεια κάθισα δίπλα στον Φίλιππο και την Άννα. Οι δύο τους με κοίταζαν εξεταστικά. Ο Φίλιππος γνωρίζοντας ότι είχε συμβεί στη Ρώμη κάτι που με είχε αναστατώσει και η Άννα καταλαβαίνοντας ενστικτωδώς ότι υπήρχε ένα μυστικό ανάμεσα σε εμένα και τον αδερφό της με περιεργάζονταν περιμένοντας ο καθένας να μάθει αυτό που ήθελε. Λίγη ώρα ακόμη και αυτό θα συνέβαινε...

Τα δείπνα στην οικογένεια Μαντά ήταν θορυβώδη. Κυρίως ο Θανάσης και ο Αναστάσης έκαναν ότι μπορούσαν για να το επιτύχουν αυτό. Ο πατέρας μου πάντα χαμογελούσε κοιτάζοντας τους στοργικά ενώ ο Ορέστης και η μητέρα μου θυμόντουσαν παλιές καλές εποχές και έπιναν σαν να ήταν έφηβοι. Η Ελένα, ο Γιώργος και ο Παύλος παρέμεναν πάντα οι πιο ήρεμοι. Μόνο που σήμερα όλα έμοιαζαν λιγάκι διαφορετικά. Στην ατμόσφαιρα πλανιόταν μια αμηχανία που έκανε ακόμη και εμάς τους μικρότερους να καταλαβαίνουμε ότι κάτι δεν πήγαινε και πολύ καλά. Ή μάλλον σχεδόν όλους αφού ο Περικλής όπως πάντα έμοιαζε να είναι χαμένος στον κόσμο των επιχειρήσεων ευτυχισμένος εξαιτίας μιας επιτυχίας του στη σημερινή συμφωνία. Οι δύο Νίκοι μιλούσαν χαμηλόφωνα και εγώ κοιτούσα καθέναν από τους παρευρισκόμενους περιμένοντας την κατάλληλη στιγμή για να μιλήσω.

«Λοιπόν πως ήταν η Ρώμη; Τόσο υπέροχη όσο την θυμάμαι;» ρώτησε γενικά η Ελένα κοιτάζοντας τους τρεις μας. Ο Φίλιππος και εγώ απαντήσαμε ταυτόχρονα ναι καθώς η Άννα βιάστηκε να μπει σε λεπτομέρειες για όλα όσα κάναμε εκεί περιγράφοντας σχεδόν κάθε αξιοθέατο ξεχωριστά. Σύντομα ένιωσα να κουράζομαι από τον μικρό μονόλογο της αναλαμβάνοντας να οδηγήσω τη συζήτηση προς μια νέα κατεύθυνση.

«Αλήθεια θεία Ελένα στη Ρώμη δεν γνώρισες τον θείο. Έτσι δεν είναι;» εκείνη χαμογέλασε έτοιμη να αφηγηθεί για ακόμη μια φορά την ιστορία της. Η αλήθεια ήταν ότι την είχα ακούσει τόσες πολλές φορές που μόνο τώρα μπορούσα να καταλάβω ότι κάθε φορά όλες οι λεπτομέρειες παρέμεναν ίδιες ακούγοντας τες είτε από εκείνη είτε από τον Ορέστη.

Ξεχασμένα Όνειρα (Βιβλίο 3ο)Where stories live. Discover now