Κεφαλαιο 22

104 9 0
                                    

Μετά από αρκετές ώρες πτήσης προσγειώθηκα επιτέλους στην πανέμορφη Βενετία. Δεν έχω έρθει ποτέ και την θαύμαζα πάντα από τις φωτογραφίες. Ήταν ένας προορισμός που πάντα ονειρευόμουν και δεν πίστευα ότι θα τα καταφέρω ποτέ. Αλλά να δείτε με πλέον θα ζήσω εδώ για τέσσερα χρόνια και μπορώ να πω πως αυτή τη στιγμή δεν θέλω να βρίσκομαι εδώ. Μου έχει λείψει και δεν έχει περάσει ούτε μια μέρα. Λογικά κι αυτός τώρα ταξιδεύει για τον Άρη. Πόσο θα 'θελα να βρίσκομαι μαζί του και να κρατάω το χέρι του. 

Τις σκέψεις μου διέκοψε ένα αμάξι που σταμάτησε ακριβώς μπροστά μου και από μέσα ξεπρόβαλλε ένας άντρας πολύ κομψός θα έλεγα. Ήταν πολύ ωραία ντυμένος με πουκάμισο και γραβάτα. Με πλησίασε κι έπιασε τη βαλίτσα μου.

<<Τί κάνεις?>> τον ρώτησα εκνευρισμένη. Χωρίς να μου πει κάτι την πήρε και την τοποθέτησε στο πορπαγκάζ.

<<Δεσποινίς πρέπει να με ακολουθήσετε.>> είπε και δεν γύρισε καν να με κοιτάξει. Μοιάζει να με περνάει περίπου δέκα χρόνια και είναι πολύ όμορφος όμως δεν έχω δεί ακόμα τα μάτια του καθώς φοράει γυαλιά ηλίου και δεν τα φανερώνει.

<<Γιατί να σε ακολουθήσω? Ούτε καν σε ξέρω?>>

<<Μην ανησυχείτε δεν θα σας κάνω κακό. Είμαι ο σοφέρ της σχολής σας.>> είπε και τότε κατάλαβα. Πω το είχα ξεχάσει πως από εδώ και πέρα θα είμαι εσώκλειστη σε ένα σκατό κτίριο και δεν θα έχω τον Λούκας μου και ούτε την μαμά μου. 

Μου άνοιξε την πόρτα σαν σωστός κύριος και μπήκα μέσα χωρίς να φέρω αντίρρηση. Αυτός έκανε τον γύρω του αμαξιού και μπήκε στην  θέση του οδηγού. Ήταν πολύ προσηλωμένος σ'αυτό που έκανε και δεν μου έριξε ούτε μια ματιά. Τα χέρια του έσφιγκαν το τιμόνι και αναγράφονταν οι φλέβες του.

<<Μπορώ τουλάχιστον να μάθω το όνομά σου?.>> τον ρώτησα για να σπάσω την  σιωπή. Τότε και μόνο γύρισε και με κοίταξε. Δυστυχώς φορούσε ακόμα τα γυαλιά και πάλι δεν είδα τα μάτια του.

<<Δεν νομίζω πως σου είναι απαραίτητο.>>

Ααα εγώ σας το λέω δεν θα τα πάω καλά μ'αυτόν να μου το θυμηθείτε. Αα ρε Λούκας γιατί μου φέρθηκες μ'αυτόν τον τρόπο? Τον πίστεψα γαμώτο και το μετάνιωσα.

Η υπόλοιπη διαδρομή κύλησε σιωπηλά και βαρετά μπορώ να πω. Μετά από δέκα λεπτά φτάσαμε σε ένα τεράστιο κτίριο με τέσσερις ορόφους. Έμοιαζε πολύ σύγχρονο και φαινόταν από μακριά πως είναι πανάκριβο. Μου κατέβασε τις βαλίτσες και χωρίς να μου πει κάτι έβαλε μπρός κι εξαφανίστηκε μέσα σε δύο δευτερόλεπτα. Άξεστος αναφώνησα και τότε ακούστηκε από πίσω μου μια κοριτσίστικη φωνή <<Αλλά κούκλος.>>

Ξέχνα τις προκαταλήψεις και ζήστο!Donde viven las historias. Descúbrelo ahora