Κεφάλαιο 17ο

1.3K 153 8
                                    

ΑΡΙΑΔΝΗ

«Που πάμε;» γκρίνιαξε δίπλα μου η Άννα καθώς η λιμουζίνα της Εστέλλα σταματούσε σε ένα σκοτεινό πάρκινγκ. Εκείνη είχε εμφανιστεί στο σπίτι μου χωρίς καμία προειδοποίηση και στην ουσία με είχε απαγάγει μαζί με την ξαδέρφη μου για να βρεθούμε που; Στο πάρκινγκ ενός κλειστού σούπερ μάρκετ;

«Θα δείτε» ψέλλισε μονάχα και η πόρτα δίπλα της άνοιξε.

«Ο Φίλιππος δεν έχει σταματήσει να παίρνει τηλέφωνο. Μας περιμένουν εδώ και μια ώρα στο Odell και θέλουν να μάθουν που βρισκόμαστε...» συμπλήρωσε εκείνη ακολουθώντας την φίλη μας έξω από το αμάξι.

«Άννα άφησε τους να περιμένουν... Ζήσε την περιπέτεια» σχολίασε η Εστέλλα καθώς τα ψηλοτάκουνα παπούτσια της άφηναν ένα χαρακτηριστικό ήχο στο έδαφος. Η Άννα στριφογύρισε τα μάτια της κοιτάζοντας ψηλά στον ουρανό και στην συνέχεια εναποθέτοντας το βλέμμα της πάνω μου για βοήθεια. Ανασήκωσα τους ώμους μου αδιάφορα και την ακολούθησα.

Έπειτα από μερικά βήματα, στο πίσω μέρος του σούπερ μάρκετ βρισκόντουσαν παρατεταγμένα ένα μπουλούκι αμαξιών και γύρω τους ακόμη περισσότερος κόσμος που γελούσε και φώναζε. Η Εστέλλα χώθηκε ανάμεσα στις παρέες και σύντομα κατέληξε στην αγκαλιά του Λευτέρη. Ο Ραφ λίγο πιο δίπλα μου χαμογέλασε και μετακινήθηκε προς το μέρος μου. Χαιρέτησε ευγενικά την Άννα και μας κοίταξε λιγάκι έκπληκτος που βρισκόμασταν εκεί.

«Δεν πίστευα ότι θα τα καταφέρει» είπε και κοίταζε περισσότερο την ξαδέρφη μου παρά εμένα. Το πράσινο τερατάκι της ζήλειας εμφανίστηκε θυμίζοντας μου ότι κάθε φορά που συναντιόντουσαν αυτοί οι δύο ο Ραφ δεν είχε μάτια για καμία άλλη εκτός από την Άννα. Πλησίασα τον Μάριο που βρισκόταν ακουμπισμένος στο καπό του αυτοκινήτου του Ραφ και κάθισα δίπλα του.

«Και βρισκόμαστε εδώ γιατί;» τον ρώτησα και εκείνος δεν με κοίταξε καν πριν απαντήσει.

«Ο κόσμος μας δεν είναι μόνο δουλειά και παρανομία Άρια» ακούστηκε σαν να με μαλώνει «υπάρχει και η διασκεδαστική πλευρά του» σηκώθηκε όρθιος και με τράβηξα. Ακούμπησα με τα πόδια μου το έδαφος παραπατώντας ελαφρά. Στην συνέχεια τον ακολούθησα ανάμεσα στους φίλους του που προέρχονταν από διαφορετικές συμμορίες. Σταματήσαμε μπροστά σε ένα βαρέλι μπίρας και εκείνος σήκωσε την κάνουλα φέρνοντας την πάνω από το στόμα μου. Το άνοιξα προσεκτικά όταν εκείνος ξεκίνησε να ρίχνει μπίρα βρέχοντας με. Αυθόρμητα γέλασα όπως ακριβώς και ο κόσμος γύρω μου. Από κάποιο σημείο στο βάθος μουσική ξεκίνησε να παίζει και η ατμόσφαιρα θύμιζε λιγάκι ένα αυτοσχέδιο πάρτι, στο οποίο όλοι είχαν την διάθεση να διασκεδάσουν. Μετά από μια γρήγορα γύρα επιστρέψαμε πίσω στην παρέα μας. Η Άννα βρισκόταν κολλημένη στο πλευρό της Εστέλλα αισθανόμενη αρκετά άβολα.

Ξεχασμένα Όνειρα (Βιβλίο 3ο)Donde viven las historias. Descúbrelo ahora